«Ο Τσώρτσιλ με σκότωσε»: γράφει ο Jean Audouin

ΕΝΑΣ ΣΥΓΓΡΑΦΕΑΣ, ΕΝΑ ΒΙΒΛΙΟ
Επιμέλεια: Μαρία Σφυρόερα

Τι παρακίνησε έναν ξένο να ενδιαφερθεί γι’ αυτή την κρυμμένη περίοδο της ελληνικής ιστορίας (1923/1974);

Η πρώτη μου επαφή με την Ελλάδα πάει πίσω όταν ήμουν 20 χρονών, το 1962, κάτι σαν ταξίδι μύησης μ’ ένα φίλο και το Ντεσεβό μας (2CV), από το Παρίσι μέσω της Γιουγκοσλαβίας έως τον Βόλο, όπου κολλήσαμε πριν επιστρέψουμε περνώντας από τα Μετέωρα και τις ακτές του Κότορ [σημερινό Μαυροβούνιο]. Αν, όπως κι άλλους συμπατριώτες μου, η περίοδος των συνταγματαρχών με κράτησε μακριά από την Ελλάδα, επανήλθα στο τέλος της δεκαετίας του ’70 με μια ονειρική διαμονή στη Μήλο. Λίγο πριν συνταξιοδοτηθώ, συνοδεύσαμε με τη σύζυγό μου φίλους που είχαν ήδη επισκεφθεί την Πάρο και επιθυμούσαν ν’ αγοράσουν ένα σπίτι. Τότε προέκυψε και ο δικός μας έρωτας που μας οδήγησε ν’ αγοράσουμε από κοινού στις Λεύκες το σπίτι του φούρναρη. Στη διάρκεια των πολλών και μεγάλης διάρκειας διαμονών μας, δημιουργήσαμε σιγά σιγά φιλικές σχέσεις με τους γείτονές μας, τον εστιάτορα της κοντινής πλατείας, τις γερόντισσες που συντηρούσαν τα εκκλησάκια τριγύρω, τον κουρέα που έπινε το ούζο του με τους φίλους του στο καφενείο της εκκλησίας. Επιδιώκαμε την επικοινωνία άλλοτε στα αγγλικά και άλλοτε στα ελληνικά, καθώς η σύζυγός μου είχε αρχίσει να τα μαθαίνει.

Κι ενώ οι ταβέρνες βούιζαν από έντονες συζητήσεις για το Grexit, οι απειλές για εποπτεία θύμιζαν με περίεργο τρόπο το 1897, όταν μετά την αποτυχία ενός πολέμου ενάντια στην Οθωμανική Αυτοκρατορία η μεσολάβηση των συμμαχικών χωρών είχε οδηγήσει στην τοποθέτηση μιας Διεθνούς Οικονομικής Επιτροπής στην Αθήνα, με εκπροσώπους Βρετανούς, Γάλλους, Γερμανούς, Ιταλούς και Αυστριακούς, για να ελέγχει τον προϋπολογισμό.

Πέντε χώρες δεν είναι μια «τρόικα», αλλά μοιάζει. Θα έλεγε κανείς ότι η ιστορία επαναλαμβάνεται. Είναι ίσως αυτή η επανάληψη που με παρακίνησε να βουτήξω μέσα στην πρόσφατη ιστορία και να πάρω το ρίσκο για να μοιραστώ τις ανακαλύψεις μου με τους αναγνώστες μου. Ειδικά μετά τη συνταξιοδότησή μου, καθώς είχα διατηρήσει την ακόρεστη περιέργεια του δημοσιογράφου, έψαχνα απαντήσεις στις ερωτήσεις που με γαργαλούσαν όταν μου παρουσιάζονταν.

Γιατί υπήρχαν στο κοιμητήριο των Λευκών κιτρινισμένες φωτογραφίες στους τάφους στρατιωτών με ημερομηνίες θανάτου που δεν αντιστοιχούσαν στην περίοδο που η Ελλάδα αμυνόταν ενάντια στις εισβολές των Ιταλών και των Γερμανών; Ακόμη και τα μνημεία των ηρώων με ρωτούσαν. Γιατί αυτό το ηλικιωμένο άτομο κάνει κύκλο για να μην περάσει μπροστά από κάποιο σπίτι; Και γιατί κάποιο άλλο απέφευγε αυτό το καφενείο; Και γιατί τα βιβλία της ιστορίας των μαθητών και των φοιτητών παρέμεναν σιωπηλά σε σχέση με αυτή την περίοδο, όπως μου επιβεβαίωναν οι καθηγητές τους;

Άρχισα να πολλαπλασιάζω τα διαβάσματά μου για την Ελλάδα στο Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, μελέτησα διάφορα κείμενα, ανακάλυψα στο Ίντερνετ άπειρες πληροφορίες, ιδιαίτερα στ’ αγγλικά. Άνοιξα πολλές πόρτες, έφθασα να ψάχνω μυστικά θαμμένα κάτω από το χαλί του «απόρρητου», συγκέντρωσα επώδυνες μαρτυρίες ανθρώπων που είχαν βιώσει προσωπικά αυτά τα γεγονότα ή τα είχαν διηγηθεί στα παιδιά ή τα εγγόνια τους, δίχως να φανερώνουν τα πάντα, όπως τις αιτίες για τις οποίες παρέμεναν θυμωμένοι με κάποιους γείτονες… Συνολικά, πολυάριθμες ιστορίες που φυσικά προσπάθησα να διασταυρώσω με γραπτά κείμενα μέσα από τη «λογοτεχνία».

Όταν όμως ένας γηραιός οδηγός ταξί μού συνόψισε τη ζωή του με ένα «Ο Τσώρτσιλ με σκότωσε», μου γεννήθηκε η επιθυμία να μοιραστώ τις ανακαλύψεις μου. Άρχισα ν’ αναζητώ ένα πρόσωπο που θα μπορούσε να με βοηθήσει να πάρω συνέντευξη από γέροντες και ν’ αποκωδικοποιήσω τα επίσημα έγγραφα. Μια κοντινή γειτόνισσα, η Αγγελική Παρισσοπούλου, μου διηγήθηκε την ιστορία της οικογένειάς της, διωγμένης από τη Σμύρνη το 1922 από τους Τούρκους. Ήταν η αφορμή. Εφοδιασμένος με σημαντικά έγγραφα που είχα συγκεντρώσει και μια πλούσια βιβλιογραφία, προσπάθησα να βρω έναν τρόπο να μεταφέρω αυτές τις ιστορίες με βάση τις μαρτυρίες που είχα συγκεντρώσει, να τις μοιραστώ μ’ ένα γαλλικό κοινό του οποίου οι ισχνές γνώσεις για την Ελλάδα σταματούν συχνά στη μυθολογία.

Δεν ισχυρίζομαι ότι έκανα ένα ιστορικό έργο, αλλά δημοσιογραφικό, μέσα από ένα αφήγημα ηθελημένα ασεβές, σ’ ένα συχνά κουραστικό χρονοδιάγραμμα. Προτίμησα λοιπόν να δημιουργήσω ένα είδος «αστυνομικού μυθιστορήματος», γύρω από ένα νεαρό Ελληνογάλλο, τον Τεό, ο οποίος προσπαθεί να κατανοήσει πώς ο πολυαγαπημένος του Έλληνας παππούς, ο Κώστας, μπόρεσε να πέσει από την ταράτσα του 7ου ορόφου της παρισινής πολυκατοικίας τους στις 17 Νοέμβρη 2008! Αντικρούοντας τις θεωρίες για ατύχημα ή αυτοκτονία, ο Τεό ξεκινά αμέσως μια έρευνα σχεδόν αστυνομική, αναζητώντας κίνητρα γι’ αυτό που στα δικά του μάτια ήταν ένα έγκλημα, μια εκδίκηση συνδεδεμένη με το παρελθόν του παππού του. Αυτή η έρευνα θα τον υποχρεώσει να εγκαταλείψει το Παρίσι για ένα πραγματικό ταξίδι μύησης, που θα τον οδηγήσει αρχικά στη Μόσχα, κατόπιν στο Ουζμπεκιστάν, στην Τασκένδη, όπου δεκάδες χιλιάδες Έλληνες αντιστασιακοί, μεταξύ αυτών και ο Κώστας, εκπατρίστηκαν μετά τον βομβαρδισμό με ναπάλμ από τους Αμερικανούς στα βουνά Γράμμος και Βίτσι. Συνεχίζοντας θα αναζητήσει τα χνάρια της οικογένειάς του στην Αθήνα, όπου θα βρει απροσδόκητη στήριξη στις περιπετειώδεις έρευνές του, στην Αθήνα και μετά στην Πάρο, που παραλίγο ν’ αποτύχουν.

«Ο Τσώρτσιλ με σκότωσε»: γράφει ο Jean AudouinΕίναι λοιπόν η ιστορία της οικογένειας Παναντόλη, που ξεκινά από το βίαιο ξεριζωμό της από τη Σμύρνη προς την Αθήνα (Νέα Ιωνία) το 1922, με τη συνθήκη της Λωζάνης (24 Ιουλίου 1923), και με μοναδική αποσκευή τον νεογέννητο Κώστα… για να τελειώσει στις 17 Νοέμβρη 2008, ή σχεδόν… Είναι η ιστορία των δυσκολιών της ένταξης αυτών των «γιαουρτοβαφτισμένων» «τουρκομεριτών», την ώρα του χαοτικού ξεκινήματος της Δημοκρατίας με τις ελπίδες που δημιούργησε η Ρωσική Επανάσταση, τις υποσχέσεις της για αλλαγή του κόσμου, τον ενθουσιασμό κάποιων στην ιδέα της συμμετοχής στη δημιουργία του Κομμουνιστικού Κόμματος Ελλάδας (ΚΚΕ), τις απεργίες και τις διαδηλώσεις της δεκαετίας του ’30, έως το καθεστώς της «4ης Αυγούστου» του Μεταξά. Η εξορία του πατέρα του Κώστα στο νησί της Ικαρίας ήταν σκληρό χτύπημα για την οικογένεια, καθώς και η ένταξη του ξαδέλφου του στην ΕΟΝ, κλώνο της χιτλερικής νεολαίας, το αλησμόνητο «ΟΧΙ» του Μεταξά στον Μουσολίνι, η εισβολή και η πανωλεθρία των Ιταλών. Ακολούθησε η γερμανική εισβολή και η προοδευτική εξέλιξη της ένοπλης αντίστασης, που ο Κώστας διηγούταν τα βράδια στον εγγονό του και ιδιαίτερα τη συμμετοχή του στην καταστροφή της γέφυρας του Γοργοπόταμου.

Και μετά, ήταν η «βρετανική εισβολή» με 45.000 άνδρες, που θα επιτρέψει την ικανοποίηση αυτού που έχω ορίσει ως «υπερβάσεις του Τσώρτσιλ», βέβαιου για το δικαίωμά του, του προερχόμενου από τη μακροχρόνια επιρροή του βρετανικού στέμματος σ’ αυτό το έδαφος, και ενισχυμένου από μια «κομμουνιστοφοβία» με το πρόσχημα πιθανής σοβιετικής επιρροής στην Ελλάδα. Θα φτάσει λοιπόν μέχρι την εντολή δολοφονίας, από τη Μυστική Υπηρεσία Πληροφοριών (ΜΙ6), των πρακτόρων της Επιχείρησης Ειδικών Αποστολών (SOE), καθώς θεωρήθηκαν πολύ «κοντά» σε κάποιους αντιστασιακούς, και έως τη στήριξή του στα «Τάγματα Ασφαλείας», τα οργανωμένα από τους συνεργάτες και τους μαφιόζους. Ο Τσώρτσιλ απέσυρε στρατεύματα από το ιταλικό μέτωπο για να μεταφέρει δύναμη 70.000 ανδρών και να προχωρήσει στη συστηματική αφαίμαξη της Ελλάδας, όπως σε μια «κατεχόμενη χώρα» (sic). Αντί λοιπόν να καταδιώξει τους Γερμανούς που οπισθοχωρούσαν τον Οκτώβρη του 1944, ενθάρρυνε (λέγεται ότι προκάλεσε) τους πυροβολισμούς από αστυνομικούς που υποστηρίζονταν από τις βρετανικές δυνάμεις, κατά την πορεία διαμαρτυρίας της 3ης Δεκέμβρη 1944 στην πλατεία Συντάγματος, ουσιαστικό προοίμιο της «Μάχης της Αθήνας». Θα διατάξει το σφυροκόπημα των λαϊκών προαστίων έως την κατάπαυση του πυρός, στις 15 Γενάρη 1945. Θα ακολουθήσει ο «λευκός τρόμος» που θα απαντήσει στον «κόκκινο τρόμο» σε όλη τη διάρκεια του 1946, με το άνοιγμα τον Μάη του πρώτου ελληνικού στρατοπέδου συγκέντρωσης στη Μακρόνησο, σχεδιασμένου σαν «Εθνικό Πανεπιστήμιο επανεκπαίδευσης» κι ενώ τα τελευταία στρατόπεδα έκλειναν στην Ευρώπη. Περισσότεροι από 9.000 άνθρωποι εξορίστηκαν στα νησιά, την ίδια στιγμή που μια ομάδα της Αριστεράς ξανάπαιρνε τα όπλα για έναν «τρίτο εμφύλιο» που δεν θα τέλειωνε παρά το 1949. Και λοιπά, και λοιπά…

Ίσως γνωρίζετε κάποια απ’ αυτά τα γεγονότα. Είναι όλη αυτή η πολεμική και μεταπολεμική περίοδος το αντικείμενο θλιβερών ανακαλύψεων για τον Τεό. Αυτό το βιβλίο είναι λοιπόν η ιστορία μιας οικογένειας που σφραγίστηκε από την Ιστορία (με Ι κεφαλαίο ), είναι όμως και η ιστορία της κατάκτησης από τον Τεό της ταυτότητάς του, της επώδυνης ανακάλυψης των ριζών του και αυτού που κάνει για κάποιους αδύνατη ακόμη τη συμφιλίωση με το παρελθόν.

Έστειλα το χειρόγραφο σε αρκετούς Γάλλους εκδότες και είχα τη χαρά να λάβω θετική απάντηση από τον οίκο L’Harmattan, να το αξιολογήσει ένας θαυμαστής της Ελλάδας και να δηλώσει ότι «θα πρέπει να το διαβάζει κάθε Γάλλος που πηγαίνει στην Ελλάδα». Δυστυχώς το βιβλίο εκδόθηκε ακριβώς πριν τον πρώτο εγκλεισμό και το κλείσιμο των βιβλιοπωλείων ως «μη αναγκαίων». Από εγκλεισμό σε εγκλεισμό η Αγγελική προχώρησε τη μετάφραση, που βρήκε ενδιαφέρουσα ο Έλληνας εκδότης μας, ο Πέτρος Κακολύρης των εκδόσεων Εύμαρος.

Jean Audouin

«Ο Τσώρτσιλ με σκότωσε»: γράφει ο Jean AudouinΗ Αγγελική Παρισσοπούλου για τη μετάφραση του βιβλίου:

«Μάθαμε την ιστορία μας μέσα από τη λογοτεχνία». Είναι μια φράση που ακούμε συχνά. Δείχνει ξεκάθαρα τον τεράστιο ρόλο των λογοτεχνών οι οποίοι δεν δίστασαν, και συνεχίζουν να το κάνουν, να καταγράψουν ιστορικά γεγονότα που δυστυχώς αποσιωπούνταν. Είναι πολλοί οι Έλληνες λογοτέχνες! Υπάρχουν, ωστόσο, και κάποιοι από άλλες χώρες που βρέθηκαν στη Ελλάδα και αφού θαύμασαν την απέραντη ομορφιά της θέλησαν να μελετήσουν και την ιστορία της. Μια ιστορία χιλιάδων χρόνων που δεν μαθαίνεται εύκολα. Υπάρχουν όμως κάποιες πτυχές αυτής της ιστορίας που αφορούν στο πρόσφατο παρελθόν και παραμένουν άγνωστες. Ένας απ’ αυτούς τους λογοτέχνες είναι και ο Ζαν Οντουέν (Jean Audouin), με καταγωγή από τη Γαλλία, ο οποίος αγάπησε την Ελλάδα και αποφάσισε να ερευνήσει μια δύσκολη περίοδο της ιστορίας της. Μέσα λοιπόν από ένα ενδιαφέρον μυθιστόρημα αφηγείται γεγονότα που ξεκίνησαν τον Δεκέμβρη του 1944 (τα Δεκεμβριανά), προχωρά μέχρι τον Εμφύλιο πόλεμο και επικεντρώνεται έντονα στο ρόλο των Άγγλων εκείνη την τραγική περίοδο.

Ήταν τιμή για εμένα που μου ζήτησε να μεταφράσω αυτό το βιβλίο, γιατί γνώριζα τον κόπο που κατέβαλε ερευνώντας τα γεγονότα και βέβαια γιατί τόλμησε να το κάνει παραμερίζοντας κάθε εμπόδιο. Θα είμαι πάντα ευγνώμων.

«Ο Τσώρτσιλ με σκότωσε»: γράφει ο Jean AudouinΟ ΣΥΓΓΡΑΦΕΑΣ

Ο Γάλλος δημοσιογράφος και συγγραφέας Jean Audouin (Ζαν Οντουέν), μετά από πολυετή εμπειρία στον ημερήσιο Tύπο και σε επαγγελματικά περιοδικά, από το 2008 αφιερώνεται στη λογοτεχνία. Από τα πρώτα του μυθιστορήματα καταδεικνύει το πάθος του για την τεκμηριωμένη πληροφόρηση, αναμιγνύοντας στενά τη μυθοπλασία και την πραγματικότητα και εστιάζοντας σε θέματα της επικαιρότητας. Μετά από τα βιβλία του “…Et le monde tremblera” […Και ο κόσμος θα τρέμει] και “Mauvaise foi” [Κακή πίστη] ερευνά, στο τρίτο του μυθιστόρημα, τις σκοτεινές πλευρές της πρόσφατης ελληνικής ιστορίας, παρακινούμενος από το δέσιμό του με τη χώρα μας και ιδιαιτέρως με το νησί της Πάρου όπου ζει πολλούς μήνες τον χρόνο.

Το μυθιστόρημα του Jean Audouin (Ζαν Οντουέν) Ο Τσώρτσιλ με σκότωσε κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Εύμαρος (σελ.: 224, τιμή: €12,00). Τίτλος πρωτοτύπου: Churchill m’a tué.
Φωτογραφία εξωφύλλου: Σπύρος Μελετζής
Φωτογραφικά Αρχεία: ΜΟΥΣΕΙΟ ΜΠΕΝΑΚΗ

“Qu’est-ce qui a incité un étranger à s’intéresser à cette période cachée de l’histoire grecque (1923/1974)?

Mon premier contact avec la Grèce remonte à mes vingt ans, en 1962, une sorte de voyage initiatique avec un copain en 2CV, depuis Paris à travers la Yougoslavie de l’époque jusqu’à Vólos où nous sommes restés scotchés avant de rentrer par les Météores et les gorges du Kotor. Si, comme beaucoup de mes compatriotes, la période des colonels m’a tenu à distance de la Grèce, j’y ai repris des séjours de rêve, notamment à Milos à la fin des années 70. Peu avant de prendre ma retraite, avec mon épouse nous y avons accompagné des amis qui avaient pris goût à l’île de Paros et souhaitaient avec nos conseils y acquérir une maison. Après quelques visites de constructions neuves sans cachets, un coup de foudre commun nous a conduit à acheter ensemble à Lefkès la maison du boulanger. Lors de nos très nombreux et longs séjours, nous y avons peu à peu noué des liens amicaux avec nos voisins, le restaurateur de la place ombragée proche, les petites vieilles dévouées à l’entretien des multiples chapelles, le coiffeur qui partageait l’ouzo avec ses copains au bistrot devant l’église. On tentait d’échanger avec les uns ou les autres, parfois en anglais ou en grec que mon épouse avait commencé à apprendre. Alors que les tavernes bruissaient des conversations enflammées sur le GREXIT, les menaces d’une mise sous tutelle rappelaient curieusement 1897, quand, après l’échec d’une nouvelle guerre contre l’empire Ottoman, la médiation des pays alliés avait conduit à la mise en place à Athènes pour contrôler le budget d’une Commission Financière Internationale composée de représentants britannique, français, allemand, italien et autrichien. Dans le livre, quand l’un des protagonistes apprend cela, il s’exclame “cinq pays, ce n’est pas une ‘troïka’ mais ça y ressemble ! On dirait que l’histoire bégaye“. C’est peut-être ce bégaiement qui m’a incité à me plonger dans l’histoire récente (1923-1974) et à me risquer à faire partager mes découvertes à mes lecteurs. D’autant plus qu’ayant pris ma retraite, j’avais conservé de mon métier de journaliste une insatiable curiosité, une folle attente de réponses aux interrogations qui me titillaient lors de nos rencontres. Pourquoi voyait-on sur certaines tombes du cimetière de Lefkès les photos jaunies de militaires dont les dates de décès ne correspondaient pas à la période où la Grèce se défendait des invasions italiennes et allemandes ? Même les monuments aux morts des villages m’interpellaient. Et pourquoi telle personne âgée faisait-elle un détour pour ne pas passer devant une maison ? Et pourquoi telle autre évitait ce café ? Et pourquoi les livres d’histoire des enfants et étudiants restaient-ils muets sur cette période me confirmaient leurs professeurs ?

J’ai commencé à multiplier mes lectures sur la Grèce dans la deuxième guerre mondiale, écouté quelques récits, découvert sur Internet de très nombreuses informations, notamment en anglais. J’ai ouvert de nombreuses portes, je suis allé chercher les secrets enfouis sous le tapis des non-dit, j’ai recueilli les témoignages douloureux de gens qui avaient vécu ces événements personnellement ou les avaient racontés à leurs enfants et petits-enfants, sans toujours tout dévoiler comme les raisons pour lesquelles ils demeuraient fâchés avec certains voisins …

Au total, une multitude d’histoires que j’ai naturellement tenté de vérifier en les croisant avec des récits trouvés dans la “littérature”. Lorsqu’un très très vieux chauffeur de taxi à Athènes ma résumé sa vie par un “Churchill m’a tué“, j’ai eu envie de partager mes découvertes. Je me suis mis en quête d’une personne qui pourrait m’aider à interviewer des anciens, à déchiffrer des documents. Une presque voisine, Angeliki Parissopoulou, m’a raconté l’histoire de sa famille chassée d’Izmir par les Turcs en 1922. Ce fut le déclic. Fort de l’importante documentation que j’avais amassée et d’une riche bibliographie, j’ai essayé de trouver une façon de rapporter ces histoires m’appuyant sur les témoignages recueillis, de les faire partager à un public français dont les maigres connaissances sur le Grèce se limitent souvent à la mythologie. Je ne prétends pas avoir fait œuvre d’historien mais de journaliste dans un récit volontairement irrespectueux d’une chronologie parfois fastidieuse. J’ai donc préféré bâtir une sorte de ‘polar’, autour d’un jeune franco-grec, Théo, qui cherche à comprendre comment son très cher grand-père grec, Kostas, a pu tomber de la terrasse du septième étage de leur immeuble parisien le 17 novembre 2008 ! Réfutant les thèses d’un accident ou d’un suicide, il s’engagera aussitôt dans une enquête quasi policière à la recherche des mobiles de ce qui ne pouvait être à ses yeux qu’un crime, une vengeance liée à son passé. Cette enquête le conduira à quitter Paris pour un véritable voyage initiatique qui le mènera d’abord à Moscou, puis en Ouzbékistan, à Tachkent où des dizaines de milliers de résistants grecs, dont Kostas, avaient été exfiltrés après le bombardement américain au napalm sur les monts Gramos et Visti. Puis Théo poursuivra sa quête sur les traces de sa famille à Athènes où il bénéficiera d’inattendus soutiens dans des aventures qui ont failli bien mal tourner à Athènes puis à Paros.

C’est donc l’histoire d’une famille, la famille Panantolis qui commence, avec le traité de Lausanne (24 juillet 1923) et son déracinement forcé d’Izmir vers Athènes (Néa Ionia) avec pour tout baluchon le nouveau né Kostas dans son berceau … pour s’achever le 17 novembre 2008, ou presque. C’est l’histoire des difficultés d’intégration de ces ‘yaourtovaptisméni‘ (baptisés au yaourt) à l’heure des débuts chaotiques de la République, des espoirs portées par la révolution russe et ses promesses de changer le monde, de l’excitation de certains à l’idée de participer à la création du Parti communiste de Grèce/KKE, des grèves et manifestations des années 30, jusqu’au “régime du 4 aout 1936” de Metaxás. Cette famille est durement affectée avec la déportation du père de Kostas dans l’ile d’Ikaria, l’enrôlement de son cousin dans l’EON, clone des jeunesses hitlériennes, jusqu’au mémorable “Okhi !” de Metaxás à Mussolini, immédiatement suivi de l’invasion puis la déroute italienne, puis l’invasion allemande et le développement progressif de la résistance avec les faits d’armes que Kostas racontait à son petit-fils à la veillée, notamment sa participation à la destruction du viaduc de Gorgopotamos.

Et puis ce fut ‘l’invasion britannique’ avec 45 000 hommes qui permettra l’épanouissement de ce que j’ai désigné comme “les dérives de Churchill”, sûr de son droit issu des longues influences de la couronne britannique sur ce territoire, renforcée par une ‘communistophobia‘ sous prétexte d’une probable main mise stratégique des soviétiques sur la Grèce. Alors, il ira jusqu’à ordonner l’assassinat par le MI6 des agents du SOE, jugés trop proches de certains résistants, jusqu’à apporter son soutien inconditionnel aux ‘Tagmata Asfalelas‘, ces Bataillons de sécurité composés de collabos et de mafieux. Quelle ne fut ma surprise en découvrant qu’alors même que Von Rundstedt déclenchait son attaque sur les Ardennes, Churchill prélevait des troupes sur le front italien pour porter ses effectifs à 70 000 hommes et mettre le Grèce en coupe réglée comme “un territoire occupé” (sic). Au lieu de poursuivre les Allemands qui se repliaient en octobre 1944, il encouragera (certains vont jusqu’à dire qu’il provoqua) la fusillade par des policiers grecs appuyés par les forces britanniques de la marche de protestation du 3 décembre 1944 sur la place Syntagma, prélude indispensable à la “Bataille d’Athènes”, il ordonnera à la chasse anglaise de mitrailler les quartiers populaires jusqu’au cesser le feu du 15 janvier 1945. Ensuite, la “terreur blanche” répondra à la “terreur rouge” tout au long de 1946 avec l’ouverture en mai à Makronissos du premier camp de concentration grec, conçu comme une “Université nationale de rééducation“, alors que les derniers camps fermaient en Europe. Plus de 9000 personnes furent déportés dans les îles tandis qu’une fraction de la gauche reprenait les armes dans une troisième “guerre civile” qui ne s’achèvera qu’en 1949. Etc, etc, etc.… Si certains de ces événements vous sont peut-être connus, c’est toute cette période de la guerre et de l’après-guerre qui fait l’objet des tristes découvertes de Théo, appuyé par son parrain, Breton de bonne facture et commissaire à la retraite.

Ce livre, c’est donc l’histoire d’une famille marquée par l’Histoire (avec un grand H), mais c’est aussi l’histoire d’une conquête, la conquête par Théo de son identité, la découverte douloureuse de ses racines et de ce qui rend impossible encore pour certains la difficile réconciliation avec le passé.

Après avoir adressé le manuscrit à quelques éditeurs français, j’ai eu la joie de recevoir une réponse rapide et positive des éditions L’Harmattan, accueilli par un fana de la Grèce, emballé par mon livre dont il déclara que “tout Français se rendant en Grèce devrait le lire“. Malheureusement, l’ouvrage est paru juste avant le premier confinement et la fermeture des commerces “non essentiels” dont les librairies. De confinement en confinement, Angeliki s’est attaqué à la traduction de ce Churchill qui a séduit un éditeur grec passionné, Evmaros…

Jean Audouin

Σημείωση: Η στήλη ευχαριστεί θερμά την Αγγελική Παρισσοπούλου και τον εκδότη Πέτρο Κακολύρη για τη μετάφραση και τη φροντίδα του κειμένου που μας έστειλε ο συγγραφέας για την παρουσίαση του βιβλίου.

Όλες οι Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο,  στο ertnews.gr
Διάβασε όλες τις ειδήσεις μας στο Google
Κάνε like στη σελίδα μας στο Facebook
Ακολούθησε μας στο Twitter
Κάνε εγγραφή στο κανάλι μας στο Youtube
Προσοχή! Επιτρέπεται η αναδημοσίευση των πληροφοριών του παραπάνω άρθρου (όχι αυτολεξεί) ή μέρους αυτών μόνο αν:
– Αναφέρεται ως πηγή το ertnews.gr στο σημείο όπου γίνεται η αναφορά.
– Στο τέλος του άρθρου ως Πηγή
– Σε ένα από τα δύο σημεία να υπάρχει ενεργός σύνδεσμος