Το σαμποτάζ στο Κούρνοβο: Ο θάνατος 50 αθώων Ελλήνων πατριωτών και η αποσιώπηση (audio documentary) — Μέρος Α’

Array

Έρευνα: Θωμάς Σίδερης

ΜΕΡΟΣ Α’

Ένα σχετικά άγνωστο ιστορικό γεγονός που αποσιωπήθηκε. Ένα σαμποτάζ στην καρδιά του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου που κόστισε τη ζωή σε 50 αθώους ανθρώπους. Ο γιος ενός θύματος που τον αποχωρίστηκε σε ηλικία τριών χρόνων και αποφάσισε να πιάσει το νήμα της ιστορίας από την αρχή, αφιερώνοντας τη ζωή του στην αναζήτηση της αλήθειας.

Επιχειρησιακό λάθος του ΕΑΜ ή ανθρώπινο λάθος του επικεφαλής των σαμποτέρ; Ποιος σχεδίασε την επιχείρηση και ποιος έδωσε την εντολή για την ανατίναξη; Γιατί το σαμποτάζ στο Κούρνοβο αποσιωπήθηκε από τις επίσημες σελίδες της Εθνικής Αντίστασης; Γιατί αναφέρονται μόνον οι 106 κρατούμενοι, οι περισσότεροι μεταχθέντες από το κολαστήριο της Ακροναυπλίας στο γκέτο της Λάρισας, που εκτελέστηκαν δύο ημέρες μετά, με τη μορφή αντιποίνων, για την πράξη ανατίναξης της σήραγγας του Κουρνόβου;

Σε αυτά και άλλα ερωτήματα, προσπαθεί να απαντήσει το ραδιοφωνικό ντοκιμαντέρ του Πρώτου Προγράμματος της Ελληνικής Ραδιοφωνίας με τίτλο «Το σαμποτάζ στο Κούρνοβο».
Κύριος αφηγητής είναι ο Νικόλαος Τσίτσας, γιος του Κώστα Τσίτσα, δεξιοτέχνη σαντουριέρη από το χωριό Μπράλος του νομού Φθιώτιδας. Ο Κώστας Τσίτσας, κρατούμενος των Ιταλών στις φυλακές Αβέρωφ, βρέθηκε στο λάθος τρένο τη λάθος στιγμή. Μία ανερχόμενη αμαξοστοιχία που ξεκινά από τον Σιδηροδρομικό Σταθμό Αθηνών με αδειούχους Ιταλούς στρατιώτες, Γερμανούς σιδηροδρομικούς και 50 πρώην κρατούμενους των ιταλικών δυνάμεων κατοχής και με ενδιάμεσο προορισμό το γκέτο της Λάρισας. Δύο κατερχόμενες αμαξοστοιχίες της Βέρμαχτ που εκκινούν από τη Θεσσαλονίκη με τελικό προορισμό την Αθήνα. Τα τρένα των ναζί έχουν πάντα προτεραιότητα και ήδη έχουν ξεκινήσει τα δρομολόγια θανάτου στην ελληνική επικράτεια. Ένα σαμποτάζ που δεν θα επιφέρει κανένα απολύτως πλήγμα στους Γερμανούς κατακτητές, που θα οδηγήσει σε φρικτό θάνατο 50 Έλληνες πατριώτες και, στη συνέχεια, στη δολοφονία άλλων 106 Ελλήνων, δύο ημέρες αργότερα, ως αντίποινα.

Η αναζήτηση της αλήθειας σε όσα δεν σκέπασε η σκόνη του χρόνου.

ΣΤΑ ΙΧΝΗ ΤΟΥ ΚΩΣΤΑ ΤΣΙΤΣΑ

Ο Κώστας Τσίτσας ήταν το πέμπτο στη σειρά παιδί, ανάμεσα σε άλλα έξι, του Γιώργου Τσίτσα και γεννήθηκε στον Άνω Μπράλο στη χαραυγή του περασμένου αιώνα (1903). Από πολύ μικρός εργάστηκε σκληρά στα χωράφια μαζί με τα μεγαλύτερα αδέλφια του. Μεγαλώνοντας έμαθε σαντούρι και συνήψε μία σπουδαία φιλία με τον Παναγιώτη Αποστολόπουλο ή Σκαροπαναγιώτη, δεξιοτέχνης στο κλαρίνο, από το κοντινό χωριό Σκαμνός.
Ο Κώστας υπηρέτησε ως φαντάρος στον Μεσοπόλεμο. Όταν επέστρεψε από στρατιώτης, παντρεύτηκε την υφάντρα Μάρθα Κασσιού όπου ο πατέρας της Τριαντάφυλλος είχε πεθάνει από καιρό και εκείνη ζούσε μέσα στη φτώχεια στην κάτω γειτονιά του Μπράλου. Ο Κώστας και η Μάρθα απέκτησαν τρία παιδιά, δύο αγόρια και ένα κορίτσι.
Η αντίστροφη μέτρηση για τη ζωή του Κώστα θα αρχίσει από ένα φαινομενικά τυχαίο γεγονός κατά τη διάρκεια της ιταλικής κατοχής. Κάποια μέρα θα εντοπίσει στον δρόμο για τον Σκαμνό ένα περίστροφο και θα το πάρει μαζί του παρά τις αντιρρήσεις του αδελφού του, Τάσου. Ο ίδιος δεν θα κρατήσει ως μυστικό την ύπαρξη του όπλου. Μάλιστα, το πιστόλι δανείστηκε για κάμποσο καιρό και ο ξάδελφος της Μάρθας, Νίκος Κασσιός, που υπηρετούσε ως υπαξιωματικός στη Χωροφυλακής Αγίας Μαρίνας, ένα παραθαλάσσιο χωριό της Φθιώτιδας.

Τον Φεβρουάριο του 1943, η υπόθεση της οπλοκατοχής θα πάρει μία παράξενη τροπή όταν ένα μικρό απόσπασμα Ιταλών θα φτάσει στο σπίτι του Κώστα Τσίτσα μαζί με έναν –άγνωστο για τους ντόπιους- πληροφοριοδότη τους που είχε επιδέσμους στο αριστερό μάτι του. Η υπόλοιπη οικογένεια θα βρει καταφύγιο στο σπίτι της Σταθούς Σπυροπαναγιώταινας, επιστήθιας φίλης της Μάρθας και ο Κώστας θα μείνει πια μόνος με τους Ιταλούς στρατιώτες που θα στήσουν μία πρόχειρη όσο και γελοία αναπαράσταση με τον πληροφοριοδότη, τάχα τραυματισμένο από το πιστόλι που είχε στην κατοχή του ο Κώστας.
Οι Ιταλοί θα μείνουν ως αργά στο σπίτι, θα φάνε και θα πιούνε, αλλά ο Κώστας θα παραμείνει εκεί, να τους πηγαίνει κρασί και να τους τηγανίζει αυγά με πασπαλά (παστό χοιρινό κρέας), επιδεικνύοντας άγνοια κινδύνου στην επικείμενη σύλληψή του. Παρότι θα μπορούσε να τρέξει και να εξαφανιστεί στους λόφους του χωριού, έμεινε εκεί, υπηρετώντας τους σχεδόν μεθυσμένους στρατιώτες. Μετά από ώρες και ενώ η νύχτα έπεφτε στον Μπράλο, θα τους παραδώσει το πιστόλι, οι στρατιώτες θα τον συλλάβουν και αρχικά θα μεταφέρουν στον κοντινό Σκαμνό. Στη συνέχεια, ο Κώστας θα μεταφερθεί στην Αθήνα και δικαστεί από Ιταλικό στρατοδικείο για οπλοκατοχή και οπλοχρησία, άγνωστο για πόσο. Θα μεταφερθεί στις φυλακές Αβέρωφ και θα παραμείνει εκεί μέχρι το μεσημέρι της 31ης Μαΐου 1943.

Το σαμποτάζ στο Κούρνοβο: Ο θάνατος 50 αθώων Ελλήνων πατριωτών και η αποσιώπηση (audio documentary) — Μέρος Α’
Ο ΚΩΣΤΑΣ ΤΣΙΤΣΑΣ ΜΕ ΤΙΣ ΑΔΕΛΦΕΣ ΤΟΥ ΓΙΑΝΝΟΥΛΑ, ΦΩΤΕΙΝΗ ΚΑΙ ΒΑΣΙΛΙΚΗ, ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ ΤΟΥ 1925

Το όνομα του Κώστα Τσίτσα βρίσκεται ανάμεσα στα ονόματα των συνολικά 410 Ελλήνων πατριωτών που ήταν κρατούμενοι στις φυλακές Αβέρωφ την περίοδο από 25/12/1942 έως και 25/12/1943 (Α. Φλούντζης, 1987, σ. 113-118).

Ο ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΟΔΟΤΗΣ, Ο ΚΑΤΑΔΟΤΗΣ ΚΑΙ Ο ΣΤΡΑΤΟΔΙΚΗΣ

Σύμφωνα με τον γιο του Κώστα Τσίτσα, Νίκο, δεν βρέθηκε ποτέ η καταδικαστική απόφαση του ιταλικού στρατοδικείου σε βάρος του πατέρα του. Ο ίδιος αναφέρει στο ERTNEWS την πληροφορία ότι ο άγνωστος πληροφοριοδότης εκτελέστηκε λίγο αργότερα από τους ίδιους τους Ιταλούς στην κοντινή στον Μπράλο κωμόπολη της Τιθορέας.
Ποιος όμως κατέδωσε στους Ιταλούς τον Κώστα Τσίτσα;
Στα στόματα των συγχωριανών του υπήρχαν διάφορες εκδοχές. Άλλοι υποστήριζαν ότι ο καταδότης ήταν ο Π. Σ. ίσως επειδή το σκηνικό της κακοστημένης αναπαράστασης έλαβε χώρα έξω από το σπίτι του και το μαγαζί του. Άλλοι έδειχναν τον υπαξιωματικό της χωροφυλακής Νίκο Κασσιό που χρησιμοποίησε το τεκμήριο επί μακρόν, παρά τη φιλία που συνέδεε τους δύο άντρες επί χρόνια. Μία τρίτη άποψη ήθελε ως καταδότη τον γείτονα Γ. Κ., ο οποίος ήταν και στενός συγγενής της γυναίκας του Κώστα, Μάρθας. Αλλά, ο καταδότης όσο και η πράξη του θα ξεθωριάσουν μέσα στον χρόνο.

Το σαμποτάζ στο Κούρνοβο: Ο θάνατος 50 αθώων Ελλήνων πατριωτών και η αποσιώπηση (audio documentary) — Μέρος Α’

Στην περίπτωση του Κώστα Τσίτσα, όποιος και αν ήταν ο καταδότης, η τύχη δεν ήταν καθόλου με το μέρος του. Παρότι, στο στρατοδικείο υπηρετούσε ο Ταγματάρχης Ενρίκο Περικόνε, με καταγωγή από το Παλέρμο της Ιταλίας, ο οποίος μάλλον δεν ανήκε στον στενό κύκλο των φασιστών αξιωματικών. Σύμφωνα με τον Κωνσταντίνο Κουκκίδη («Η δικαιοσύνη τους – Γερμανικά και Ιταλικά στρατοδικεία, οργάνωση, δίκες και παρασκήνιο, 1946), ο Περικόνε ήταν «αντιφασίστας, νοιαζόταν πολύ για ό,τι θα μπορούσε να ελαφρώση τη θέσι των κατηγορουμένων και έδειχνε πως ήξαιρε να κινήται μέσα στα ήθη και έθιμά μας με γνώσι και συμπάθεια». Ο Περρικόνε είχε μπει στο στόχαστρο της ιταλικής αντικατασκοπείας γιατί, σύμφωνα με τον Κουκκίδη, «με τον δικηγόρο Βασίλη Κοσμά έβγαζαν όλο αθωωτικές αποφάσεις».

Σε ανακοίνωση του «Στρατιωτικού Διοικητή Ελλάδος», που δημοσιεύθηκε στην εφημερδία «ΠΡΩΪΑ» (φ. 28/10/1943) αναφέρεται ότι με διαταγή του ίδιου απολύθηκαν από τις πρώην ιταλικές φυλακές Αθηνών 878 Έλληνες εγκάθειρκτοι. Είχε προηγηθεί η απόλυση άλλων 3.000 Ελλήνων κρατουμένων αφότου ο Περρικόνε έκαψε τους φακέλους τους.
Ο Κώστας Τσίτσας θα ήταν ανάμεσά τους, αν δεν είχε μεταφερθεί σε εκείνο το τρένο που σταμάτησε μια και για πάντα στο Κούρνοβο.

Ακούστε το ραδιοφωνικό ντοκιμαντέρ του Πρώτου Προγράμματος:

Η συνέχεια της έρευνας θα δημοσιευτεί στο ERTNEWS την Πέμπτη 17/6/2021.

Όλες οι Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο,  στο ertnews.gr
Διάβασε όλες τις ειδήσεις μας στο Google
Κάνε like στη σελίδα μας στο Facebook
Ακολούθησε μας στο Twitter
Κάνε εγγραφή στο κανάλι μας στο Youtube
Προσοχή! Επιτρέπεται η αναδημοσίευση των πληροφοριών του παραπάνω άρθρου (όχι αυτολεξεί) ή μέρους αυτών μόνο αν:
– Αναφέρεται ως πηγή το ertnews.gr στο σημείο όπου γίνεται η αναφορά.
– Στο τέλος του άρθρου ως Πηγή
– Σε ένα από τα δύο σημεία να υπάρχει ενεργός σύνδεσμος