Η ατζέντα της επίσκεψης Νετανιάχου που είναι σε εξέλιξη στις ΗΠΑ, οι προτεραιότητες της διακυβέρνησης Τραμπ στην ευρύτερη Μέση Ανατολή και η πορεία των διαπραγματεύσεων για επίτευξη εκεχειρίας στη Γάζα ήταν μερικά από τα θέματα που συζήτησε στη σημερινή καθημερινή ειδησεογραφική εκπομπή «Ναι μεν, αλλά…» του Πρώτου Προγράμματος 91,6 και 105,8 της ΕΡΤ και με την δημοσιογράφο Ευαγγελία Μπαλτατζή, ο επισκέπτης καθηγητής διεθνών σχέσεων του Παντείου Πανεπιστημίου, ερευνητής του ΕΛΙΑΜΕΠ και του κυπριακού Ινστιτούτου Μελετών Πολιτικής και Δημοκρατίας (ΙΜΠΔ), Γαβριήλ Χαρίτος, που είναι εγκατεστημένος στην Ιερουσαλήμ.
Οι επιδιώξεις Νετανιάχου, ενόψει των διμερών επαφών ΗΠΑ-Ιράν
Το ιρανικό πυρηνικό πρόγραμμα και η φερόμενη επικείμενη ανανέωση των διμερών επαφών ΗΠΑ-Ιράν, βρέθηκαν στο επίκεντρο του χθεσινοβραδινού γεύματος εργασίας των Τραμπ και Νετανιάχου. Όπως επεσήμανε ο κ. Χαρίτος, η αμερικανική πλευρά έχει ήδη έτοιμες συγκεκριμένες εναλλακτικές προτάσεις που προτίθεται να προτείνει στην κυβέρνηση της Τεχεράνης. Ωστόσο, η διακυβέρνηση Τραμπ επιθυμεί να εξασφαλίσει την ισραηλινή συγκατάθεση για ορισμένες πτυχές των προτάσεων που πρόκειται να προβληθούν στους Ιρανούς συνομιλητές των Αμερικανών. Από ισραηλινής πλευράς, ωστόσο, ο κ. Χαρίτος εξέφρασε την εκτίμηση ότι θα τεθεί εκ νέου, πέραν του ελέγχου του πυρηνικού προγράμματος, και το ζήτημα των βαλλιστικών δυνατοτήτων του Ιράν – ένα ζήτημα, το οποίο, παρά τις επίμονες ισραηλινές προσπάθειες, εν τέλει δεν εκδηλώθηκε σχετικό ενδιαφέρον ούτε από τις διακυβερνήσεις Ομπάμα και Μπάιντεν, ούτε και από την πρώτη θητεία Τραμπ. Το νέο στοιχείο που θα προβάλουν οι Ισραηλινοί είναι το δεδομένο ότι κατά τον πρόσφατο «Πόλεμο των 12 Ημερών» μεταξύ Ισραήλ και Ιράν, οι επιπτώσεις που έγιναν αισθητές στην ισραηλινή πλευρά ήταν οι δυνατότητες των ιρανικών βαλλιστικών επιθέσεων, προέκταση των οποίων αποτελούν οι συνεχιζόμενες βαλλιστικές επιθέσεις των ανταρτών Χούθι της Υεμένης. Αποτιμώντας τον απόηχο της πρόσφατης πολεμικής σύγκρουσης Ισραήλ-Ιράν, ο Γαβριήλ Χαρίτος είπε ότι «αμφότερες οι πλευρές ένιωσαν τις αδυναμίες τους», συμπληρώνοντας ότι τόσο η κυβέρνηση Νετανιάχου, όσο και η κυβέρνηση Πεζεσκιάν επιχειρούν να διαχειριστούν σε επικοινωνιακό επίπεδο τις επιτυχίες τους προκειμένου να αυξήσουν το γόητρό τους στην εσωτερική κοινή γνώμη. Από την άλλη, είναι γεγονός ότι αμφότερες οι χώρες αισθάνονται ευάλωτες από τα πλήγματα που δέχθηκαν, με τις Ηνωμένες Πολιτείες να έχουν αποφασίσει να παρέμβουν όχι επειδή αποσκοπούσαν στην ανάδειξη ενός τελικού απόλυτου νικητή, αλλά κυρίως για να αποφευχθεί το ενδεχόμενο να καταστεί η όλη κατάσταση εκτός ελέγχου. Πάντως, όπως τόνισε ο κ. Χαρίτος, το νέο στοιχείο που προέκυψε από τις χθεσινές δηλώσεις Τραμπ κατά την έναρξη τη συνάντησής του με τον Νετανιάχου, ήταν ότι το Ιράν είναι πιο πρόθυμο πλέον να ανανεώσει τον διάλογο με τις ΗΠΑ, χωρίς ωστόσο να αναφέρει πότε και πού ακριβώς θα αρχίσουν ξανά οι διμερείς επαφές – παρότι κατά τις προηγούμενες μέρες μεταδίδονται επίμονες δημοσιογραφικές διαρροές που έκαναν λόγο για επανέναρξη των επαφών ΗΠΑ-Ιράν την ερχόμενη εβδομάδα στην Νορβηγία.
Γιατί πάντα αποτυγχάνουν οι διαπραγματεύσεις για εκεχειρία στη Γάζα
Όσον αφορά τις διαπραγματεύσεις για επίτευξη εκεχειρίας στη Γάζα, ο κ. Χαρίτος ανέφερε ότι συνεχίζονται στο Κατάρ, παρότι μέχρι νωρίς χθες το απόγευμα οι ενδείξεις ήταν ότι μάλλον οι επαφές οδεύουν ξανά σε αδιέξοδο. Απαντώντας στο ερώτημα γιατί κάθε φορά αποτυγχάνουν οι διαπραγματευτικές προσπάθειες, ο κ. Χαρίτος απάντησε ότι το κύριο αναπάντητο ερώτημα παραμένει ποια θα είναι η διακυβέρνηση της Γάζας «της επόμενης μέρας» και κυρίως, ποια θα είναι η τύχη της ηγετικής ομάδας της Χαμάς, η οποία εξ αρχής έχει τεθεί στο τραπέζι το ενδεχόμενο την ανάγκης να εξοριστεί σε τρίτη χώρα ή ακόμα σε περισσότερες. Όσο δεν βρίσκεται μία επαρκής απάντηση σε αυτό το ερώτημα, το ουσιαστικό αποτέλεσμα των αλλεπάλληλων συμφωνιών εκεχειρίας (και όχι μίας και οριστικής κατάπαυσης του πυρός) είναι η σταδιακή απελευθέρωση Ισραηλινών ομήρων – γεγονός που αυξάνει το γόητρο της ισραηλινής κυβέρνησης στο εσωτερικό -, και παράλληλα η απαλευθέρωση Παλαιστινίων κρατουμένων από τις ισραηλινές φυλακές – γεγονός που, επίσης, αυξάνει το γόητρο της Χαμάς στην παλαιστινιακή κοινωνία και σε ισλαμιστικούς παράγοντες που την υποστηρίζουν στις υπόλοιπες αραβικές και μουσουλμανικές χώρες -. Όσον αφορά την πορεία των διαπραγματεύσεων στην Ντόχα, φαίνεται ότι θα συνεχίζονται καθ’ όσον χρόνο θα διαρκεί η επίσκεψη Νετανιάχου στις ΗΠΑ. Μάλιστα, ο κ. Χαρίτος τόνισε ότι έχει καταστεί σαφές από ισραηλινούς παράγοντες ότι εάν τελικά οι διαπραγματεύσεις καταλήξουν σε συμφωνία εκεχειρίας, είναι βέβαιο ότι οι Τραμπ και Νετανιάχου θα ξανασυναντηθούν ξανά. Δεν αποκλείεται, μάλιστα, η διάρκεια της επίσκεψης Νετανιάχου στις ΗΠΑ να παραταθεί χρονικά – κάτι που έχει συμβεί κατά το παρελθόν΄- και πέραν της Πέμπτης (10/7), που είναι η προγραμματισμένη τελευταία μέρα της επίσκεψής του.
Διακυβέρνηση Τραμπ: Δύσκολο εγχείρημα να «μιλάς» με όλους
Σε γενικότερο επίπεδο, ο Γαβριήλ Χαρίτος επεσήμανε ότι η θεώρηση των ΗΠΑ είναι διαφορετική από εκείνην των ηγετών των κρατών της περιοχής. Οι ΗΠΑ «βλέπουν» τη Μέση Ανατολή ως μία «ενιαία περιοχή» επειδή ακριβώς, πλέον, ο Λευκός Οίκος «μιλάει» με όλους ανεξαιρέτως τους περιφερειακούς παίκτες, συμπεριλαμβανομένων πλέον και του Ιράν, αλλά και της «νέας Συρίας». Αντιθέτως, η θεώρηση του Ισραήλ, αλλά και των υπολοίπων χωρών της περιοχής, είναι επικεντρωμένη στα στενά εθνικά/καθεστωτικά συμφέροντα, που καλούνται να προασπίσουν. Αυτή άλλωστε είναι και η βασική δυσκολία της διακυβέρνησης Τραμπ, η οποία καλείται να ικανοποιήσει – έστω εν μέρει – τους πάντες, μιας και «μιλάει» πια με όλους, απαλλαγμένη από τα στεγανά του παρελθόντος. Και η παρούσα κατάσταση, όσο ‘θετική’ κι αν ακούγεται, δεν είναι απαραίτητα ευκολότερη ως προς την διαχείρισή της. Ισχύει μάλλον το αντίθετο.Υπ’ αυτήν την θεώρηση, οι ΗΠΑ καλούνται να διαχειριστούν με ιδιαίτερη προσοχή τις σχέσεις τους κάθε μία από τις χώρες της περιοχής.
«Προσωρινός» ή «Μεταβατικός» ο Σύρος Πρόεδρος Αλ-Σάραα;
Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα της Συρίας. Η διακυβέρνηση Τραμπ θέλει πλέον ξεκάθαρα να «νομιμοποιήσει» το νέο καθεστώς της Δαμασκού, ενθαρρύνοντας τον Άχμαντ Αλ-Σάραα να εξομαλύνει τις σχέσεις της χώρας του με το Ισραήλ. Από την άλλη όμως, ο Αλ-Σάραα καλείται ουσιαστικά να άρει τις απαιτήσεις της χώρας του για ανάκτηση των Υψωμάτων του Γκολάν που τελούν υπό ισραηλινό έλεγχο από το 1967 και ο ίδιος ο Τραμπ κατά την πρώτη του θητεία αναγνώρισε ότι τα Γκολάν αποτελούν ισραηλινό έδαφος. Εάν όμως, ο Αλ-Σάραα αποδεχθεί κάτι τέτοιο, κινδυνεύει να στρέψει εναντίον του πολιτικούς παράγοντες που αυτή τη στιγμή πρόσκεινται σε αυτόν. Ο κ. Χαρίτος, θέλοντας να τονίσει την δύσκολη θέση στην οποίαν βρίσκεται ο Σύρος ηγέτης, επεσήμανε ότι θα ήταν ορθότερο να αποκαλείται «προσωρινός Πρόεδρος της Συρίας» και όχι «μεταβατικός», καθότι ο δεύτερος χαρακτηρισμός θέτει ως δεδομένη την «συνέχεια» του καθεστώτος που επέβαλε. Αντιθέτως, όταν η Ουάσιγκτον του θέτει ένα τέτοιο δίλημμα – όπως και πολλά άλλα παρεπόμενα -, η μακροημέρευσή του στην εξουσία κάθε άλλο παρά δεδομένη μπορεί να θεωρηθεί. Αντίστοιχες δυσκολίες έχει μεταθέσει η διακυβέρνηση Τραμπ και στον Πρόεδρο του Λιβάνου, Ζοζέφ Αούν, όπου και στην περίπτωση της υποχρέωσης αφοπλισμού της Χεζμπολάχ εκ μέρους του τακτικού λιβανικού στρατού, τίθενται στην Βηρυτό ανάλογα ‘υπαρξιακά’ διλήμματα.
Η θέση της Τουρκίας
Τέλος, αναφερόμενος στην θέση της Τουρκίας στο ευμετάβλητο περιβάλλον της σημερινής Μέσης Ανατολής, ο κ. Χαρίτος επεσήμανε ότι η βασική της διαφορά έναντι άλλων περιφερειακών παικτών συνίσταται στην ιδιότητα του κράτους-μέλους του ΝΑΤΟ. Παράλληλα, υπενθύμισε ότι η αυξημένη επιρροή της Τουρκίας στην «νέα Συρία» δεν θα μπορούσε να καταστεί γεγονός εάν δεν επέτρεπαν κάτι τέτοιο τόσο η Ουάσιγκτον ως επίσης και η Μόσχα. Από την άλλη, ο Γαβριήλ Χαρίτος σημείωσε ένα δεδομένο, το οποίο γενικά έχει παραβλεφθεί: Από τη στιγμή που κατέστη πλέον γνωστό ότι Συρία και Ισραήλ πραγματοποιούν παρασκηνιακές επαφές με στόχο την εξομάλυνση των διμερών τους σχέσεων, η Άγκυρα δεν αντιδρά, ούτε εκφράζει επικριτικές θέσεις. Παρότι φαίνεται αρχικά παράδοξη αυτή η στάση, ο κ. Χαρίτος επεσήμανε ότι, όπως πρόσφατα έχει ανακοινωθεί επισήμως από τον Λευκό Οίκο, οι βάσεις για την δρομολόγηση μίας ενδεχόμενης «εξομάλυνσης» των σχέσεων Συρίας-Ισραήλ είχαν τεθεί κατά την κατ’ ιδίαν συνάντηση που είχαν στο Ριάντ τον περασμένο Μάιο ο Ντόναλντ Τραμπ και ο Σύρος ηγέτης Άχμαντ Αλ-Σάραα, στο πλαίσιο της περιοδείας του Αμερικανού Προέδρου στις χώρες του Κόλπου. Στη συνάντηση εκείνη, εκτός από τον ισχυρό άνδρα της Σαουδικής Αραβίας, Μοχάμαντ Μπιν Σαλμάν, συμμετείχε με τηλεδιάσκεψη και ο Τούρκος Πρόεδρος Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν – γεγονός που εξηγεί ξεκάθαρα την τουρκική σιωπή (και ευελιξία) ως προς το ανοικτό κανάλι επικοινωνίας ανάμεσα στο νέο καθεστώς της Δαμασκού και το Ισραήλ.
Κάνε like στη σελίδα μας στο Facebook
Ακολούθησε μας στο Twitter
Κάνε εγγραφή στο κανάλι μας στο Youtube
Γίνε μέλος στο κανάλι μας στο Viber
– Αναφέρεται ως πηγή το ertnews.gr στο σημείο όπου γίνεται η αναφορά.
– Στο τέλος του άρθρου ως Πηγή
– Σε ένα από τα δύο σημεία να υπάρχει ενεργός σύνδεσμος