«Ασπίδα» προστασίας αποτελούν για την ελληνική οικονομία, τα ταμειακά διαθέσιμα των 30,6 δισ. ευρώ που διαθέτει η χώρα μας- σε συνδυασμό με τις περιορισμένες δανειακές ανάγκες του 2023-, εν μέσω κλυδωνισμών και εκτεταμένης αβεβαιότητας στις αγορές χρήματος, λόγω των διεθνών αρνητικών πολιτικοοικονομικών εξελίξεων με αιχμή τον πόλεμο στην Ουκρανία.
Μπορεί τα ταμειακά διαθέσιμα να περιορίστηκαν κοντά στα 30,6 δισ. ευρώ στο τέλος του 2022 (από περίπου 37,8 δισ. ευρώ τον περασμένο Σεπτέμβριο), αλλά παραμένουν σε υψηλά επίπεδα διευκολύνοντας τα μέγιστα τη δανεική πολιτική του Οργανισμού Διαχείρισης Δημοσίου Χρέους (ΟΔΔΗΧ).
Αξίζει να σημειωθεί ότι στο τέλος κάθε έτους, τα ταμειακά διαθέσιμα περιορίζονται. Από 38 δισ. ευρώ τον Ιούνιο του 2019 σε 31,1 δισ. ευρώ τον Δεκέμβριο του ίδιου έτους και από 38,5 δισ. ευρώ τον Σεπτέμβριο του 2021 σε 31,6 δισ. ευρώ τον Δεκέμβριο του 2021. Κρίσιμη παράμετρος η δυνατότητα αναπλήρωσής τους στη συνέχεια.
Το 2023, σύμφωνα με τη στρατηγική που ανακοίνωσε ο Οργανισμός Διαχείρισης Δημοσίου Χρέους, ο πήχης του δανεισμού μπαίνει σαφώς πιο χαμηλά σε σχέση με φέτος. Οι συνθήκες δανεισμού έχουν δυσκολέψει στις αγορές, ενώ η αβεβαιότητα στη σκιά του πολέμου στην Ουκρανία σε συνδυασμό με την ενεργειακή κρίση και την έκρηξη του πληθωρισμού «ναρκοθετούν» το πεδίο.
Το τρέχον έτος σχεδιάζεται άντληση «φρέσκου» χρήματος 7 δισ. ευρώ από τις αγορές μετά από τον περιορισμό των εκδόσεων στα 8,3 δισ. ευρώ πέρυσι όταν το βασικό σενάριο προέβλεπε 12 δισ. ευρώ.
Από το καλοκαίρι και εντεύθεν οι εκδόσεις ομολόγων αντικαταστάθηκαν από επανεκδόσεις και δημοπρασίες καθώς το κόστος δανεισμού δοκίμαζε διαρκώς υψηλότερα επίπεδα, όχι μόνο στην Ελλάδα αλλά και στην ευρωζώνη και τον κόσμο.
Το κόστος δανεισμού εφέτος, προβλέπεται πως θα αυξηθεί περαιτέρω, καθώς το βασικό επιτόκιο της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας από 2%, εκτιμάται ότι θα βρεθεί ακόμα και στο 3% τον ερχόμενο Μάρτιο… ελέω πληθωρισμού. Η επάνοδος του πληθωρισμού στο 2% θα απαιτήσει χρόνο έως το 2025 με τα σημερινά δεδομένα εκτός και εάν σταματήσει ο πόλεμος στην Ουκρανία.
Με αυτά τα δεδομένα, ο ΟΔΔΗΧ διαβεβαιώνει την επενδυτική κοινότητα πως η Ελλάδα παραμένει προσηλωμένη στη δημοσιονομική σταθερότητα, αν και πολλά θα εξαρτηθούν από τις πολιτικές εξελίξεις (εκλογές γαρ) του τρέχοντος έτους.
Σε κάθε περίπτωση, τα ταμειακά διαθέσιμα των 30,6 δισ. ευρώ συνεχίζουν να λειτουργούν ως «ασπίδα» προστασίας της ελληνικής οικονομίας από τους κραδασμούς και την εκτεταμένη αβεβαιότητα των αγορών δεδομένου ότι αρκούν για να καλύψουν τις μικτές ετήσιες χρηματοδοτικές ανάγκες της χώρας σε ορίζοντα τριών ετών.
Από την περασμένη Άνοιξη βρισκόμαστε σε έναν ανοδικό κύκλο επιτοκίων δανεισμού είτε πρόκειται για τραπεζικό δανεισμό είτε για κρατικό. Το χρήμα έγινε ακριβότερο.
Τούτο επιβεβαιώθηκε και στη χθεσινή δημοπρασία εντόκων γραμματίων τρίμηνης διάρκειας του Ελληνικού Δημοσίου.
Η απόδοση «τσίμπησε» στο 2,18% από 1,79% που ήταν στην προηγούμενη δημοπρασία στις 2 Νοεμβρίου 2022.
Όσον αφορά στον τραπεζικό δανεισμό και τις καταθέσεις, και τον περασμένο Νοέμβριο, παρέμεινε η «ψαλίδα» (4,53%) μεταξύ των επιτοκίων χορηγήσεων και αυτών των αποταμιεύσεων.
Σύμφωνα με τα στοιχεία που ανακοίνωσε η Τράπεζα της Ελλάδος, τον υπό εξέταση μήνα, τα μέσα σταθμισμένα επιτόκια των νέων καταθέσεων και δανείων διαμορφώθηκαν στο 0,06% και 4,89% αντίστοιχα.
Σχεδόν αμετάβλητο στο 0,05% παρέμεινε το μέσο σταθμισμένο επιτόκιο του συνόλου των υφιστάμενων καταθέσεων, ενώ το μέσο σταθμισμένο επιτόκιο των υφιστάμενων δανείων αυξήθηκε στο 4,58%, με αποτέλεσμα να υπάρχει μια διαφορά 4,53 εκατοστιαίων μονάδων.
Έχει ενδιαφέρον να δούμε την πορεία των επιτοκίων χορηγήσεων μέσα σε ένα τρίμηνο. Από 3,95% τον Σεπτέμβριο «σκαρφάλωσαν» στο 4,27% τον Οκτώβριο και στο 4,58% τον Νοέμβριο.
Στον αντίποδα τα επιτόκια καταθέσεων παρέμειναν ουσιαστικά «παγωμένα». 0,04% τον Σεπτέμβριο, 0,04% τον Οκτώβριο και 0,05% τον Νοέμβριο.
Συνεπώς αντί να κλείνει η «ψαλίδα» μεταξύ των δύο επιτοκίων διευρύνθηκε από το 3,91%, στο 4,23% και τον Νοέμβριο στο 4,23%.
Ειδικά για τα στεγαστικά δάνεια να πούμε ότι το μέσο επιτόκιο στα υφιστάμενα υπόλοιπα με διάρκεια άνω των 5 ετών αυξήθηκε κατά 39 μονάδες βάσης (0,39% δηλαδή) και διαμορφώθηκε στο 3,41%.
Ορισμένες τράπεζες από τον περασμένο μήνα άρχισαν να «τσιμπάνε» τα επιτόκια των καταθέσεων αλλά σε καμιά περίπτωση δεν περιορίζεται σε λογικά περιθώρια η διαφορά μεταξύ των δύο επιτοκίων.
Ρεπορτάζ: Κώστας Τσάβαλος
Πηγή: ΕΡΤ
Κάνε like στη σελίδα μας στο Facebook
Ακολούθησε μας στο Twitter
Κάνε εγγραφή στο κανάλι μας στο Youtube
Γίνε μέλος στο κανάλι μας στο Viber
– Αναφέρεται ως πηγή το ertnews.gr στο σημείο όπου γίνεται η αναφορά.
– Στο τέλος του άρθρου ως Πηγή
– Σε ένα από τα δύο σημεία να υπάρχει ενεργός σύνδεσμος