Προσχέδιο προϋπολογισμού: Αβεβαιότητες λόγω καυσίμων και επιτοκίων

Array

Η πορεία των τιμών των καυσίμων και οι αυξήσεις των επιτοκίων είναι δύο από τους αστάθμητους παράγοντες που προκαλούν αβεβαιότητα, όσον αφορά στην επίτευξη των στόχων του νέου προϋπολογισμού, σύμφωνα με το Γραφείο Προϋπολογισμού του Κράτους στη Βουλή (ΓΠΚΒ).

Στην έκθεσή του για το προσχέδιο του προϋπολογισμού που κατατέθηκε την πρώτη Δευτέρα του Οκτωβρίου στη Βουλή, το ΓΠΚΒ σημειώνει ότι υπάρχει μεγάλη αβεβαιότητα όσον αφορά στην προβλεπόμενη άνοδο της ιδιωτικής κατανάλωσης κατά 1,3%, των επενδύσεων κατά 16% και των εξαγωγών 1,8%.

«…και οι τρεις συνιστώσες μπορεί να επηρεαστούν αρνητικά από την ενδεχόμενη συρρίκνωση του διαθέσιμου εισοδήματος, την περαιτέρω αύξηση των επιτοκίων δανεισμού και τις πιθανές απώλειες αγοραστικής δύναμης στους εμπορικούς εταίρους, είτε λόγω επιβράδυνσης/ύφεσης είτε λόγω πληθωρισμού», υπογραμμίζει.

Συνολικά ωστόσο θεωρεί σχετικά «ασφαλή» την επίτευξη του φετινού δημοσιονομικού στόχου. Σύμφωνα με τις κυριότερες επισημάνσεις του ΓΠΚΒ:

  • Τα δημοσιονομικά στοιχεία του Προσχεδίου διαπιστώνουν μια ιδιαίτερα βελτιωμένη εικόνα για το τρέχον έτος, σε σχέση με το προηγούμενο, και προβλέπουν περαιτέρω βελτίωση για το 2023.
    Το πρωτογενές έλλειμμα του 2022 εκτιμάται σε 3,6 δισ. ευρώ (1,7% ΑΕΠ) και είναι αισθητά βελτιωμένο σε σχέση με το 2021 (9,1 δισ. ευρώ ή 5% ΑΕΠ). Η βελτίωση αυτή εκτιμάται σε 5,5 δισ. ή 3,3 μονάδες ΑΕΠ.
    Για το 2023 ο στόχος είναι πρωτογενές πλεόνασμα 1,6 δισ. (0,87% του ΑΕΠ) που αντιστοιχεί σε επιπλέον βελτίωση, σε σχέση με το τρέχον έτος της τάξης των 5,2 δισ. (2,4 μονάδες ΑΕΠ).
  • Οι φόροι (μετά την αφαίρεση των επιστροφών) αυξήθηκαν κατά 5,5 δισ. φέτος και προβλέπεται να αυξηθούν κατά 1,5 ακόμα δισ. του χρόνου, εξαιτίας της αύξησης του ονομαστικού ΑΕΠ (δηλαδή του συνδυασμού πραγματικής μεγέθυνσης και αυξημένων τιμών).
    Στις δαπάνες, η βασική αιτία της φετινής δημοσιονομικής βελτίωσης ήταν η μείωση των μεταβιβάσεων του κρατικού προϋπολογισμού (εκτός γενικής κυβέρνησης) κατά 3,9 δισ. κυρίως λόγω του τερματισμού των ειδικών μέτρων της πανδημίας.
    Η αναμενόμενη βελτίωση του 2023 θα προέλθει από τη μείωση των αγορών αγαθών, υπηρεσιών και πάγιων περιουσιακών στοιχείων κατά 2,25 δισ. κυρίως εξαιτίας των αυξημένων φυσικών παραλαβών αμυντικού εξοπλισμού του τρέχοντος έτους που μειώνουν ανάλογα τις παραλαβές του επόμενου (0,7% ΑΕΠ) που αντιστοιχεί σε επιπλέον βελτίωση, σε σχέση με το τρέχον έτος, της τάξης των 5,2 δισ. (2,4 μονάδες ΑΕΠ).
  • Πιο σημαντικός, είναι ο κίνδυνος από υψηλότερες του αναμενόμενου αυξήσεις στις τιμές των καυσίμων και του ηλεκτρικού ρεύματος που θα εντείνουν τις ανάγκες εισοδηματικών ενισχύσεων σε νοικοκυριά και επιχειρήσεις. Μια τέτοια εξέλιξη θα μπορούσε να ανατρέψει τις σχετικές προβλέψεις δαπανών και να επιδεινώσει το δημοσιονομικό αποτέλεσμα.
  • Σ’ αυτή την περίπτωση, θα πρέπει να υπάρχει ετοιμότητα ώστε, εάν προκύψουν πρόσθετες ανάγκες δαπανών πλέον του 1 δισ. ευρώ του ειδικού αποθεματικού, να ληφθούν αντισταθμιστικά μέτρα που θα διασφαλίζουν τον δημοσιονομικό στόχο. Τέτοια μέτρα μπορούν είτε να είναι γενικά, όπως μια μείωση δαπανών ή αύξηση εσόδων σε άλλες κατηγορίες, είτε ειδικά στην αγορά ενέργειας, όπως μια αύξηση της φορολογίας των κερδοφόρων επιχειρήσεων ή, ισοδύναμα, μια μείωση στο πλαφόν της χονδρικής αγοράς ηλεκτρικού ρεύματος.
  • Ο υψηλός πληθωρισμός ναι μεν λειτουργεί και ευνοϊκά, τόσο στα δημόσια έσοδα όσο και στη βιωσιμότητα του δημόσιου χρέους, ωστόσο, η ανοδική πορεία των επιτοκίων θα μπορούσε να αυξήσει σημαντικά το κόστος δανεισμού του Ελληνικού Δημοσίου και να δυσχεράνει την υλοποίηση της συνεχούς εκδοτικής παρουσίας στις διεθνείς αγορές κεφαλαίων.

Ρεπορτάζ: Κώστας Τσάβαλος

Όλες οι Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο,  στο ertnews.gr
Διάβασε όλες τις ειδήσεις μας στο Google
Κάνε like στη σελίδα μας στο Facebook
Ακολούθησε μας στο Twitter
Κάνε εγγραφή στο κανάλι μας στο Youtube
Προσοχή! Επιτρέπεται η αναδημοσίευση των πληροφοριών του παραπάνω άρθρου (όχι αυτολεξεί) ή μέρους αυτών μόνο αν:
– Αναφέρεται ως πηγή το ertnews.gr στο σημείο όπου γίνεται η αναφορά.
– Στο τέλος του άρθρου ως Πηγή
– Σε ένα από τα δύο σημεία να υπάρχει ενεργός σύνδεσμος