Από την έναρξη της εισβολής της στην Ουκρανία τον Φεβρουάριο του 2022, η Ρωσία έχει αντιμετωπίσει πολλαπλούς γύρους δυτικών οικονομικών κυρώσεων και περιορισμών, που έχουν προκαλέσει σοβαρά, αλλά όχι ανυπέρβλητα πλήγματα στην γιγαντιαία βιομηχανία πετρελαίου και φυσικού αερίου της χώρας, στερώντας μεν από τη Μόσχα ζωτικά έσοδα, αλλά και αναδιαμορφώνοντας τις παγκόσμιες αγορές ενέργειας.
Το ρωσικό φυσικό αέριο αντιπροσωπεύει πλέον μόλις το 18% των ευρωπαϊκών εισαγωγών, από 45% το 2021, ενώ οι εισαγωγές πετρελαίου της Ένωσης από τη Ρωσία έχουν μειωθεί στο 3% από περίπου 30% κατά τη διάρκεια της προηγούμενης περιόδου. Η Ευρωπαϊκή Ένωση σχεδιάζει να καταργήσει πλήρως την εξάρτηση από τη ρωσική ενέργεια έως το 2027.
Στον αντίποδα, η Ινδία αύξησε το μερίδιό της σε ρωσικό αργό πετρέλαιο στο 38% των συνολικών εισαγωγών από 16% το 2021, ενώ η Κίνα και η Τουρκία έχουν επίσης αυξήσει σημαντικά τις αγορές ρωσικού πετρελαίου.
Ο πόλεμος στην Ουκρανία έχει αφήσει πίσω του πάνω από ένα εκατομμύριο νεκρούς ή τραυματίες, επομένως η ολοκλήρωσή του θα ήταν ευπρόσδεκτη από όλον τον κόσμο. Ωστόσο, οι αγορές ενέργειας δεν είναι πιθανό να καταγράψουν μεγάλη αντίδραση, εκτός εάν υπάρξει πλήρης κατάπαυση του πυρός μαζί με την άρση όλων των κυρώσεων των ΗΠΑ και της Ευρώπης.
Όμως αυτό το σενάριο μοιάζει μακρινό.
Με τα σημερινά δεδομένα, οι αγορές πετρελαίου και φυσικού αερίου είναι απίθανο να κλονιστούν, όποιο και αν είναι το αποτέλεσμα των πρωτοβουλιών του Αμερικανού προέδρου.
Η πλήρης ειρήνη στην Ουκρανία παραμένει εξαιρετικά απίθανη. Η φαινομενική υποστήριξη πλέον του Τραμπ προς μια συνολική διευθέτηση, αντί για μια κατάπαυση του πυρός, έχει διευρύνει το χάσμα μεταξύ της Ουάσινγκτον και των ευρωπαϊκών χωρών, ενώ ταυτόχρονα, η πρότασή του για εγγυήσεις ασφαλείας για την Ουκρανία είναι πιθανό να αντιμετωπίσει αντίσταση από τη Μόσχα.
Με άλλα λόγια, δεν διαφαίνεται σύντομα μια πλήρης εξομάλυνση των σχέσεων μεταξύ Ρωσίας και Δύσης.
Ο Τραμπ θα μπορούσε να πιέσει τον Ζελένσκι να αποδεχτεί μια προσωρινή ή μερική παύση των εχθροπραξιών. Αλλά ακόμη και τότε, είναι απίθανο η Ευρώπη να επαναλάβει τις εισαγωγές ρωσικής ενέργειας όσο ο Πούτιν παραμένει στην εξουσία.
Πριν από το 2022, η Ευρώπη αντιπροσώπευε σχεδόν το ήμισυ των εξαγωγών πετρελαίου της Ρωσίας, ύψους 4,7 εκατομμυρίων βαρελιών την ημέρα, και το 75% των εξαγωγών φυσικού αερίου, σύμφωνα με την Υπηρεσία Πληροφοριών Ενέργειας των ΗΠΑ.
Η κυβέρνηση Τραμπ θα μπορούσε να επιχειρήσει να χαλαρώσει ορισμένες κυρώσεις μονομερώς, αλλά αυτό θα μπορούσε να αντιμετωπίσει αντιδράσεις στο Κογκρέσο, εκτός εάν επιτευχθεί μια ευρεία ειρηνευτική συμφωνία.
Το πιο πιθανό σενάριο – δηλαδή, να μην υπάρξει συνολική συμφωνία – επίσης δεν προβλέπεται να έχει σημαντικό αντίκτυπο στις αγορές ενέργειας.
Οι ΗΠΑ θα μπορούσαν να αυστηροποιήσουν τις κυρώσεις, ιδίως στοχεύοντας τους αγοραστές ρωσικής ενέργειας, όπως έχει ήδη απειλήσει ο Τραμπ.
Ωστόσο, ο πρόεδρος των ΗΠΑ δήλωσε την Παρασκευή ότι θα καθυστερήσει τις λεγόμενες «δευτερεύουσες κυρώσεις» κατά της Κίνας λόγω των συνομιλιών με τον Πούτιν, που τις χαρακτήρισε «επιτυχημένες».
Η Ινδία βέβαια αντιμετωπίζει ήδη δευτερογενείς δασμούς για τις αγορές πετρελαίου από τη Ρωσία και ο νέος δασμός, που θα τεθεί σε ισχύ στις 27 Αυγούστου, θα αυξήσει τους συνολικούς δασμούς στις ινδικές εισαγωγές στο 50%.
Αλλά παρόλο που οι Ινδοί αγοραστές φαίνεται ήδη να μειώνουν τις αγορές ρωσικού πετρελαίου, ο αντίκτυπος στις παγκόσμιες προμήθειες ήταν ελάχιστος, καθώς η Κίνα αύξησε την εισροή ρωσικού αργού πετρελαίου.
Το Πεκίνο τελικά έχει πολύ μεγαλύτερο ειδικό βάρος σε αυτή την ιστορία και είναι απίθανο να περιορίσει σημαντικά τις εισαγωγές ρωσικού πετρελαίου, κυρίως επειδή θεωρεί τη σχέση του με τη Μόσχα στρατηγική.
Οι Κινέζοι και Ρώσοι παραγωγοί, διυλιστήρια και έμποροι πετρελαίου έχουν ήδη δημιουργήσει ένα εκτεταμένο δίκτυο δεξαμενόπλοιων και ασφαλιστών για να παρακάμψουν τις δυτικές κυρώσεις όχι μόνο κατά της Ρωσίας, αλλά και της Βενεζουέλας και του Ιράν.
Επιπλέον, οι αμερικανικοί δασμοί σε κινεζικά προϊόντα ανέρχονται ήδη κατά μέσο όρο στο 55%. Πρόσθετοι δασμοί θα μπορούσαν να αυξήσουν το κόστος για τους Αμερικανούς καταναλωτές και το Πεκίνο θα μπορούσε να λάβει αντίποινα, ενδεχομένως περιορίζοντας τις εξαγωγές σε σπάνιες γαίες ή άλλα κρίσιμα ορυκτά. Ο Τραμπ θέλει να το αποφύγει αυτό και το Πεκίνο το γνωρίζει πολύ καλά.
Εν ολίγοις, ο Τραμπ δεν φαίνεται να έχει διάθεση για κυρώσεις, και ακόμη και αν τις αυστηροποιούσε, αυτό πιθανότατα δεν θα επηρέαζε ουσιαστικά την ικανότητα της Κίνας να εισάγει πετρέλαιο.
Το κρίσιμο σημείο είναι ότι οι αγορές πετρελαίου και φυσικού αερίου φαίνεται να εισέρχονται σε μια περίοδο υπερπροσφοράς, πράγμα που σημαίνει ότι οποιαδήποτε πιθανή διαταραχή στις ρωσικές ποσότητες μπορεί εύκολα να αντισταθμιστεί.
Οι παγκόσμιες αγορές υγροποιημένου φυσικού αερίου (LNG) επεκτείνονται επίσης ραγδαία, με νέα προσφορά να έρχεται σε λειτουργία τα επόμενα χρόνια στις ΗΠΑ, το Κατάρ, τον Καναδά και αλλού. Η δυναμικότητα LNG προβλέπεται να αυξηθεί από 500 εκατομμύρια τόνους ετησίως το 2024 σε 800 εκατομμύρια έως το 2030, σύμφωνα με τον Διεθνή Οργανισμό Ενέργειας.
Ενώ η εξωτερική πολιτική του Τραμπ παραμένει απρόβλεπτη, μερικά πράγματα φαίνονται σαφή. Ίσως να μην μπορεί, όπως ισχυρίστηκε κάποτε, να τερματίσει τον πόλεμο στην Ουκρανία σε μια μέρα, όμως ό,τι καταφέρει να κάνει είναι απίθανο να έχει σημαντικό αντίκτυπο στις αγορές πετρελαίου και φυσικού αερίου.
Πηγή: Reuters
Κάνε like στη σελίδα μας στο Facebook
Ακολούθησε μας στο Twitter
Κάνε εγγραφή στο κανάλι μας στο Youtube
Γίνε μέλος στο κανάλι μας στο Viber
– Αναφέρεται ως πηγή το ertnews.gr στο σημείο όπου γίνεται η αναφορά.
– Στο τέλος του άρθρου ως Πηγή
– Σε ένα από τα δύο σημεία να υπάρχει ενεργός σύνδεσμος