Πριν από 60 χρόνια, ο πρώην πρόεδρος της Γαλλίας Σαρλ ντε Γκωλ αναρωτιόταν «πώς μπορεί κάποιος να κυβερνήσει μια χώρα που έχει 246 ποικιλίες τυριών;». Σήμερα η απάντηση φαίνεται να είναι «κανείς».
Άλλη μια κυβέρνηση στο Παρίσι βρίσκεται στα πρόθυρα της πτώσης, καθώς μοιάζει απίθανο να εξασφαλίσει σήμερα Δευτέρα (8/9) ψήφο εμπιστοσύνης ο πρωθυπουργός Φρανσουά Μπαϊρού: ο συνασπισμός που υποστηρίζει τον Εμανουέλ Μακρόν δεν έχει την πλειοψηφία στο κοινοβούλιο και τα κόμματα της αντιπολίτευσης, από την άκρα δεξιά μέχρι την άκρα αριστερά, έχουν προαναγγείλει πως θα καταψηφίσουν.
Αν επιβεβαιωθούν τα προγνωστικά, ο Μπαϊρού θα είναι ο τέταρτος πρωθυπουργός που αποχωρεί μέσα σε μόλις 20 μήνες, αφήνοντας τον πρόεδρο της χώρας Εμανουέλ Μακρόν πιο αδύναμο από ποτέ.
Η κυβέρνηση προκήρυξε την ψηφοφορία σε μια προσπάθεια να προωθήσει ένα μη δημοφιλές σχέδιο εξοικονόμησης 44 δισεκατομμυρίων ευρώ που περιλαμβάνει την κατάργηση δύο αργιών και το πάγωμα των δαπανών .
Λέει ότι είναι θέμα «εθνικής επιβίωσης», προειδοποιώντας ότι η χώρα πρέπει να ελέγξει το αυξανόμενο χρέος της, καθώς «για 20 χρόνια, κάθε ώρα που περνά, το χρέος αυξάνεται κατά 12 εκατομμύρια ευρώ».
Αυτά μπορεί να είναι ανησυχητικά λόγια που αποσκοπούν στο να ωθήσουν τις διχασμένες πολιτικές τάξεις της χώρας σε επείγουσα δράση, παρόλο που η μεταρρύθμιση του προϋπολογισμού ήταν ακριβώς αυτό που έριξε τον προκάτοχό του Μπαϊρού, τον Μισέλ Μπαρνιέ. Ο επικεφαλής διαπραγματευτής της ΕΕ για το Brexit, ο οποίος κράτησε το μπλοκ ενωμένο μετά την απόφαση της Βρετανίας να αποχωρήσει από την Ένωση το 2016, άντεξε μόνο τρεις μήνες ως πρωθυπουργός, αποτυγχάνοντας να ανέβει το πολύ πιο απότομο βουνό του να πείσει τους Γάλλους να αποδεχτούν σαρωτικές περικοπές δαπανών.
Καθώς η Γαλλία βυθίζεται όλο και περισσότερο στην πολιτική αστάθεια, το κόστος δανεισμού της αυξάνεται. Οι αποδόσεις των δεκαετών ομολόγων έχουν αυξηθεί πάνω από εκείνες της Ισπανίας, της Πορτογαλίας και της Ελλάδας και τώρα πλησιάζουν εκείνες της Ιταλίας. Μια οικονομία υπό αυξανόμενη πίεση και σε αντίθεση με την εικόνα του Ευρωπαίου ισχυρού άνδρα που επιδίωξε να προβάλει ο Μακρόν.
Η τρέχουσα αστάθεια μπορεί να εντοπιστεί στη δραματική απόφαση του Μακρόν να προκηρύξει πρόωρες εκλογές πέρυσι. Ενοχλημένος από την επιτυχία του ακροδεξιού Εθνικού Συναγερμού στις ευρωπαϊκές εκλογές του Μαΐου 2024, ο Γάλλος πρόεδρος προχώρησε σε κοινοβουλευτικές εκλογές, όπου το κόμμα του έχασε έδρες από την δεξιά και την αριστερά, αφήνοντας τη Γαλλία με μια διχασμένη Εθνοσυνέλευση.
Ο ιστορικός στόχος της Πέμπτης Γαλλικής Δημοκρατίας όμως δεν ήταν αυτός. Όταν ιδρύθηκε από τον πρόεδρο Ντε Γκωλ το 1958, είχε σχεδιαστεί για να τερματίσει τη χρόνια αστάθεια που μάστιζε την Τρίτη και την Τέταρτη Δημοκρατία της Γαλλίας στις αρχές του 20ού αιώνα.
Το νέο σύνταγμα έδινε ευρείες εξουσίες στην εκτελεστική εξουσία και καθιέρωσε ένα πλειοψηφικό σύστημα για την αποφυγή βραχύβιων κυβερνήσεων. Ως αποτέλεσμα, για δεκαετίες, δύο κυρίαρχα κόμματα εναλλάσσονταν στην εξουσία.
Ο Μακρόν ανέτρεψε αυτή την τάξη το 2017, καθώς έγινε ο πρώτος πρόεδρος που εκλέχθηκε χωρίς την υποστήριξη κανενός από τα δύο κύρια καθιερωμένα πολιτικά κόμματα. Επανεκλεγείς το 2022, σύντομα έχασε την κοινοβουλευτική του πλειοψηφία καθώς οι ψηφοφόροι στράφηκαν προς τα άκρα. Ακολούθησαν δύο χρόνια εύθραυστης διακυβέρνησης, με τον Μακρόν να αναγκάζεται επανειλημμένα να επικαλείται το Άρθρο 49.3 του Συντάγματος, προωθώντας νομοθεσίες χωρίς διαδικασία ψήφου, προς αυξανόμενη δυσαρέσκεια των βουλευτών της αντιπολίτευσης και μεγάλου μέρους του γαλλικού κοινού.
Αν ο Μπαϊρού δεν καταφέρει να πάρει την ψήφο εμπιστοσύνης, που είναι το πιο πιθανό, η πίεση στον Μακρόν να παραιτηθεί θα ενταθεί, αν και έχει δεσμευτεί να εκτίσει τη θητεία του μέχρι το τέλος. Η ακροδεξιά αρχηγός Μαρίν Λεπέν απαιτεί να διαλυθεί η βουλή, αλλά οι νέες εκλογές σχεδόν σίγουρα θα ενδυνάμωναν το κόμμα της και θα διασπούσαν περαιτέρω το κοινοβούλιο. Ένας άλλος δρόμος για τον Μακρόν θα ήταν να διορίσει μια υπηρεσιακή κυβέρνηση, ενώ παράλληλα θα εξέταζε τις επιλογές του για τη διάδοχη κατάσταση στην πρωθυπουργία της χώρας, με τον υπουργό Ενόπλων Δυνάμεων Σεμπαστιάν Λεκόρνου και τον υπουργό Δικαιοσύνης Ζεράλντ Νταρμανέν να είναι μεταξύ των επικρατέστερων για αυτό που πιθανότατα θα είναι ένα πικρό ποτήρι.
Το μεγαλύτερο πρόβλημα είναι ότι μετά από τρεις αποτυχημένους κεντρώους πρωθυπουργούς, τα κόμματα της αντιπολίτευσης δεν έχουν καμία διάθεση να δώσουν ακόμη μια ευκαιρία σε οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο. Μια άλλη επιλογή θα ήταν να οριστεί ένας πρωθυπουργός από άλλη πολιτική οικογένεια, αλλά μια επιλογή από τη δεξιά θα μπλοκαριζόταν από την αριστερά, και αντίστροφα.
Το πολιτικό κλίμα σε κάθε περίπτωση είναι ζοφερό. Σε περίπτωση νέων πρόωρων βουλευτικών εκλογών, πρόσφατη δημοσκόπηση της Elabe δείχνει ότι ο ακροδεξιός Εθνικός Συναγερμός θα αναδειχθεί πρώτος, με την αριστερά να έρχεται δεύτερη και το κέντρο να ακολουθεί από απόσταση στην τρίτη θέση.
Πολλοί βλέπουν ότι τελικά η ακροδεξιά θα αναλάβει την εξουσία – αν όχι τώρα, τότε στις επόμενες προεδρικές εκλογές το 2027, αλλά με ελάχιστες προσδοκίες ότι αυτό θα έλυνε το πρόβλημα. Η εμπιστοσύνη στην πολιτική τάξη έχει καταρρεύσει και η οργή αναμένεται να ξεχυθεί στους δρόμους στις 10 Σεπτεμβρίου με πανεθνικές διαμαρτυρίες υπό το σύνθημα «Μπλοκάρουμε τα πάντα» (Bloquons tout).
Όλα αυτά συμβαίνουν τη χειρότερη δυνατή στιγμή, με τους πολέμους να μαίνονται στην Ουκρανία και τη Μέση Ανατολή. Η αστάθεια στο Παρίσι είναι ένα δώρο τόσο για τον Ρώσο πρόεδρο Βλαντίμιρ Πούτιν, όσο και για τον Αμερικανό ομόλογό του Ντόναλντ Τραμπ, οι οποίοι μοιράζονται την ίδια ευχαρίστηση να χλευάζουν τις αδυναμίες της Ευρώπης.
Ο Ντομινίκ Μοΐζι, ανώτερος αναλυτής της δεξαμενής σκέψης Institut Montaigne με έδρα το Παρίσι, λέει ότι δεν μπορεί να θυμηθεί άλλη στιγμή με τόσο βαθύ αδιέξοδο και τα διάρκεια της Πέμπτης Δημοκρατίας.
«Ο Ντε Γκωλ επέζησε από απόπειρες δολοφονίας, υπήρξε ο πόλεμος της Αλγερίας, ο Μάης του 1968… Όμως σήμερα η Γαλλία είναι απογοητευμένη, έξαλλη και γεμάτη μίσος προς την ελίτ», δήλωσε στο CNN, προσθέτοντας ότι «φαίνεται σαν να είναι αναπόφευκτη μια αλλαγή καθεστώτος, ωστόσο δεν μπορώ να καταλάβω πώς θα συμβεί αυτό και ποιος θα κάνει τη δουλειά. Βρισκόμαστε σε μια φάση μετάβασης μεταξύ ενός συστήματος που πλέον δεν λειτουργεί και ενός συστήματος που κανείς δεν μπορεί να φανταστεί».
Παρά τη γκρίνια του για τα τυριά, ο Ντε Γκωλ ήταν ο πρόεδρος που εγκαινίασε μια περίοδο σχετικής σταθερότητας το 1958 στη Γαλλία με την έναρξη της Πέμπτης Δημοκρατίας. Το ερώτημα τώρα είναι αν ο Μακρόν θα είναι ο πρόεδρος που θα την τερματίσει.
Πηγή: CNN
Κάνε like στη σελίδα μας στο Facebook
Ακολούθησε μας στο Twitter
Κάνε εγγραφή στο κανάλι μας στο Youtube
Γίνε μέλος στο κανάλι μας στο Viber
– Αναφέρεται ως πηγή το ertnews.gr στο σημείο όπου γίνεται η αναφορά.
– Στο τέλος του άρθρου ως Πηγή
– Σε ένα από τα δύο σημεία να υπάρχει ενεργός σύνδεσμος