Τα συν και πλην της συμφωνίας και το τέλος των ψευδαισθήσεων

Του Γιώργου Χ. Παπαγεωργίου

Είναι δύσκολο να εκτιμηθεί εάν η απόφαση του Eurogroup για την αξιολόγηση και το χρέος είναι καλή ή κακή, διότι με τους συσχετισμούς που επικρατούν σήμερα στην ευρωζώνη… καλές αποφάσεις δεν είναι εφικτές.

Υπάρχουν μόνο «αναγκαίες», «αποδεκτές», «καλύτερες από ότι περιμέναμε» ή «μη χειρότερες» αποφάσεις.

Καλή απόφαση για την Ελλάδα θα ήταν εκείνη που θα προέβλεπε ένα μεγάλο πρόγραμμα επενδύσεων για να «ξυπνήσει» η οικονομία καθώς και ένα σημαντικό κούρεμα του δημοσίου χρέους.

Καλή απόφαση θα ήταν εκείνη που θα αναγνώριζε τις ευθύνες της ευρωζώνης για τα αδιέξοδα προγράμματα που εφαρμόστηκαν και για τα λάθη που έγιναν τα τελευταία χρόνια καθώς και το γεγονός ότι οι Έλληνες πολίτες σήκωσαν μεγάλα βάρη το 2010 για να διασωθεί το ευρωπαϊκό τραπεζικό σύστημα.

Ασφαλώς, τέτοιες καλές αποφάσεις δεν υπήρξαν και ούτε είναι ρεαλιστικό να ελπίζουμε ότι μπορεί να ληφθούν κάποια στιγμή στο ορατό μέλλον.

Οι ψευδαισθήσεις διαλύθηκαν μέσα στον τελευταίο ενάμιση χρόνο, καθώς το ευρωδιευθυντήριο επεδίωξε -και κατάφερε- να δείξει σε όλη την Ευρώπη ότι δεν θα επιτρέψει να αμφισβητηθεί η συντηρητική οικονομική ορθοδοξία και η γερμανική ηγεμονία και ότι είναι έτοιμο να ρισκάρει τη διάλυση του ευρώ προκειμένου να το πετύχει.

Τα κριτήρια, επομένως, είναι κατά πόσον οι αποφάσεις δημιουργούν θετικές προοπτικές για την οικονομία, εάν είναι οι καλύτερες δυνατές ή θα μπορούσε να έχει επιτευχθεί καλύτερο αποτέλεσμα και, εν τέλει, αν υπήρχε εναλλακτική.

Η απόφαση του Eurogroup για κλείσιμο της πρώτης αξιολόγησης δίνει το περιθώριο να εισρεύσουν κεφάλαια για την εξόφληση οφειλών του Δημοσίου προς προμηθευτές, οπότε κάποια από τα χρήματα αυτά θα ανακυκλωθούν στην πραγματική οικονομία. Υπάρχουν, βέβαια, προαπαιτούμενα και πρόσθετες απαιτήσεις των δανειστών.

Επίσης, ανάβει το πράσινο φως για πρόσθετη στήριξη της ρευστότητας από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα.

Οι εξελίξεις αυτές θα επιδράσουν θετικά, αλλά από μόνες τους δεν αρκούν.

Θα πρέπει επιτέλους να ξεδιπλωθούν παρεμβάσεις -τις οποίες η κυβέρνηση υπόσχεται ήδη από την εποχή που ήταν αντιπολίτευση- για την αναπτυξιακή επανεκκίνηση και την παραγωγική ανασυγκρότηση.

Τo Eurogroup έλαβε επίσης αποφάσεις για το ελληνικό δημόσιο χρέος οι οποίες ασφαλώς δεν λύνουν το πρόβλημα και εμπεριέχουν αρκετές αβεβαιότητες, αλλά δίνουν το μήνυμα ότι η ευρωζώνη είναι αποφασισμένη να το διαχειριστεί και να το θέσει υπό έλεγχο.

Πρόκειται στην ουσία για μια πολιτική απόφαση, η οποία έχει στόχο να δώσει το μήνυμα στην διεθνή κοινή γνώμη ότι η κατάσταση στην Ελλάδα ομαλοποιείται και να αποτρέψει μια ανοιχτή σύγκρουση μεταξύ ευρωζώνης και ΔΝΤ που θα οδηγούσε σε αποχώρηση του τελευταίου από το ελληνικό πρόγραμμα.

Τελική επιδίωξη των δανειστών είναι να μπορέσει η Ελλάδα να δανειστεί ξανά εκδίδοντας ομόλογα και έτσι σταδιακά να χρηματοδοτείται μόνη της, ώστε να εξοφλεί τις υποχρεώσεις της έναντι των δανειστών.

Ναι μεν δεν πέρασε η άποψη του ΔΝΤ για μεγάλη ελάφρυνση «εδώ και τώρα», αλλά ούτε και η θέση Σόιμπλε να μείνει ανοιχτό το ζήτημα και να επανεξεταστεί στο μέλλον.

Μένει να φανεί εάν τελικά το διοικητικό συμβούλιο του ΔΝΤ θα εγκρίνει τη χρηματοδότηση του ελληνικού προγράμματος, οπότε το Ταμείο θα παραμείνει ως ενεργός παίκτης συμμετέχοντας στις επόμενες αξιολογήσεις, κάτι που θέλει η Γερμανία για πολιτικούς λόγους.

Οι παρεμβάσεις που προβλέπονται είναι συγκεκριμένες και εφόσον τελικά υλοποιηθούν μπορούν να κάνουν το ελληνικό χρέος διαχειρίσιμο, χωρίς βέβαια αυτό να αναιρεί το γεγονός ότι το δανειακό βάρος θα μείνει στην πλάτη της χώρας για πολλές δεκαετίες.

Όλες οι ουσιαστικές αποφάσεις για επιμήκυνση των δανείων θα ληφθούν μετά το 2018, εφόσον έχει ολοκληρωθεί το πρόγραμμα.

Θα πρέπει, βέβαια, η Ελλάδα να υλοποιεί τις δεσμεύσεις της και να συμμορφώνεται με τις απαιτήσεις των προγραμμάτων, ενώ θα υπάρχει ο διαρκής έλεγχος του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας (ESM).

Όλα αυτά σημαίνουν ότι η διαχείριση του χρέους θα είναι ένα εργαλείο μόνιμης εποπτείας της ελληνικής οικονομίας από τους δανειστές.

Τα βραχυπρόθεσμα μέτρα που θα λάβει ο ESM θα οδηγήσουν σε μείωση του κόστους εξυπηρέτησης του χρέους σε βάθος χρόνου, βελτιώνοντας τους υπολογισμούς για την ανάλυση βιωσιμότητας, κάτι που θα διευκολύνει και το ΔΝΤ να εγκρίνει τη συμμετοχή του στο πρόγραμμα.

Τον ίδιο σκοπό εξυπηρετεί και η προοπτική εξαγοράς των δανείων του ΔΝΤ από τον ESM, ενδεχομένως μετά το 2018, αφού η προοπτική αυτή αποτελεί μια εγγύηση για το Ταμείο, καθώς με τον τρόπο αυτό θα μειωθεί το χρηματοδοτικό του ρίσκο.

Το μεγάλο στοίχημα είναι εάν το συνολικό πλαίσιο των αποφάσεων θα οδηγήσει σε ομαλοποίηση της κατάστασης και βελτίωση του οικονομικού κλίματος, ώστε να αρχίσει και πάλι να κινείται.

Όλες οι Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο,  στο ertnews.gr
Διάβασε όλες τις ειδήσεις μας στο Google
Κάνε like στη σελίδα μας στο Facebook
Ακολούθησε μας στο Twitter
Κάνε εγγραφή στο κανάλι μας στο Youtube
Γίνε μέλος στο κανάλι μας στο Viber

Προσοχή! Επιτρέπεται η αναδημοσίευση των πληροφοριών του παραπάνω άρθρου (όχι αυτολεξεί) ή μέρους αυτών μόνο αν:
– Αναφέρεται ως πηγή το ertnews.gr στο σημείο όπου γίνεται η αναφορά.
– Στο τέλος του άρθρου ως Πηγή
– Σε ένα από τα δύο σημεία να υπάρχει ενεργός σύνδεσμος