Εντυπωσιάζουν τα πρώτα ευρήματα που παρουσιάζει η μεγαλύτερη ενδεχομένως πανελλαδική έρευνα Διάγνωσης Αναγκών Εργασίας που έτρεξε η Palmos Analysis με πρωτοβουλία του Ινστιτούτου της Κεντρικής Ένωσης Επιμελητηρίων με την υποστήριξη και του υπουργείου Ανάπτυξης.
Πρόκειται ουσιαστικά για μια μεγάλη απόπειρα πρωτογενούς καταγραφής των αναγκών της αγοράς εργασίας στην Ελλάδα, σύμφωνα με τον διευθυντή ερευνών της Palmos Analysis, Πασχάλη Τεμεκενίδη ο οποίος μιλώντας στο Πρώτο Πρόγραμμα 91,6 και 105,8 και στην εκπομπή «Zoi.gr» με την Χριστίνα Βίδου, κατέδειξε τα πιο βασικά συμπεράσματα της έρευνας.
Αυτό που έγινε στην ουσία, σημείωσε, είναι πως σε πανελλαδικό επίπεδο, οι επιχειρήσεις ερωτήθηκαν απευθείας τι ανάγκες έχουν σε προσωπικό, τόσο αριθμητικά όσο και ποιοτικά. Η διαδικασία καταγραφής ξεκίνησε τον Φεβρουάριο, κράτησε 2,5 μήνες και τώρα ο τεράστιος όγκος δεδομένων που συλλέχθηκε αξιοποιείται τόσο σε εθνικό όσο και σε περιφερειακό επίπεδο, καθώς υπάρχουν μεγάλες διαφοροποιήσεις. «Άλλο μείγμα οικονομικής δραστηριότητας έχει για παράδειγμα η Κρήτη και άλλο μίγμα έχει η Αττική, άλλο μίγμα έχει η Κεντρική Μακεδονία. Άρα λοιπόν είναι πολύ σημαντικό και για τον κρατικό μηχανισμό και για την κυβέρνηση και για τους φορείς που παίρνουν αποφάσεις, που σχεδιάζουν πολιτικές να έχουν δεδομένα και με βάση τη γεωγραφική περιοχή, να έχουν δηλαδή τις τοπικές ανάγκες και να σχεδιάσουν στοχευμένες πολιτικές» επισήμανε ο κ. Τεμεκενίδης.
Το κυριότερο ζητούμενο ήταν, ποιες ειδικότητες, σε ποιους τομείς, σε ποιους κλάδους εργασίας έχουν ανάγκη αυτή τη στιγμή, προκειμένου να στελεχωθούν, να δραστηριοποιηθούν και να κάνουν καλύτερα τη δουλειά τους.
«Μιλάμε για επιχειρήσεις οι οποίες έχουν τουλάχιστον έναν εργαζόμενο με εξαρτημένη σχέση εργασίας. Άρα λοιπόν δεν μιλάμε για επιχειρήσεις ατομικές, μιλάμε για επιχειρήσεις οι οποίες προσλαμβάνουν, γιατί αυτές είναι που βγαίνουν στην αγορά εργασίας και ζητάνε προσωπικό. Άρα λοιπόν μιλάμε για επιχειρήσεις οι οποίες έχουν τουλάχιστον ένα εργαζόμενο. Και στο σύνολο αυτών των επιχειρήσεων μια στις τρεις, το 37% δηλώνει ότι υπάρχουν κενές θέσεις σήμερα στην επιχείρηση. Είναι πολύ μεγάλο ποσοστό για να το κάνω και ποσοτικό, αυτό σημαίνει ότι με βάση τον αριθμό των επιχειρήσεων όπως τον έχουμε καταγεγραμμένο από το σύστημα ΕΡΓΑΝΗ και με βάση τα στοιχεία αυτής της έρευνας, εκτιμούμε ότι αυτή τη στιγμή στην Ελλάδα υπάρχουν, με βάση τις δηλώσεις των επιχειρήσεων, 260.000 κενές θέσεις εργασίας στις ελληνικές επιχειρήσεις. Είναι ένα πολύ μεγάλο νούμερο. Δεν σημαίνει αυτό ότι αυτές οι κενές θέσεις, είναι θέσεις τις οποίες οι επιχειρήσεις σκοπεύουν άμεσα να καλύψουν. Σε μεγάλο ποσοστό, 80% δηλώνουν ότι θέλουν να τις καλύψουν άμεσα αλλά αυτό έχει να κάνει και με άλλους παράγοντες. Και εδώ νομίζω ότι θα μπούμε και στα πιο ενδιαφέροντα ζητήματα αυτής της έρευνας. Για παράδειγμα, αμέσως μετά, ρωτάμε τις επιχειρήσεις ποιος ο λόγος για τον οποίο αυτές οι θέσεις παραμένουν κενές. Και οι δύο βασικότερες απαντήσεις νομίζω ότι εντυπωσιάζουν. Οι πιο δημοφιλείς, το 45% αυτών των επιχειρήσεων, δηλώνουν ότι υπάρχει έλλειψη ατόμων που ενδιαφέρονται να κάνουν αυτό το είδος εργασίας και το 36%, η δεύτερη απάντηση είναι ότι υπάρχει έλλειψη ατόμων με τα απαιτούμενα προσόντα, δεξιότητες και εμπειρία» ανέφερε αρχικά ο κ. Τεμεκενίδης.
Σημείωσε ωστόσο, ότι χρειάζεται αρκετά μεγαλύτερη ανάλυση για να μη βγουν λάθος συμπεράσματα.
«Όταν λοιπόν ακούμε έλλειψη ατόμων που ενδιαφέρονται να κάνουν αυτό το είδος εργασίας, θα πρέπει να το αναλύσουμε με βάση το είδος της εργασίας. Ποιο είναι λοιπόν αυτό το είδος της εργασίας που δεν ενδιαφέρονται οι άνθρωποι να κάνουν; Εδώ λοιπόν θα δούμε ότι το μεγαλύτερο ποσοστό αφορά κυρίως χειρωνακτικές εργασίες και εργασίες που δεν έχουν μεγάλο επίπεδο εκπαίδευσης ή ειδίκευσης. Εκεί λοιπόν έχουμε μια έλλειψη ενδιαφέροντος από την πλευρά των υποψήφιων εργαζομένων για να πληρώσουν τέτοιες θέσεις εργασίας. Και αυτό έχει να κάνει είτε με τη φύση της εργασίας, ότι οι άνθρωποι δηλαδή στην Ελλάδα γενικώς δεν είναι πολύ φανατικοί της χειρωνακτικής εργασίας, κυρίως εργασίες οι οποίες έχουν να κάνουν με τεχνικά επαγγέλματα. Νομίζω όμως ότι εδώ πρέπει να βάλουμε και τον παράγοντα των συνθηκών και των αμοιβών. Μπορεί να υπάρχουν θέσεις εργασίας διαθέσιμες, αλλά η έλλειψη ενδιαφέροντος να μην έχει να κάνει με την απροθυμία εργασίας μόνο. Μπορεί να έχει να κάνει επίσης με το ότι οι αντίστοιχες συνθήκες εργασίας που προσφέρονται δεν ικανοποιούν τους υποψήφιους εργαζόμενους. Εκείνο που κυρίως όμως πρέπει να δούμε εδώ είναι η δεύτερη απάντηση. Αυτό το 36%, μια στις τρεις επιχειρήσεις που έχουν κενές θέσεις δηλώνουν ότι δεν βρίσκουν άτομα με τα απαιτούμενα προσόντα και δεξιότητες. Και αυτό νομίζω ότι είναι ένα πάρα πολύ σημαντικό πρόβλημα. Αυτό το κενόπου φαίνεται να υπάρχει ανάμεσα στις ανάγκες της αγοράς εργασίας και αυτό που παράγεται από το εκπαιδευτικό μας σύστημα» επισήμανε στη συνέχεια ο κ. Τεμεκενίδης.
Αυτή η έρευνα αποτελεί μια βάση για να μελετηθούν τα κενά και η αναντιστοιχία που προκύπτει μεταξύ της αγοράς εργασίας και των διαθέσιμου εργατικού δυναμικού, καθώς οι επιχειρήσεις λένε αναλυτικά σε ποια ειδικότητα έχουν τις ανάγκες τους, προσφέροντας ουσιαστικά μια ακτινογραφία για το ποια γνωστικά αντικείμενα, αυτή τη στιγμή λείπουν από τις ελληνικές επιχειρήσεις.
Όσο αφορά στο ζητούμενο εκπαιδευτικό επίπεδο, όταν ερωτήθηκαν οι επιχειρήσεις ποια ειδικότητα τους λείπει, ποια είναι πιο σημαντική για την επιχείρηση και δεν την έχει αυτή τη στιγμή, ρωτήθηκαν παράλληλα και ποιο είναι το αντίστοιχο ζητούμενο εκπαιδευτικό επίπεδο που πρέπει κάποιος να έχει προκειμένου να καλύψει αυτή την κενή θέση εργασίας.
«Μία στις τρεις επιχειρήσεις, το 33%, αναφέρουν ότι θα πρέπει να είναι απόφοιτος ΑΕΙ/ΤΕΙ. Άρα λοιπόν, μία στις τρεις θέσεις που αυτή τη στιγμή θεωρούνται πιο σημαντικές στις ελληνικές επιχειρήσεις είναι θέση η οποία απαιτεί ένα πανεπιστημιακό πτυχίο. Όμως το 30%, δηλαδή μόλις ένα 3% πιο κάτω, είναι θέσεις οι οποίες απαιτούν απολυτήριο Λυκείου ή ΕΠΑΛ. Υπάρχει δηλαδή ένας τεράστιος αριθμός θέσεων που δεν απαιτεί απαραιτήτως πανεπιστημιακή εκπαίδευση. Αυτό σημαίνει ότι αν προσανατολίσουμε όλο το ανθρώπινο δυναμικό στο να έχει πτυχίο πανεπιστημίου ή ένα μεταπτυχιακό, σημαίνει ότι ενδεχομένως δημιουργούμε εργαζόμενους οι οποίοι έχουν προσόντα τα οποία είναι είτε παραπάνω είτε και αναντίστοιχα με αυτά τα οποία απαιτεί η αγορά στην οποία θα κινηθούμε στο μέλλον στη χώρα. Συνεπώς, γι’ αυτό και λέω ότι θα πρέπει εδώ να γίνει μια πολύ προσεκτική μελέτη και στα αποτελέσματα της έρευνας αλλά και γενικότερα στα στοιχεία που υπάρχουν, προκειμένου να σχεδιαστεί ακόμη καλύτερα το σύστημα εκπαίδευσης ώστε να κολλήσει καλύτερα με τις ανάγκες της αγοράς εργασίας στη χώρα» ανέφερε ο κ. Τεμεκενίδης, καταλήγοντας.
Κάνε like στη σελίδα μας στο Facebook
Ακολούθησε μας στο Twitter
Κάνε εγγραφή στο κανάλι μας στο Youtube
Γίνε μέλος στο κανάλι μας στο Viber
– Αναφέρεται ως πηγή το ertnews.gr στο σημείο όπου γίνεται η αναφορά.
– Στο τέλος του άρθρου ως Πηγή
– Σε ένα από τα δύο σημεία να υπάρχει ενεργός σύνδεσμος