Γράφει ο Πιέρρος Τζανετάκος
Από τη μεταπήδησή του στην Προεδρία της Τουρκικής Δημοκρατίας έως και την περίοδο που ακολούθησε την καρατόμηση Νταβούτογλου από την πρωθυπουργία, ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν επιτάχυνε όλο και περισσότερο την πορεία προς το στόχο του: Την εγκαθίδρυση ενός αυταρχικού, μονοπρόσωπου καθεστώτος, με τον ίδιο ως κυρίαρχο του εσωτερικού πολιτικού παιχνιδιού και τους κάθε λογής αντιπάλους του περιορισμένους και εκτός νομής της εξουσίας.
Κι αν κατά τη διάρκεια αυτής της πορείας ο ισχυρός άνδρας της Τουρκίας συνάντησε σειρά εμποδίων, η πάταξη του πραξικοπήματος της 15ης Ιουλίου τον καθιστά απόλυτο ηγέτη και ενορχηστρωτή στη χάραξη της επόμενης μέρας. Οι κατά χιλιάδες εκκαθαρίσεις από το στρατιωτικό, κρατικό και δικαστικό σώμα όσων αντιτίθενται στα σχέδιά του (και όχι μόνο φίλων του κινήματος Γκιουλέν) αποδεικνύουν τις διαθέσεις του «Σουλτάνου», ενώ ο τρόπος επικράτησής του επί των πραξικοπηματιών ενισχύσει ακόμα περισσότερο το λαϊκό έρεισμα που διαθέτει στην ισλαμική μάζα.
Όσα πρόκειται να συμβούν στην Τουρκία τους επόμενους μήνες θα είναι ενδεικτικά των πραγματικών προθέσεων του Ερντογάν. Το μόνο ανάχωμα που έχει πλέον ν’ αντιμετωπίσει για την υλοποίηση του αυταρχικού σχεδίου του είναι η αντίδραση των δυτικών και δη της Ουάσινγκτον. Κάτι όμως, που όπως έχει αποδειχθεί τα τελευταία χρόνια, δεν αναμένεται να τον προβληματίσει τουλάχιστον προς το παρόν και όσον αφορά την επωφελή γι’ αυτόν αναδιάταξη του εσωτερικού πολιτικού τοπίου. Γνωρίζει άλλωστε τη στρατηγική σημασία και τη διπλωματική δύναμη που διαθέτει η χώρα του στον παγκόσμιο χάρτη και είναι έτοιμος να την εκμεταλλευθεί στο έπακρο.
Η τελευταία εκκαθάριση
Έχοντας βρει αποδεκτό modus vivendi με την κατεξοχήν κεμαλική ηγεσία των τουρκικών ενόπλων δυνάμεων, κυρίως μέσω της εθνικιστικής ρητορικής και της επανενεργοποίησης του στρατού στο κουρδικό ζήτημα, αλλά και πρεσβεύοντας το δόγμα της στρατιωτικής κυριαρχίας στη βορειοανατολική Συρία όπου δραστηριοποιούνται οι πυρήνες των Κούρδων του PYD, o Ερντογάν δημιούργησε ισχυρές συγκλίσεις με την πλειοψηφία των ανώτατων ηγετικών στελεχών του πολυπληθούς τουρκικού στρατεύματος, προκαλώντας ταυτόχρονα εντός του διχαστικές τάσεις.
Το γεγονός αυτό, σε συνδυασμό με τις εκκαθαρίσεις πολλών αξιωματικών του βαθέως κράτους των εθνικιστών τόσο στην υπόθεση «Εργκενεκόν» το 2007, όσο και στη «Βαριοπούλα» του 2010, είχε ως αποτέλεσμα αφενός ισχυροί εκπρόσωποι του κεμαλισμού να βρεθούν εκτός των ενόπλων δυνάμεων, ενώ αφετέρου δημιουργήθηκε ρήγμα στο εθνικιστικό μέτωπο των στρατηγών, καθιστώντας το λιγότερο ισχυρό σε σχέση με το παρελθόν.
Παρόλα αυτά, στις τάξεις του τουρκικού στρατού και δη στα μεσαία στρώματα συνέχισαν να δραστηριοποιούνται εθνικιστικές, αμιγώς κεμαλικές δυνάμεις, αλλά (σε λιγότερο βαθμό) και ισλαμιστές οπαδοί του Γκιουλέν, οι οποίοι παρά την «εκεχειρία» των ανωτέρων τους με τον Ερντογάν συνέχιζαν ν’ αντιτίθεται στα σχέδια περί απόλυτης κυριαρχίας του στην εσωτερική πολιτική σκηνή.
Την ίδια ώρα, οι εθνικιστικές ειδικά ομάδες εξέφραζαν την αντίθεσή τους στην στρατηγική αλλαγή που επιχειρεί τις τελευταίες εβδομάδες ο Ερντογάν στην εξωτερική πολιτική και δη στην αποκατάσταση των σχέσεων με τη Ρωσία και το Ισραήλ, καθώς και στην ηπιότερη στάση όσον αφορά το συριακό εμφύλιο και κατ’ επέκταση το κουρδικό ζήτημα κυρίως όσον αφορά στη βορειοανατολική Συρία.
Οι δυνάμεις αυτές, οι οποίες διαθέτουν ερείσματα και στον εκτός του στρατεύματος κρατικού μηχανισμού, γνωστές φυσικά στο «Σουλτάνο» και τον τεράστιο μηχανισμό ανθρώπων και πληροφοριών που διαθέτει σε όλα τα επίπεδα, αποτελούσαν το τελευταίο σημαίνον εμπόδιο στο πλάνο του τούρκου προέδρου και έπρεπε πάση θυσία να εξουδετερωθούν.
Προς την κατεύθυνση αυτή ο Ερντογάν είχε δηλώσει προ ημερών ότι επίκεινται κρίσεις στο στράτευμα, ενώ πηγές της Αστυνομίας (σώμα που πρόσκεινται σχεδόν σε απόλυτο βαθμό στον τούρκο πρόεδρο) διακινούσαν πως το AKP ετοίμαζε συλλήψεις εκατοντάδων στελεχών του στρατού, αλλά και λειτουργών της δικαιοσύνης, οι οποίες θα πραγματοποιούντο στις 16 Ιουλίου.
Όπως όλα δείχνουν, τα μεσαία στελέχη και οι ελάχιστοι ανώτατοι αξιωματικοί (προερχόμενοι κυρίως από την Αεροπορία και τη Στρατοχωροφυλακή) που συμμετείχαν στην κίνηση κατά του Ερντογάν, φοβούμενοι τις πιθανολογούμενες αποστρατεύσεις και διώξεις προχώρησαν στο βεβιασμένο και γεμάτο λάθη πραξικόπημα, δίνοντας εν τέλει ακόμα περισσότερη ισχύ στον τούρκο πρόεδρο.
Το απόλυτο συνομωσιολογικό σενάριο σύμφωνα με το οποίο ο μηχανισμός του Ερντογάν «έστησε» εξ αρχής όλο το πραξικόπημα δεν στέκει, καθώς αφενός η κατάσταση τελικά πήγε πολύ μακριά, με εκατοντάδες νεκρούς και τραυματίες, βομβαρδισμούς κυβερνητικών κτηρίων και κατάληψη κομβικών σημείων από το στρατό, αφετέρου δε είναι γνωστό ότι εντός των τουρκικών ενόπλων δυνάμεων ανέκαθεν δραστηριοποιούνταν ομάδες με απολυταρχικές τάσεις και ροπή προς πραξικοπήματα, καθιστώντας τέτοια κινήματα σχεδόν συνήθεια στη γείτονα χώρα.
Δεν αποκλείεται πάντως, ο Ερντογάν να επεδίωξε- με αξιομνημόνευτο τρόπο μέσω των διαρροών και των επικείμενων κρίσεων- την εξώθηση των εν λόγω αξιωματικών στην πραξικοπηματική κίνηση, προκειμένου να ξεκινήσει τη διαδικασία εκκαθάρισης όχι μόνων αυτών, αλλά και όσων εδώ και χρόνια υπάρχουν στα κατάστιχα του ΑΚΡ, ως «αντιφρονούντες».
Όπως άλλωστε και συμβαίνει τις τελευταίες ώρες με χιλιάδες συλλήψεις στρατιωτικών, δικαστικών και κρατικών λειτουργών, οι οποίοι κατηγορούνται για σχέσεις το με το κίνημα Γκουλέν. Και αυτό, παρά το γεγονός, ότι οι αξιωματικοί που βρέθηκαν στον πυρήνα του πραξικοπήματος δεν φαίνεται να έχουν σχέσεις με τον αυτοεξόριστο ιμάμη, αλλά όπως φάνηκε και στο τηλεοπτικό διάγγελμά τους (παρέπεμπε ευθέως στον Κεμάλ) αποτελούν κήρυκες της αμιγώς εθνικιστικής ρητορικής, που ανέκαθεν κυριαρχούσε στις τουρκικές ένοπλες δυνάμεις. Αλλά από τη στιγμή που ο Ερντογάν άνοιξε τον ασκό του Αιόλου, στο στόχαστρο βρίσκονται όσοι τολμούν ν’ αμφισβητούν την πρωτοκαθεδρία του.
Μια νύκτα γεμάτη κέρδη για τον «Σουλτάνο»
Δρώντας υπό την πίεση που τεχνηέντως είχε δημιουργήσει το ερντογανικό κράτος και εκτιμώντας (προφανώς λανθασμένα) τη χρονική συγκυρία, οι πραξικοπηματίες αποφάσισαν λίγο πριν από τις 11 το βράδυ της περασμένης Παρασκευής να βγάλουν το στρατό στους δρόμους, ενώ παράλληλα αεροσκάφη και ελικόπτερα της Πολεμικής Αεροπορίας βρίσκονταν σε ετοιμότητα.
Παρά το γεγονός ότι οι κινηματίες είχαν υπό τον έλεγχο τους σημαντικό αριθμό ανδρών και προχώρησαν στην κατάληψη καίριων σημείων, όπως το αεροδρόμιο Ατατούρκ, η γέφυρα του Βόσπορου και η κρατική τηλεόραση, υπέπεσαν σε παιδαριώδη λάθη, τα οποία μόνο σε βιασύνη και πρόχειρη οργάνωση μπορεί να οφείλονται. Το κυριότερο εξ αυτών των λαθών ήταν δομικό και καθιστούσε εξ αρχής το εγχείρημα ριψοκίνδυνο, αν όχι βέβαια αποτυχημένο: Δεν διέθεταν την επαρκή κάλυψη των ανώτατων- ανώτερων στρατιωτικών στελεχών, χωρίς την οποία είναι εξαιρετικά δύσκολο να πετύχουν τέτοιου είδους κινήσεις.
Οι αντίστοιχες εμπειρίες στην Τουρκία- τα τέσσερα πραξικοπήματα του παρελθόντος- υποδεικνύουν ότι χωρίς τη στήριξη των στρατηγών (ή έστω της πλειοψηφίας αυτών) η επιτυχία είναι σχεδόν αδύνατη. Παρόμοιο είναι το συμπέρασμα και από την επιβολή της χούντας της 21ης Απριλίου, που παρά το γεγονός ότι σχεδιάστηκε σε επίπεδο συνταγματαρχών, εκτελέστηκε στο όνομα των στρατηγών και του βασιλιά. Μέσα όμως σε λίγες ώρες, αμφότεροι είτε παρακάμφθηκαν και αποπέμφθηκαν, είτε προσχώρησαν υποχρεωτικά στο καθεστώς του Παπαδόπουλου.
Τα μεσαία στελέχη που φαίνεται ότι πρωταγωνίστησαν στην προσπάθεια ανατροπής του Ερντογάν, στηρίχθηκαν- επίσης λανθασμένα- στην υπόθεση ότι κυριαρχώντας τις σε Άγκυρα και Κωνσταντινούπολη θα οδηγούσαν ακόμα μεγαλύτερο μέρος των στρατευμάτων να τους υποστηρίξουν, δημιουργώντας τετελεσμένα και για τους στρατηγούς. Κάτι όμως που δεν επετεύχθη.
Όσο οι κινηματίες προχωρούσαν στην ανάπτυξη του σχεδίου τους, σε παράλληλο χρόνο, το καθεστώς του «Σουλτάνου», γνωρίζοντας προφανώς από το απόγευμα της ίδιας μέρας τις κινήσεις των στρατευμάτων, άφησε το πραξικόπημα να ξεσπάσει και μέσα σε λίγα λεπτά επιδόθηκε σε σειρά τακτικών ελιγμών, προκειμένου να πάρει γρήγορα τον έλεγχο των κινήσεων.
Πρώτος και σημαντικότερος εξ αυτών ήταν η εμφάνιση του Ερντογάν στο CNN Türk μέσω βιντεοκλήσης (γεγονός που δραματοποίησε την κατάσταση) και το κάλεσμα σε παλλαϊκό ξεσηκωμό κατά των πραξικοπηματιών. Μέσα σε λιγότερο από μια ώρα σε κεντρικά σημεία της Άγκυρας και της Κωνσταντινούπολης είχε συγκεντρωθεί πλήθος κόσμου, φέρνοντας τους στρατιώτες σε εξαιρετικά δυσχερή θέση.
Τότε έγινε κατανοητό, ότι είτε οι κινηματίες θα έπρεπε να προχωρήσουν σε εκατοντάδες, αν όχι χιλιάδες εν ψυχρώ εκτελέσεις συμπατριωτών τους με ο, τι αυτό θα συνεπάγετο, είτε θα έπρεπε να παραδοθούν και να εκδιωχθούν. Παρότι ήταν μια κίνηση υψηλότατου ρίσκου από την πλευρά του Ερντογάν, το κάλεσμα στο λαό αποτέλεσε την αρχή του τέλος του πραξικοπήματος, ενώ δι’ αυτού αποδείχθηκε εμπράκτως το μέγεθος της λαϊκής αποδοχής που απολαμβάνει ο τούρκος πρόεδρος στη γείτονα χώρα. Μια αποδοχή, η οποία και ενδέχεται στο εγγύς μέλλον να μετρηθεί εκ νέου μέσω εκλογών ή δημοψηφίσματος, με στόχο την συνταγματική μεταρρύθμιση και τη μετάβαση σε ένα προεδρικό καθεστώς με τον «Σουλτάνο» κυρίαρχο του παιχνιδιού.
Δεύτερο σημαντικό κέρδος για τον Ερντογάν κατά τη διάρκεια της νύκτας της 15ης Ιουλίου ήταν ότι σύσσωμη η εσωτερική πολιτική τάξη, αλλά και συνολικά οι ηγέτες της διεθνούς κοινότητας, ευρισκόμενοι ενώπιον μιας πιθανολογούμενης εμφύλιας σύρραξης με εκατόμβες θυμάτων, καταδίκασαν χωρίς δεύτερες σκέψεις την πραξικοπηματική απόπειρα, στηρίζοντας τις δημοκρατικά εκλεγμένες εξουσίες της Τουρκίας, δηλαδή τον Ερντογάν. Επίσης, ο τούρκος ηγέτης επιβεβαίωσε την αντοχή των θεμελίων στις σχέσεις του με την πλειοψηφία των στρατηγών, οι οποίοι- με πρώτο τον αρχηγό της 1η Στρατιάς Ουμίτ Ντουντάρ- έσπευσαν να καταδικάσουν το κίνημα, οδηγώντας το μαθηματικά στην αποτυχία. Εάν υπήρξαν συναλλαγές, τόσο με την αντιπολίτευση, όσο και με τους ξένους ηγέτες, αλλά και τους στρατηγούς είναι κάτι που θα φανεί τους επόμενους μήνες.
Η ίδια η κατάληξη των πραγμάτων, δηλαδή οι απηνείς διώξεις εναντίον των κάθε είδους αμφισβητιών του ερντογανικού καθεστώτος, που ήρθαν ως αποτέλεσμα του αποτυχημένου πραξικοπήματος, αποτελεί έλος το μεγαλύτερο κέρδος, καθώς ανοίγει τον δρόμο στον τούρκο πρόεδρο για τη δημιουργία ενός μονόπλευρου και αμιγώς ελεγχόμενου κρατικού μηχανισμού. Ενός σιδερένιου εκτελεστικού βραχίονα, ο οποίος θα εξυπηρετήσει μέχρι τέλους την υλοποίηση της τακτικής του «Σουλτάνου». Εδραιώνεται έτσι η κυριαρχία του στην εσωτερική πολιτική τάξη και του δίνεται η ευκαιρία για απρόσκοπτο σχεδιασμό επί του διεθνούς πεδίου, που ανέκαθεν γοήτευε την τουρκική διπλωματία.
Αντί επιλόγου: Μια χώρα συνηθίζει το αίμα, τη βία και το διχασμό
Μπορεί τις τελευταίες μέρες να έχουν ξοδευτεί χιλιάδες σελίδες για την κάλυψη και την ανάλυση των γεγονότων στην Τουρκία, το σημαντικότερο όμως βίωμα για την τουρκική κοινωνία τους τελευταίους μήνες και δη από την προηγούμενη Παρασκευή και μετά είναι αυτό του αίματος, της βίας και του διχασμού, εννοιών που θέλοντας και μη εμπεδώνονται ως «αξίες» στο συλλογικό υποσυνείδητο.
Στους εκατοντάδες νεκρούς από τις επιθέσεις αυτοκτονίας σε Άγκυρα και Κωνσταντινούπολη, με δράστες είτε κούρδους αυτονομιστές είτε φανατικούς του ISIS, ήρθαν να προστεθούν τα θύματα της 15ης Ιουλίου, οι αποτρόπαιες σκηνές λιντσαρίσματος, η ρητορική περί «τρομοκρατίας» και η συζήτηση για την επαναφορά της θανατικής ποινής. Μια δημοκρατία όπως η τουρκική, από την ίδρυση της οποίας κυριαρχούσαν τα διχαστικά φαινόμενα και ο νόμος των όπλων επιβαλλόταν ανά τακτά χρονικά διαστήματα, φαίνεται πως οδηγείται σε ακόμα μια σκοτεινή περίοδο, εν μέσω μιας παγκόσμιας εποχής «τεράτων».
Κάνε like στη σελίδα μας στο Facebook
Ακολούθησε μας στο Twitter
Κάνε εγγραφή στο κανάλι μας στο Youtube
Γίνε μέλος στο κανάλι μας στο Viber
– Αναφέρεται ως πηγή το ertnews.gr στο σημείο όπου γίνεται η αναφορά.
– Στο τέλος του άρθρου ως Πηγή
– Σε ένα από τα δύο σημεία να υπάρχει ενεργός σύνδεσμος