«Είμαι Καλά»: Το εμβληματικό ποίημα του Μενέλαου Λουντέμη από τη Μακρόνησο προς τη μάνα του (video)

Σαν σήμερα, στις 22 Ιανουαρίου 1977 πέθανε ο σπουδαίος λογοτέχνης Μενέλαος Λουντέμης.

Πολυγραφότατος δημιουργός, συγγραφέας και ποιητής, άφησε πίσω του αξιοσημείωτο έργο. Τα βιβλία του κατατάσσονται στον κοινωνικό ρεαλισμό και μεταφράστηκαν σε πολλές γλώσσες. Τιμήθηκε με το Κρατικό Βραβείο πεζογραφίας και με το βραβείο «Μενέλαου Λουντέμη» που το καθιέρωσε προς τιμήν του η ελληνική εταιρία λογοτεχνών.

Γεννημένος το 1912 στο χωριό Αγία Κυριακή της Μικράς Ασίας με πραγματικό όνομα Δημήτριος Βαλασιάδης, εμφανίστηκε σε πολύ νεαρή ηλικία στα ελληνικά γράμματα (1927), δημοσιεύοντας αρχικά κείμενά του στις εφημερίδες της Έδεσσας, όπου είχε εγκατασταθεί η οικογένειά του μετά τη μικρασιατική καταστροφή, και λίγο αργότερα στο περιοδικό Νέα εστία. Το 1938 εξέδωσε τη συλλογή διηγημάτων «Τα πλοία δεν άραξαν» για την οποία τιμήθηκε με το Κρατικό Βραβείο Πεζογραφίας. Το φιλολογικό ψευδώνυμό του «Μενέλαος Λουντέμης», λέγεται πως προήλθε από τον ποταμό Λουδία (Γαλλικός ποταμός).

Ο Λουντέμης έλαβε μέρος στην Εθνική Αντίσταση εντασσόμενος στο ΕΑΜ. Κατά τη διάρκεια του εμφυλίου εξορίστηκε στη Μακρόνησο και τον Άη Στράτη, και το 1958 δικάστηκε για το βιβλίο του «Βουρκωμένες μέρες». Από το 1958 έως το 1976 έζησε εκπατρισμένος στη Ρουμανία, έχοντας χάσει κατά τη διάρκεια της Δικτατορίας των Συνταγματαρχών την ελληνική ιθαγένεια.

«Είμαι καλά»

Στο ακόλουθο βίντεο από το Αρχείο της ΕΡΤ, ο ηθοποιός Λυκούργος Καλλέργης απαγγέλλει συγκλονιστικά το εμβληματικό ποίημα «Είμαι Καλά» που γράφτηκε στη Μακρόνησο από τον εξόριστο Μενέλαο Λουντέμη το 1949, και το οποίο απηύθυνε στη μάνα του. Στο ποίημα συνόψιζε όσα υφίσταντο οι κρατούμενοι, τα βασανιστήρια, τους εξευτελισμούς και τις ταπεινώσεις στον τόπο του μαρτυρίου αλλά και τις απαγορεύσεις της λογοκρισίας από τη διοίκηση του στρατοπέδου, αφού οι διαταγές σε σχέση με την αλληλογραφία επέβαλαν να γράφονται μόνο λίγες λέξεις, εν είδει τηλεγραφήματος, και συνήθως όλοι έγραφαν ότι είναι καλά, διαφορετικά το μήνυμα δεν έφτανε ποτέ στον παραλήπτη.

Απόσπασμα από την εκπομπή «ΙΧΝΗΛΑΤΕΣ» (παραγωγής 2002) του Δαυίδ Ναχμία.*

Είμαι καλά, Μητερούλα… αυγή μου…
Σπεύδω να καλοπιάσω τον φόβο σου. Είμαι καλά.
Κάθομαι κάτω απ’ τον ίσκιο της λύπης μου,
κι αφήνω την πένα μου να κλάψει… Μάνα…
Τρεμούλα των χεριών…
Χρόνια που ξεφεύγετε απ’ τη μπόλια…
Στεναγμέ που μετράς τον μισεμό μου…
Είμαι καλά.

«Πρώτον, Σεβαστή μου …»
«Πρώτον έρχομαι να ερωτήσω …» Και δεν ρωτώ τίποτα.

Εδώ δεν ρωτούν. Όλοι «Είναι καλά …»

«Πρώτον, Μητερούλα… Υγείαν έχω»
Και το στήθος μου φωνάζει σαν πρόβατο βραχνό.
Κι ο ραβδιστής μετράει την ώρα στα πλευρά μου.
«Πρώτον, Μητερούλα…» Μα συγχώρα με και σήμερα.
Συγχώρα με και σήμερα που δε θα μάθεις την αλήθεια.

Η αλήθεια γέρασε και δεν ταξιδεύει.
Δεν περνά τη θάλασσα.
Η αλήθεια, Μανούλα, είναι βόλι. Και δε θα την πω.
«Είμαι καλά».

Σήμερα κλείνω τα χίλια γράμματα. Μα ξέρω…
Πως έχεις χρόνους να πάρεις μήνυμά μου.
Μα συχώρα με. Συχώρα με, Μητέρα.
Για τα χίλια μονότονα «Είμαι καλά»
Τα χίλια μονότονα ψέματά μου.

Πήρα ξανά για να σου γράψω.
Έχω την κάρτα μου στα γόνατα.
Και τη χαϊδεύω σαν περίλυπο πουλί!
Το χέρι πια το γράφει μοναχό του
το μικρό, πικρό του μάθημα:
«Είμαι καλά».

Ξέρω, αχ, Μητερούλα…
Ξέρω πως σου στέλνω κάθε μέρα
την ταχτική δόση της πίκρας μου. Ξέρω
πως τη χαϊδεύεις τούτη την ψευτιά μου…
Πως τη ραίνεις με δάκρυα και παραμιλάς. Ξέρω.
Μα δεν κάνει φτερά άλλη λέξη από `δω…
«Είμαι καλά».

Μπορείς, ακριβή μου, να τη διαβάσεις και δίχως φως.
Δεν είναι καν ανάγκη να τη διαβάσεις.
Φτάνει μόνο να ‘ρθει, να ακουστεί στην εξώπορτα…
η φωνή του ταχυδρόμου.
Τότε, Μανούλα, μπορεί και να μην είμαι καλά.
Μα εσύ να πιστέψεις τη γραφή μου
«Είμαι καλά».

Είμαι καλά… Αφού μπορώ και σέρνω το μολύβι.
Είμαι καλά… Αφού μπορώ και το ψελλίζω.
Είμαι καλά… Αφού αραδιάζω στο χαρτί,
«Είμαι καλά».

Αχ, να μπορούσα να ‘χα έναν ουρανό
γεμάτο από ψεύτικα τέτοια πουλιά.
Και να τα ‘χυνα στο διάστημα…
Για να ‘ρχονται – κι όταν εγώ δε θ’ ανασαίνω.
Να ‘ρχονται και να ραμφίζουν το τζάμι του σπιτιού μας.
(Αυτό που κοιτάζει κατά τη θάλασσα)
Και να κελαηδούνε. Να κελαηδούνε σμήνη τις ψευτιές:
«Είμαι καλά».

Μανούλα εσύ… Εσύ που διαβάζεις με τα δάχτυλα.
Εσύ πού μιλάς τη γλώσσα των χεριών…
Ακούμπησε τα χείλη σου στο χαρτί
Έτσι όπως έβρισκες, σαν ήμουν παιδί, τον πυρετό μου…
Και διάβασε πάνω στ’ άγραφο χαρτί
Και διάβασε ολόισια απ’ την καρδιά μου:
Μάνα… Αχ… Μάνα, Μάνα…
Το κορμί που κανάκεψαν τα χέρια σου
έλιωσε σήμερα κάτω απ’ το λιθάρι.
Η φωνή που νανούριζε τον ύπνο σου
βέλαξε κατ’ απ’ το μαχαίρι.
Μα εσύ γέλα, ακριβή μου. Γέλα…
Πες πως ξύπνησες απ’ όνειρο κακό.
Και γέλα να τα διώξεις.
Γέλα, κι εγώ… ησύχασε, Μανούλα.
«Είμαι καλά»
Σήμερα μου χύσανε το φως μου. Είμαι καλά.
Είμαι καλά. Χτες κόψανε τα νύχια μου.
Τρόμοι μου πήραν τα φρένα μου. Είμαι καλά.
Είμαι καλά. Αύριο θα με σταυρώσουν.
Είμαι καλά. Είμαι καλά. Είμαι καλά…

Είμαι καλά. Κι ας μην έχω πια μυαλό να το σκεφτώ.
Είμαι καλά. Κι ας μην έχω πια μιλιά να το φωνάξω.
Είμαι καλά. Κι ας μην έχω χέρι να το γράψω.
Γι’ αυτό το σκάβω. Το σμιλεύω επιτύμβιο.
Πάνω σ’ αυτόν τον ανεμόδαρτο γκρεμνό.
Σ’ αυτό το τρελό νεκροταφείο
πως όλοι οι νεκροί του
ΕΙΝΑΙ ΚΑΛΑ

*Μπορείτε να παρακολουθήσετε ολόκληρο το αφιέρωμα στον Μενέλαο Λουντέμη εδώ.

Όλες οι Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο,  στο ertnews.gr
Διάβασε όλες τις ειδήσεις μας στο Google
Κάνε like στη σελίδα μας στο Facebook
Ακολούθησε μας στο Twitter
Κάνε εγγραφή στο κανάλι μας στο Youtube
Προσοχή! Επιτρέπεται η αναδημοσίευση των πληροφοριών του παραπάνω άρθρου (όχι αυτολεξεί) ή μέρους αυτών μόνο αν:
– Αναφέρεται ως πηγή το ertnews.gr στο σημείο όπου γίνεται η αναφορά.
– Στο τέλος του άρθρου ως Πηγή
– Σε ένα από τα δύο σημεία να υπάρχει ενεργός σύνδεσμος