Η συζήτηση για την προοπτική εγκατάστασης FSRU στον Παγασητικό έχει ήδη αποκτήσει νέα δυναμική, καθώς για πρώτη φορά αποτυπώνονται δημόσια, οι πιθανές συνέπειες ενός τέτοιου έργου μέσα σε έναν ημίκλειστο και επιβαρυμένο κόλπο. Το ανοιχτό μάθημα της επίκουρης καθηγήτριας Βανέσσας Κατσαρδή στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας, η οποία μίλησε στην ΕΡΤ Βόλου, βασίστηκε σε σχετική διπλωματική εργασία και σε στοιχεία που κατατίθενται στη Μελέτη Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων της σχεδιαζόμενης επένδυσης, δίνοντας μια πλήρη εικόνα των κινδύνων, των περιβαλλοντικών επιπτώσεων και των ιδιαιτεροτήτων του τοπικού οικοσυστήματος.
Οι φοιτητές ενημερώθηκαν για τη λειτουργία των πλωτών μονάδων αποθήκευσης και επαναεριοποίησης LNG, τις διαδικασίες μεταφοράς και διαχείρισης του φορτίου, αλλά και για κρίσιμα τεχνικά ζητήματα όπως το boil-off gas, το rollover και τους κινδύνους jet fire, flash fire ή vapour cloud explosion. Όπως αναφέρθηκε «Οι πλωτές εγκαταστάσεις έχουν εγγενείς αστάθειες, καθώς η αναπόφευκτη εξάτμιση του υγροποιημένου φυσικού αερίου δημιουργεί πιέσεις που απαιτούν συστηματικές εκτονώσεις μεθανίου στην ατμόσφαιρα, ενώ τα δεξαμενόπλοια που θα προσεγγίζουν τον σταθμό αυξάνουν σημαντικά το επίπεδο του ρίσκου».
Οι φοιτητές ενημερώθηκαν και για τους κινδύνους από μια ενδεχόμενη έκρηξη τύπου BLEVE σε πλωτή μονάδα LNG. Σύμφωνα με τα στοιχεία που παρουσιάστηκαν στο ανοιχτό μάθημα του Τμήματος Πολιτικών Μηχανικών του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας, μια έκρηξη αυτού του τύπου μπορεί να προκαλέσει θανατηφόρα θερμική ακτινοβολία σε ακτίνα έως 1.400 – 1.700 μέτρων, εγκαύματα δευτέρου βαθμού μέχρι τα 1.600 μέτρα και εγκαύματα πρώτου βαθμού έως και τα 2.300 μέτρα. Παρότι τα ακραία αυτά σενάρια είναι σπάνια, η πιθανότητα ατυχήματος χαρακτηρίζεται «μέτρια» στη Μελέτη Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων (ΜΠΕ), κάτι που ενισχύει την κοινωνική ανησυχία.
Το μάθημα ανέδειξε ότι διεθνώς μόλις 17 παρόμοιες μονάδες βρίσκονται εγκατεστημένες σε κόλπους, όλες σε περιοχές ήδη βιομηχανικά υποβαθμισμένες και μακριά από κατοικημένες ζώνες. Η επιλεγόμενη θέση στον Παγασητικό, όπως επισημάνθηκε, «διαφοροποιείται πλήρως από τη διεθνή πρακτική: σε έναν μικρό, αβαθή και ημίκλειστο κόλπο, όπου η ανανέωση των υδάτων είναι εξαιρετικά αργή, η καθημερινή περιβαλλοντική υποβάθμιση θεωρείται αναπόφευκτη».
«Η ΜΠΕ καταγράφει 24 μικρές αρνητικές επιπτώσεις κατά την κατασκευή και μόλις μία μικρή θετική, ενώ στη φάση λειτουργίας αναφέρει 16 μικρές αρνητικές, 9 μη αναστρέψιμες και μόλις δύο θετικές. Παράλληλα, προβλέπονται 30 έως 50 διελεύσεις τεράστιων δεξαμενοπλοίων LNG ετησίως, με πρόσθετες εκπομπές ρύπων, ηχορύπανση 30–40 dB και θερμικές επιβαρύνσεις που εκτιμώνται έως και 7°C στην άμεση θαλάσσια περιοχή της μονάδας. Η παρουσία κινητήρων διπλού καυσίμου (BOG και πετρέλαιο) ενισχύει την ήδη υψηλή ατμοσφαιρική ρύπανση της περιοχής του Βόλου».
Η συνεχής λειτουργία ενός FSRU, σύμφωνα με τα δεδομένα του μαθήματος, «θα επηρεάσει την αλιεία, τη βιοποικιλότητα και τον τουρισμό, με μεταναστεύσεις ψαριών λόγω ηχορύπανσης και διαταραχή της θερμικής ισορροπίας των υδάτων».
Η ανάλυση κατέληξε ότι «η επιλογή ενός κλειστού κόλπου μειώνει τα λειτουργικά ρίσκα για τον επενδυτή, αλλά τα μεταφέρει στους κατοίκους, στο περιβάλλον και στην τοπική οικονομία». Με βάση τα στοιχεία που παρουσιάστηκαν στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας, η συζήτηση δεν αφορά μόνο τη δυνατότητα υλοποίησης ενός έργου, αλλά το αν ο Παγασητικός μπορεί να αντέξει μια τέτοια εγκατάσταση χωρίς να υποστεί μη αναστρέψιμη μεταβολή.
Κάνε like στη σελίδα μας στο Facebook
Ακολούθησε μας στο Twitter
Κάνε εγγραφή στο κανάλι μας στο Youtube
Γίνε μέλος στο κανάλι μας στο Viber
– Αναφέρεται ως πηγή το ertnews.gr στο σημείο όπου γίνεται η αναφορά.
– Στο τέλος του άρθρου ως Πηγή
– Σε ένα από τα δύο σημεία να υπάρχει ενεργός σύνδεσμος