Η κυρία Φούλα πουλά κουλούρια. Μέχρι σήμερα έχει συγκεντρώσει πρόστιμα πολλών χιλιάδων ευρώ επειδή τα πουλά χωρίς άδεια. «Δεν πρόκειται να τα πάρουν αυτά τα χρήματα. Πού θα βρω λεφτά να τους τα πληρώσω; Ας με βάλουν φυλακή.» δηλώνει, πικραμένη κι απογοητευμένη. Στέκεται για λίγο αμίλητη. Μετά η σκέψη της σκαλώνει στον παππού της, πρόσφυγα από την Τραπεζούντα κι αμέσως βρίσκει ξανά το κουράγιο της. «Το ‘22 έφυγε από τον τόπο του κυνηγημένος από τους Τούρκους για να γλιτώσει από την σφαγή. Ρίζωσε στην Γεωργία, έξω από την Τυφλίδα, σε ένα χωριό, ξεκίνησε πάλι από την αρχή. Εκεί γεννηθήκαμε κι εμείς, στο μέρος «Κλειδί», ένας τόπος που ταίριαζε περισσότερο με το κλίμα της πατρίδας, που αφήσανε οι δικοί μας πίσω.»
Ξετυλίγει το κουβάρι της ζωής της. Θυμάται την μητέρα της που δύο ώρες στέκονταν στην ουρά για να πάρει δύο αυγά. «Πολλές φορές τελειώνανε κι αυτοί που δεν πήραν ήταν αναγκασμένοι να πάνε ξανά την επόμενη μέρα και να σταθούν πάλι στην ουρά. «Πρώτα οι Γεωργιανοί,μετά οι υπόλοιποι.» έλεγαν. «Σιδέρωναν» τους Έλληνες για να τους δώσουν και την τελευταία λίρα που είχαν πάνω τους. Συνάντησα μια τέτοια γυναίκα με σημάδια σίδερου πάνω της.Μπορείς να ζεις σε έναν τέτοιο τόπο;» αναρωτιέται.
Θυμάται την έλευση της στην Ελλάδα και δακρύζει ξανά. «Χάρηκα πολύ! Αγκάλιασα τον πρώτο Έλληνα ντόπιο που είδα μπροστά μου, θυμάμαι του είπα «Ο πρώτος Έλληνας που βλέπω είσαι εσύ!»» Από τις πρώτες εκείνες μέρες, ωστόσο, άκουσε και κάποιους να την αποκαλούν «Ρωσοπόντια» «Ρωσοπόντια; Τους λέω «από πού και έως πού Ρωσοπόντια;Εγώ μέχρι το μεδούλι μου μέσα έχω Ελλάδα» τους είπα. Τι να έλεγα; Δεν σταματήσαμε λεπτό να μιλάμε την ποντιακή γλώσσα.Αισθάνομαι πιο Ελληνίδα από αυτούς.Δεν είμαι εγώ Ελληνίδα;» αναρωτιέται.
Στέκεται σε ένα πολυσύχναστο σημείο. Πού και πού σταματά εμφανίζεται και κάποιος πελάτης. Λίγα μέτρα πιο εκεί ένας ηλικιωμένος μετανάστης από τη Γεωργία κάνει ακριβώς την ίδια δουλειά. «Όταν βλέπετε πρόσφυγες και μετανάστες να φθάνουν στη χώρα μας τι σκέφτεστε;» την ρωτάμε. «Εμείς ήρθαμε στην Ελλάδα, στην πατρίδα μας. Αυτοί, όμως, τώρα που ήρθαν εδώ θα φύγουν στην πατρίδα τους; Ποτέ! Εμείς πάντα θέλαμε να έρθουμε στην πατρίδα μας. » λέει και σημειώνει «Κρίμα είναι, είναι άνθρωποι. Αλλά εμείς θα περάσουμε και τα καλά μαζί σας και τα κακά μαζί μας. Αυτοί, κάτι να γίνει, θα είναι αντίθετοι στον Έλληνα. Εγώ, όμως, είμαι Ελληνίδα. Ο γιος μου, όμως, θα είναι με το τουφέκι και μαζί του θα είμαι κι εγώ.» Επιστρέφει στα κουλούρια της. Στο πλάι του δρόμου με τις σκέψεις της συντροφιά.
Φώτο:Η κυρία Φούλα, μετανάστρια από την Γεωργία Ρεπορτάζ-κείμενο-φωτογραφία:Μαρία Νικολάου
Κάνε like στη σελίδα μας στο Facebook
Ακολούθησε μας στο Twitter
Κάνε εγγραφή στο κανάλι μας στο Youtube
Γίνε μέλος στο κανάλι μας στο Viber
– Αναφέρεται ως πηγή το ertnews.gr στο σημείο όπου γίνεται η αναφορά.
– Στο τέλος του άρθρου ως Πηγή
– Σε ένα από τα δύο σημεία να υπάρχει ενεργός σύνδεσμος