Το Μαγαρικάρι, ένα χωριό που πριν από τριάντα χρόνια είχε 850 κατοίκους και σήμερα έχει μετά βίας 130, είναι όμορφα χτισμένο σε κατάφυτη πλαγιά βόρεια του Τυμπακίου. Το μάτι δεν χορταίνει τη θέα προς τη θάλασσα του Κόκκινου Πύργου και των Ματάλων, αλλά αν ρίξει κανείς το βλέμμα προς το χωριό θα δει ρηγματώσεις σε δρόμους και σπίτια και μια αίσθηση εγκατάλειψης σε εξέλιξη.
Στην περιοχή βρέθηκε ο πρόεδρος του Οργανισμού Αντισεισμικού Σχεδιασμού και Προστασίας Ευθύμιος Λέκκας προκειμένου να πραγματοποιήσει αυτοψία, τη δεύτερη μέσα σε μία εβδομάδα στην περιφερειακή ενότητα Ηρακλείου. Για τον κ. Λέκκα τα πράγματα στο Μαγαρικάρι είναι πολύ ξεκάθαρα ως προς τις αιτίες των ρηγματώσεων που χωρίζουν στα δύο σπίτια και δρόμους. Τα όμβρια νερά δεν βρίσκουν διέξοδο στα αργιλώδη υποστρώματα, καθώς αυτό το πέτρωμα δεν είναι διαπερατό, και μένουν στις μάργες, το επιφανειακό εδαφικό υπόστρωμα, με αποτέλεσμα να βρίσκουν διέξοδο προς την πεδιάδα, προκαλώντας τις ρωγμές στις υποδομές και την άσφαλτο. “Το 70% των κατασκευών έχουν μεγάλες παραμορφώσεις που τις καθιστούν μη κατοικίσιμες”, είπε ο κ. Λέκκας μιλώντας στην ΕΡΤ, ενώ συμπλήρωσε ότι αξίζει τον κόπο να καταβληθούν προσπάθειες και χρήματα για να ολοκληρωθεί το έργο της αποστράγγισης που έμεινε στη μέση το 1985 “ώστε να μην εγκαταλειφθεί το χωριό”.
Το αποστραγγιστικό έργο ξεκίνησε πριν από σαράντα χρόνια και προχωρούσε κανονικά μέχρι τη μέρα που στο σημείο ένας άνθρωπος έχασε τη ζωή του σε εργατικό δυστύχημα. Έκτοτε το έργο σταμάτησε και πέρασαν τέσσερις δεκαετίες χωρίς να αποπερατωθούν τα τελευταία 400 μέτρα. Ως εκ τούτου, η βόρεια πλευρά του χωριού είναι προστατευμένη από τα όμβρια, όμως το υπόλοιπο χωριό υποχωρεί κάθε χρόνο.
Το Μαγαρικάρι αναμένεται να κηρυχθεί σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης ενδεχομένως και εντός της ημέρας, ώστε να ξεκινήσουν οι διαδικασίες αντιμετώπισης του προβλήματος.
Τέσσερις μελέτες τα τελευταία 47 χρόνια
Οι παλιοί θυμούνται τα πρώτα ρήγματα στα τέλη της δεκαετίας του 1960. Από τότε το φαινόμενο βρίσκεται σε εξέλιξη και έχουν διεξαχθεί τέσσερις γεωλογικές και τεχνικές μελέτες από το 1978 μέχρι σήμερα. Το φαινόμενο χαρακτηρίζεται ως επικίνδυνο από τότε. Το Ινστιτούτο Γεωλογικών και Μεταλλευτικών Ερευνών παρατηρούσε πριν από 47 χρόνια ότι υπήρχε αύξηση των ζημιών σε σπίτια και δρόμους κατά τη δεκαετία 1960-1970, ότι υπήρχε ανάγκη διερεύνησης της γεωλογικής επικινδυνότητας, ότι έγινε γεωλογική αποτύπωση και τομές καθώς και δειγματοληψία εδάφους και ότι τα κύρια ευρήματα ήταν ότι το υπέδαφος αποτελείτο από μάργες και αργιλικά στρώματα και ότι η επιφάνεια ολίσθησης ήταν σε βάθος ως 15 μέτρων. Συνιστούσε δε την οριοθέτηση των επικίνδυνων ζωνών, την απαγόρευση της νέας δόμησης και την ανάγκη αποστράγγισης.
Το 2020 η έκθεση αυτοψίας και τεχνικής εκτίμησης της Περιφέρειας Κρήτης αναφέρεται στις νέες ζημιές και την ανάγκη επικαιροποίησης της αποτύπωσης. Έγινε εναέρια αποτύπωση με drone, μετρήθηκαν οι μετακινήσεις και έγινε τεχνική αποτίμηση κτιρίων και δρόμων. Σύμφωνα με τα τεχνικά ευρήματα, οι ρωγμές ήταν μεγαλύτερες των 3 εκατοστών, οι καθιζήσεις των δρόμων έφταναν τα 15 εκατοστά, οι μετακινήσεις του εδάφους τα 7 χιλιοστά το μήνα και οι κλίσεις των στύλων τις 5 μοίρες. Το συμπέρασμα της τεχνικής εκτίμησης ήταν ότι το φαινόμενο είναι ενεργό και επικίνδυνο και ότι υπάρχει ανάγκη άμεσων παρεμβάσεων.
Η επόμενη μελέτη ήρθε το 2021 από το τμήμα Γεωλογίας του Εθνικού Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών. Έγινε ανάλυση των γεωμορφωλογικών και γεωλογικών χαρακτηριστικών και δημιουργήθηκε βάση δεδομένων των κατολισθήσεων. Ανάμεσα στα ευρήματα ήταν η ύπαρξη κλίσεων μεγαλύτερων των 15 μοιρών, μαλακών εδαφών και ρηγματώσεων, ενώ στο συμπέρασμα αναφέρεται η υψηλή επικινδυνότητα, η ανάγκη παρακολούθησης και οι περιορισμοί στη δόμηση.
Η τελευταία μελέτη που διεξήχθη από την τεχνική υπηρεσία του δήμου Φαιστού είχε ως λόγο εκπόνησης “τη μεγάλη έκταση ενεργού κατολισθητικού φαινομένου”. Σε αυτή καταγράφεται σταθερή κατολισθητική κίνηση όλο το έτος και επιδείνωση μετά από βροχές, ενώ αναφέρεται η ο υδροφόρος ορίζοντας είναι πολύ κοντά στην επιφάνεια του εδάφους. Επιπλέον, αποτιμάται ότι το 15% των κτιρίων είναι ακατάλληλα προς κατοίκηση και το 60% είναι σοβαρά ζημιωμένα, ενώ λαμβάνουν χώρα διαδοχικά συνεχείς καθιζήσεις, εγκαταλείψεις κατοικιών και συνεχείς επισκευές. Πραγματοποιήθηκε αποτύπωση 1000 στρεμμάτων με drone, διάνοιξη γεωλογικών γεωτρήσεων και τοποθέτηση αποκλισιομέτρων, παρακολούθηση των μετακινήσεων σε βάθος 11,5 μέτρων και παραγωγή χάρτη επικινδυνότητας. Σε γεωτεχνικό επίπεδο αναφέρεται ότι το βάθος της ενεργού ολίσθησης είναι 8-15 μέτρα και ότι ο όγκος των κινηθέντων υλικών φτάνει τα 8 εκατομμύρια κυβικά. Ως συμπέρασμα η μελέτη αναφέρει ότι υπάρχει υψηλή επικινδυνότητα, επείγουσα ανάγκη για έργα αποκατάστασης και μελέτη σταθεροποίησης.
Σύμφωνα με τον πρόεδρο της κοινότητας Μαγαρικαρίου Μιχάλη Μαυράκη από τα 80 σπίτια που κατοικούνται στο χωριό μόλις τα 20 δεν εμφανίζουν σημαντικές βλάβες, ενώ τα 12 είναι ακατάλληλα και τα 48 έχουν σοβαρές ζημιές. Πολλοί είναι οι κάτοικοι που αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν τα σπίτια τους και να μετακομίσουν στο Τυμπάκι ή αλλού, ενώ όλοι βάζουν συχνά πυκνά βαθιά το χέρι στην τσέπη για να επισκευάσουν κολώνες και πεζοδρόμια που ανοίγουν σχεδόν κάθε δύο χρόνια.
Κάνε like στη σελίδα μας στο Facebook
Ακολούθησε μας στο Twitter
Κάνε εγγραφή στο κανάλι μας στο Youtube
Γίνε μέλος στο κανάλι μας στο Viber
– Αναφέρεται ως πηγή το ertnews.gr στο σημείο όπου γίνεται η αναφορά.
– Στο τέλος του άρθρου ως Πηγή
– Σε ένα από τα δύο σημεία να υπάρχει ενεργός σύνδεσμος