Μια νέα έρευνα, η οποία χαρτογραφεί το προφίλ των Ελλήνων της διασποράς στη Γερμανία ανακοινώθηκε από τον Οργανισμό έρευνας και ανάλυσης “διανέοσις”. Ποιοι είναι; Πώς ζουν μετά τη μετανάστευση; Πού δραστηριοποιούνται; Πώς βλέπουν την Ελλάδα;
Το 2021 η διαΝΕΟσις συμμετείχε σε μια ερευνητική πρωτοβουλία, με το SEESOX-Greek Diaspora Project του Πανεπιστημίου της Οξφόρδης, με στόχο να χαρτογραφήσει τις αντιλήψεις, τις πεποιθήσεις και τις στάσεις της ελληνικής Διασποράς στην Ευρώπη, εστιάζοντας κυρίως στο μεταναστευτικό κύμα μετά το 2009, που αφορά ιδιαίτερα το φαινόμενο «brain drain». Μετά την πρώτη μελέτη για την ελληνική Διασπορά στο Ηνωμένο Βασίλειο που δημοσιεύθηκε τον Μάρτιο του 2021, η μελέτη που δημοσιεύτηκε τώρα αφορά την ελληνική Διασπορά στη Γερμανία. Μαζί οι δύο χώρες υποδέχθηκαν περισσότερο από το 50% της νέας ελληνικής μετανάστευσης.
Ωστόσο, η ελληνική Διασπορά στη Γερμανία, ειδικά σε σύγκριση με του Ηνωμένου Βασιλείου, έχει πιο μακρά διαδρομή, καθώς και τέσσερα διακριτά κύματα από τη δεκαετία του 1960 και έπειτα. Γι’ αυτόν τον λόγο τα κοινωνικά και οικογενειακά δίκτυα που ήδη υπάρχουν εκεί επί δεκαετίες είναι πολύ πιο σημαντικά.
H έρευνα που τώρα δημοσιεύεται περιλαμβάνει την πρώτη ποσοτική έρευνα πεδίου για τους Έλληνες στη Γερμανία τα τελευταία χρόνια, καθώς και μια αναλυτική έκθεση με τα αποτελέσματά της. Σχεδιάστηκε και υπογράφεται από τον Μανώλη Πρατσινάκη, από το Χαροκόπειο και το Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης, τη Γιούλη Α. Παναγιωτοπούλου από το Πανεπιστήμιο της Κολωνίας, τη Μαριλένα Αναστασοπούλου από το Πανεπιστημιακό Κολλέγιο του Δουβλίνου και την Οξφόρδη, και τον Όθωνα Αναστασάκη, επίσης από την Οξφόρδη. Οι συγγραφείς εξετάζουν το προφίλ και τα βασικά χαρακτηριστικά των Ελλήνων από διαφορετικά μεταναστευτικά κύματα και γενιές που ζουν στη Γερμανία, τις στάσεις τους απέναντι στη Γερμανία και την Ελλάδα, τα συναισθήματα και τα εμπόδια που αντιμετωπίζουν, καθώς και τα κίνητρα και τα μελλοντικά τους σχέδια.
Σύμφωνα με τα στοιχεία του 2019, οι Ελληνίδες και οι Έλληνες που ζουν στη Γερμανία ανέρχονται σε περίπου μισό εκατομμύριο άτομα (498.426). Από αυτούς, περίπου οι 6 στους 10 μετανάστευσαν οι ίδιοι και οι υπόλοιποι είναι δεύτερης ή τρίτης γενιάς Έλληνες, δηλαδή γεννήθηκαν στη Γερμανία από γονείς ελληνικής καταγωγής.
Η ελληνική Διασπορά είναι κυρίως συγκεντρωμένη στα τρία μεγαλύτερα κρατίδια της χώρας: στη Βόρεια Ρηνανία-Βεστφαλία (το 31%), στη Βάδη-Βυρτεμβέργη (23%) και στη Βαυαρία (20%). Οι περιοχές αυτές ήταν και οι κύριοι προορισμοί των πρώτων «Gastarbeiter» της δεκαετίας του 1960, και φαίνεται ότι οι κοινότητες που ιδρύθηκαν τότε παραμένουν ενεργές. Οι νέοι μετανάστες και μετανάστριες (μετά το 2009) συγκεντρώνονται επίσης στο Βερολίνο και στην Έσση, όπου ζουν πολλοί νέοι επαγγελματίες και φοιτητές.
Τι πιστεύει όμως αυτός ο πληθυσμός; Πώς είναι η εμπειρία της μετανάστευσής τους; Πότε και γιατί έφυγαν από την Ελλάδα; Ποια εμπόδια αντιμετωπίζουν στη Γερμανία; Τι συναισθήματα και παραστάσεις έχουν για τη Γερμανία και για την Ελλάδα, καθώς και για τους θεσμούς στις δύο χώρες; Βίωσαν διακρίσεις; Διατηρούν δεσμούς με την Ελλάδα και πώς τη βλέπουν από μακριά; Θα επέστρεφαν – και με ποιες προϋποθέσεις;
Γιατί έφυγαν από την Ελλάδα;
Είναι ενδιαφέρον ότι σχεδόν 1 στους 4 πρώτης γενιάς μετανάστες (εξαιρώντας και όσους μετανάστευσαν ως παιδιά) δηλώνουν ότι πριν εγκατασταθούν στη Γερμανία είχαν προηγούμενη εμπειρία μετανάστευσης – είτε στη Γερμανία, περίπου για το ένα τρίτο από αυτούς, είτε σε άλλες, συχνότερα ευρωπαϊκές, χώρες. Επομένως, πολλοί από τους σημερινούς μετανάστες είχαν ήδη διεθνείς παραστάσεις και δεσμούς. Η εμπειρία αυτή είναι μάλιστα πιο συχνή ανάμεσα στα νεότερα και πιο μορφωμένα άτομα που έφυγαν μετά το 2009, πολλοί από τους οποίους είχαν ζήσει στο εξωτερικό αρχικά για σπουδές. Είναι επίσης ενδιαφέρον ότι οι περισσότεροι (αλλά λιγότεροι από την αντίστοιχη έρευνα για το ΗΒ) δηλώνουν ότι είχαν δουλειά πριν μεταναστεύσουν. Μόνο οι 4 στους 10 δηλώνουν ότι ήταν άνεργοι την περίοδο που άφησαν πίσω την Ελλάδα. Στην ομάδα των μεταναστών της κρίσης μάλιστα είναι πολύ πιο πιθανό όσοι εργάζονταν στην Ελλάδα πριν φύγουν να δηλώνουν ότι είχαν τότε επισφαλή απασχόληση. Η έρευνα δείχνει επίσης ότι η μετανάστευση προς τη Γερμανία είναι κυρίως αποτέλεσμα ανάγκης και όχι προσωπικής επιθυμίας. Περίπου 7 στους 10 συμμετέχοντες δήλωσαν ότι έφυγαν από ανάγκη ή από συνδυασμό ανάγκης και επιλογής.
Γιατί όμως πήραν την απόφαση να μεταναστεύσουν;
Περίπου 4 στους 10 ανάφεραν τις «καλύτερες οικονομικές απολαβές», λίγο λιγότεροι την «οικονομική κρίση στην Ελλάδα» που τους επηρέασε προσωπικά αλλά και τη δυνατότητα να είναι οικονομικά αυτόνομοι (32 και 27% αντίστοιχα). Αν κάποιος εστιάσει στους νέους μετανάστες μετά το 2009, η σειρά είναι λίγο διαφορετική: Περίπου οι μισοί (47%) αναφέρουν ως κίνητρο το ότι η οικονομική κρίση επηρέασε την προσωπική ζωή τους.
Άλλα κίνητρα, που αναφέρθηκαν από περισσότερους από 2 στους 10 ερωτώμενους περιλαμβάνουν τις καλύτερες εργασιακές συνθήκες, την οικονομική βοήθεια προς την οικογένεια, την αναζήτηση της αξιοκρατίας και την κάλυψη των αναγκών βιοπορισμού. Όλες οι παραπάνω απαντήσεις επιλέγονταν σταθερά πιο συχνά από τους νέους μετανάστες.
Περίπου 1 στους 3 απαντούν ότι διάλεξαν τη Γερμανία επειδή είχαν φίλους ή συγγενείς. Η έρευνα καταλήγει ότι ένα ποσοστό άνω του 45% υπογραμμίζει με τον έναν ή τον άλλο τρόπο τη σημασία των κοινωνικών ή οικογενειακών δικτύων.
Πώς ζουν, πώς δουλεύουν και πώς συμμετέχουν στη γερμανική κοινωνία οι Ελληνίδες και οι Έλληνες που μετανάστευσαν στη Γερμανία; Πώς αντιλαμβάνονται τη ζωή σε σχέση με την Ελλάδα;
Οι περισσότεροι Έλληνες της Διασποράς δηλώνουν γενικώς ικανοποιημένοι από τις περισσότερες πτυχές της ζωής τους στη Γερμανία, όταν καλούνται να τη συγκρίνουν με την Ελλάδα. Ο μεγαλύτερος βαθμός ικανοποίησης αφορά την οικονομική κατάσταση (μέσος όρος 8,1 στα 10) και την εργασία (7,6). Δηλώνουν ικανοποιημένοι, αλλά σαφώς σε μικρότερο βαθμό, και από την ποιότητα ζωής και την καθημερινότητα στη χώρα (6,1). Ωστόσο, είναι σαφώς χειρότερη η εμπειρία τους στην κοινωνική ζωή (5,2 – ενώ περίπου 1 στους 3 δηλώνουν σε άλλη ερώτηση ότι αισθάνονται μοναξιά) και στην ενασχόληση με τα κοινά (3,9).
Περίπου οι μισοί απόφοιτοι ανώτατης εκπαίδευσης λένε ότι βρήκαν εξαρχής εργασία στο αντικείμενό τους, ενώ σχεδόν 4 στους 10 βρήκαν σχετική δουλειά αργότερα.
Τα εισοδήματα είναι γενικώς αισθητά υψηλότερα από τα ελληνικά, και ξεπερνούν τις διαφορές μεταξύ των δύο χωρών στην αγοραστική δύναμη. Περίπου 6 στους 10 δηλώνουν ότι έχουν εισόδημα μεταξύ €1.500 και €3.000, καθαρά τον μήνα.
Ένα από τα πιο σημαντικά εμπόδια για τη ζωή στη Γερμανία είναι η γνώση της γλώσσας. Οι Ελληνίδες και οι Έλληνες της Γερμανίας βαθμολογούν σχετικά καλά τη γνώση των γερμανικών τους, με κατά μέσο όρο με 7,9 στα 10 για την ομιλία, και με 7,4 για τη γραφή. Η γνώση των ελληνικών παραμένει πολύ καλή ακόμη και στις νεότερες γενιές.
Η εμπειρία των διακρίσεων.
Περίπου 7 στους 10 δηλώνουν ότι έχουν δεχθεί υποτιμητικά σχόλια ή άδικη μεταχείριση λόγω της ελληνικής τους καταγωγής τουλάχιστον μία φορά, ενώ περίπου 1 στους 6 λένε ότι αυτό συνέβη «πολλές φορές». Περίπου 7 στους 10 της πρώτης γενιάς λένε ότι έχουν βιώσει αδικία στη δουλειά εξαιτίας της καταγωγής τους, το 39% μερικές ή πολλές φορές.
Δεσμοί με την Ελλάδα
Παρότι φαίνεται να επικρατεί η ελληνική ταυτότητα, η διαφορά δεν είναι μεγάλη – οι Έλληνες της Γερμανίας αισθάνονται αρκετά εξοικειωμένοι και με τις δύο κουλτούρες. Περίπου 7 στους 10 λένε ότι επικοινωνούν τουλάχιστον μία φορά την εβδομάδα με συγγενείς ή φίλους στην Ελλάδα. Περίπου 6 στους 10 δηλώνουν ότι διαβάζουν ή παρακολουθούν καθημερινά ειδήσεις από την Ελλάδα.
Στην ερώτηση ποιους τομείς πρέπει να βελτιώσει άμεσα η Ελλάδα, οι απαντήσεις επίσης δεν είχαν πολύ μεγάλες διαφορές από εκείνες των πολιτών στη χώρα: 57% ανάφεραν την υγεία, 51% την παιδεία, και από 40% τη δημόσια διοίκηση και τη γραφειοκρατία και τη φορολογία. Οι νεότεροι φαίνεται ότι ενδιαφέρονται περισσότερο για την εκπαίδευση και την εργασία, ενώ οι μεγαλύτεροι δίνουν προτεραιότητα στην υγεία.
Πόσο συμμετέχουν όμως στα ελληνικά κοινά και, επομένως, έχουν την ευκαιρία με την ψήφο τους να επηρεάσουν τα πράγματα στη χώρα καταγωγής τους; Παρότι το δικαίωμα ψήφου των αποδήμων μετά από δεκαετίες συζήτησης κατοχυρώθηκε το 2019, οι αυστηρές προϋποθέσεις και η γραφειοκρατία στην πράξη περιόρισαν ασφυκτικά τη συμμετοχή. Μόνο 3.300 Έλληνες της Γερμανίας γράφτηκαν στους εκλογικούς καταλόγους για τις βουλευτικές εκλογές του 2023, και περίπου 9.500 ψήφισαν στις Ευρωεκλογές του 2024.
Στο ερώτημα αν οι οι ελληνικές κυβερνήσεις έχουν αναπτύξει δράσεις για τους Έλληνες του εξωτερικού ένα μεγάλο ποσοστό (66%) απάντησε ότι οι ελληνικές κυβερνήσεις δεν ενδιαφέρονται πραγματικά για τους Έλληνες του εξωτερικού.
Θα επέστρεφαν;
Η πλειονότητα των Ελλήνων της Γερμανίας δηλώνει ότι ούτε σκοπεύει ούτε επιθυμεί να επιστρέψει μέσα στα επόμενα τρία χρόνια. Μόνο 9% σχεδιάζουν να γυρίσουν, ενώ 49% προτιμούν να παραμείνουν στη Γερμανία. Παρ’ όλα αυτά, η μεγάλη πλειοψηφία, περίπου 7 στους 10 εκείνων που δηλώνουν ότι δεν θα επιστρέψουν στην Ελλάδα σε τρία χρόνια, λένε ότι θα ήθελαν να επιστρέψουν στην Ελλάδα κάποια στιγμή στο πιο μακρινό και αόριστο μέλλον. Συνολικά, περίπου 8 στους 10 συμμετέχοντες στην έρευνα δήλωσαν ότι θα ήθελαν να επιστρέψουν κάποια στιγμή, άμεσα ή αργότερα.
Πηγή: διαΝΕΟσις
Κάνε like στη σελίδα μας στο Facebook
Ακολούθησε μας στο Twitter
Κάνε εγγραφή στο κανάλι μας στο Youtube
Γίνε μέλος στο κανάλι μας στο Viber
– Αναφέρεται ως πηγή το ertnews.gr στο σημείο όπου γίνεται η αναφορά.
– Στο τέλος του άρθρου ως Πηγή
– Σε ένα από τα δύο σημεία να υπάρχει ενεργός σύνδεσμος