Οι Puressence επιστρέφουν στην Ελλάδα για μια μεγάλη συναυλία στη Θεσσαλονίκη στις 20 Σεπτεμβρίου. Όσοι τους έχουμε δει ζωντανά γνωρίζουμε πως δεν πρόκειται για μια ακόμη εμφάνιση, αλλά μία εμπειρία που σε παίρνει μαζί της από την πρώτη νότα…
Πρώτη φορά τους είδα live στις 15 Ιουλίου 1998, στο Rockwave της Φρεαττύδας, αυτό με την αμμοθύελα και το ασύλληπτο line up ( Pulp, Sonic Youth, Ξύλινα Σπαθιά). Πολύ νεότεροι και αυτοί αλλά και εγώ– η ατμόσφαιρα, το πάθος και η φωνή του James Mudriczki έκαναν ξεκάθαρο ότι δεν πρόκειται για μια μπάντα που απλώς παίζει μουσική, αλλά για καλλιτέχνες που ζουν και μοιράζονται κάθε στιγμή με το κοινό τους.
Από το Rockwave Festival μέχρι τις πιο πρόσφατες sold out συναυλίες στην Αθήνα, κάθε εμφάνιση των ιδιαίτερα αγαπητών στην Ελλάδα Puressence αφήνει το δικό της αποτύπωμα.
Για μένα, η κουβέντα με τον James Mudriczki ήταν κάτι παραπάνω από μια συνέντευξη. Στην αρχή μιλήσαμε λίγο για τις διακοπές, την κοινή μας ανάγκη μας για λίγη ακόμα θάλασσα και ίσως ελληνικό ήλιο. Κυρίως όμως ήταν μια ευκαιρία να ακούσω από τον ίδιο πώς η Θεσσαλονίκη έγινε το «δεύτερο σπίτι» της μπάντας, πώς βίωσε την πιο δύσκολη στιγμή της ζωής του, αλλά και γιατί η μουσική των 90s συνεχίζει να μας συγκινεί σαν να γράφτηκε χθες.
Ε.Κ.: Στις 20 Σεπτεμβρίου θα παίξετε στη Θεσσαλονίκη. Η πόλη συχνά αποκαλείται το «δεύτερο σπίτι» των Puressence. Τι τροφοδοτεί αυτή τη βαθιά σύνδεση;
J.M.: Νομίζω ότι η Θεσσαλονίκη έχει πολλά κοινά με το Μάντσεστερ. Είναι ειλικρινά η «δεύτερη πόλη» μας, όπως το Μάντσεστερ, με πρώην βιομηχανική βάση. Είναι μια φοιτητούπολη. Το μόνο που σας ξεχωρίζει είναι η θάλασσα. Αλλά οι ομοιότητες είναι πολλές, η νυχτερινή ζωή που είναι φανταστική, τα μπαρ, τα καφέ, τα εστιατόρια – αγαπώ να είμαι στην πόλη σας. Υπάρχει πάντα κάτι να κάνεις το βράδυ. Η Θεσσαλονίκη και οι άνθρωποι έχουν πολύ ξεχωριστή θέση στην καρδιά μας, ερχόμαστε από τα πρώτα χρόνια της μπάντας και θα ερχόμαστε πάντα.
Ε.Κ.: Έρχεστε όντως από τα πρώτα χρόνια της μπάντας…
J.M.: Και θα ερχόμαστε πάντα! Οι άνθρωποι εκεί νιώθουν τη μουσική πολύ βαθιά. Μετά τις συναυλίες έχουμε πολλές συζητήσεις με φίλους για πολιτισμό, για την ιστορία και τη σημασία της μουσικής. Έχω πολλά υπέροχες αναμνήσεις και θέλω να αποκτήσω κι άλλες…
Ε.Κ.: Μετά το sold out στην Αθήνα, πώς νιώθετε που επιστρέφετε στην Ελλάδα;
J.M.: Για εμάς δεν είναι πολύ νωρίς. Η μπάντα δεν είχε παίξει κοντά 12 χρόνια, οπότε έχουμε πολλά να καλύψουμε. Επιπλέον, είχα μια πολύ δύσκολη περίοδο τον Ιανουάριο, όπως μάλλον ξέρεις, με εγκεφαλική αιμορραγία. Έμεινα στο νοσοκομείο για πολλούς μήνες. Δεν θέλω να χάνω άλλο χρόνο! Θέλω να κάνω ό,τι μπορούμε, όσο μπορούμε. Οι φίλοι μας στη Θεσσαλονίκη δε χρειάζεται να ταξιδέψουν στην Αθήνα για να μας δουν – η Θεσσαλονίκη αξίζει το δικό της live.
Ε.Κ.: Πώς είσαι τώρα με την υγεία σου;
J.M.: Η αλήθεια είναι πως χρειάστηκε πάνω από ενάμιση χρόνο για να αισθανθώ καλά, αλλά τώρα νιώθω πραγματικά καλά. Νιώθω σαν να έχω μια δεύτερη ευκαιρία στη ζωή. Θέλω να δώσω ό,τι καλύτερο στη μουσική και να νιώσω την ανταπόκριση του κοινού.
Ε.Κ.: Νέο άλμπουμ να περιμένουμε; Θέλουμε να ακούσουμε νέα μουσική από εσάς.
J.M.: Προς το παρόν θέλουμε να παίξουμε περισσότερα live, να ξαναβρούμε τη χημεία μας. Αυτό θέλουμε αυτό το διάστημα… Μετά, ίσως σκεφτούμε καινούρια μουσική.
Ε.Κ.: Μετά από όλα αυτά τα χρόνια ποιο τραγούδι θα’ λεγες ότι παραμένει το αγαπημένο σου;
J.M.: Έχω πολλά, αλλά όταν ξεκινά το «India», με τα ντραμς και τις κιθάρες, νιώθω ακόμα κάτι πολύ έντονο.
Ε.Κ.: Η μουσική σας αγγίζει το κοινό σας από την πρώτη νότα. Πώς το εξηγείτε;
J.M.: Δεν προσπαθούμε πολύ να το σκεφτούμε. Οι μελωδίες γεννιούνται από τα συναισθήματα, και μετά έρχονται οι στίχοι. Αν δεν το νιώθουμε εμείς, δεν θα το νιώσει κανείς άλλος. Το να είσαι αυθεντικός είναι το κλειδί.
E.K.: Θυμάσαι την πρώτη σας εμφάνιση στην Ελλάδα; Ήμουν στο Rockwave του 1998 και σας θυμάμαι ως πρώτο γκρουπ, να βγάζετε το κοινό φωτογραφία στο τέλος της συναυλίας, ενθουσιασμένοι από την ανταπόκριση. Δεν υπήρχαν selfie τότε.
J.M.: Ναι! Ήταν στο Rockwave Festival. Δεν υπήρχαν κινητά, όλοι προσπαθούσαν να τραβήξουμε φωτογραφίες και το κοινό, χιλιάδες κόσμου ήταν πίσω μας. Θυμάμαι όλες μας τις συναυλίες στην Ελλάδα. Σε αυτή που λες θυμάσαι ένα τσαλακωμένο μεταλλικό κουτί μπύρας, σαν πράσινο σκαθάρι που κάθισε στο στήθος μου ενώ τραγουδούσα στη σκηνή; Όλοι μου είπαν ότι φέρνει τύχη, οπότε μάλλον ήταν καλό σημάδι, γιατί είμαι ακόμα ζωντανός! Είχε πολλή ζέστη, η σκηνή κοιτούσε απευθείας τον ήλιο και νιώθαμε λίγο σαν να ψηνόμαστε. Αλλά ήταν απίστευτη συναυλία!
Ε.Κ.: Συναυλίες, περιοδείες, δίσκοι, πολλές επανενώσεις αγαπημένων γκρουπ το τελευταίο διάστημα. Έχετε καταλάβει γιατί η μουσική των 90’s εξακολουθεί να συγκινεί τόσο πολύ;
J.M.: Υπάρχει πολλή μαγεία στη μουσική. Είναι κοινωνικά και βιολογικά μέσα μας. Ακόμη και τα μωρά αντιδρούν στη μουσική από τη γέννηση. Η εποχή εκείνη ήταν ξεχωριστή και η σύνδεση με το ελληνικό κοινό, που αγαπάει τη μουσική από το Μάντσεστερ, είναι για εμάς σαν να επιστρέφουμε σπίτι. Παίζοντας στη Θεσσαλονίκη, στην Ελλάδα είναι σαν να γυρίζουμε σπίτι!
Ε.Κ.: Αν έπρεπε να περιγράψεις το ελληνικό κοινό με μία λέξη;
J.M.: «Ειλικρίνεια» (γέλια). Όταν μιλάω με Έλληνες φίλους, όπως τώρα με εσένα, νιώθω αυτή την αλήθεια περισσότερο από οπουδήποτε αλλού στη γη.
Ε.Κ.: Σε ευχαριστώ πολύ, Τζέιμς. Ανυπομονούμε για τη συναυλία.
J.M.: Κι εγώ ανυπομονώ να επιστρέψουμε στη Θεσσαλονίκη. Θα είναι μαγικά!
Κάνε like στη σελίδα μας στο Facebook
Ακολούθησε μας στο Twitter
Κάνε εγγραφή στο κανάλι μας στο Youtube
Γίνε μέλος στο κανάλι μας στο Viber
– Αναφέρεται ως πηγή το ertnews.gr στο σημείο όπου γίνεται η αναφορά.
– Στο τέλος του άρθρου ως Πηγή
– Σε ένα από τα δύο σημεία να υπάρχει ενεργός σύνδεσμος