Στο Κινηματογραφικό Φεστιβάλ του Λονδίνου, εκεί όπου το κόκκινο χαλί δεν χρειάζεται τα φλας των φωτογράφων για να δεις τη λάμψη, έκανε προσγείωση (κυριολεκτικά και μεταφορικά) ο «Roofman»[σ.σ. ο «στεγάνθρωπος»] η νέα κωμωδία του Ντέρεκ Σιανφράνς, με πρωταγωνιστές τους Τσάνινγκ Τέιτουμ, Κίρστεν Ντανστ και Μπεν Μέντελσον. Ηταινία που ήδη προβάλλεται στις Ελληνικές αίθουσες, έκανε ένα λονδρέζικο πέρασμα προκαλλόντας μια γλυκιά αναστάτωση κυρίως λόγω της επίσκεψης των πρωταγωνιστών.
Η υπόθεση, βασισμένη σε αληθινά γεγονότα, είναι απλή αλλά και πολύπλοκη: ένας άντρας που κάνει επιδρομές σεκαταστήματα με μεγάλες καθημερινές εισπράξεις από τις στέγες, καταδικάζεται από μια ανόητη αλλά γεμάτη «συμπάθεια» πράξη του και φυλακίζεται. Συντομα όμως αποδρά και μένει στην αφάνεια για 6 μήνες κατοικώντας σε αποθηκευτικούς χώρους ενός παιχνιδιοκαταστήματος. Αυτό είναι το υλικό για μια παρωδία ηρωισμού και κρίσης ταυτότητας, που φλερτάρει με το κοινωνικό σχόλιο όσο φλερτάρει κι ο Τέιτουμ με την κάμερα· δηλαδή ασταμάτητα.
Πάντα έχει ενδιαφέρον πώς ο κινηματογράφος μετατρέπει τα σοβαρά σε φάρσες. Ο Σιανφράνς, γνωστός για το μελαγχολικό Blue Valentine, εδώ αλλάζει ρότα. Δε σατιρίζει απλώς τον ήρωα· σε βάζει ταυτόχρονα στη θέση του θύματος και του θύτη. Ο θεατής γελάει, αλλά με μια μικρή ενοχή. Μπορεί να ξεκαρδίζεται με τον Roofman, ενώ βλέπει το είδωλο του σε καθρέφτες της δικής του ηθικής άνεσης. Δυστυχώς όμως, αυτή η προσβασιμότητα κρύβει μια κάποια υπόκωφη παραβατική διάθεση από τους παραγωγούς (και τον υπέυθυνο κάστινγκ) αφού πάντα ευκολότεραδικαιολογούμε τον όμορφο απατεώνα και δυσκολότερα τον καταδικάζουμε όταν έχει και ασκεί «γοητεία» να μας κερδίσει. Και φυσικά, ο Τσάνινγκ Τέιτουμ είναι το απόλυτο εργαλείο αυτής της ηθικής παγίδας. Η κάμερα τον λατρεύει, ο φακός τον αγιοποιεί και το κοινό τον συγχωρεί. Ενώ θα έπρεπε να είναι ο αντικοινωνικός -ή έστω όχι αψεγάδιαστος-Roofman, γίνεται τελικά ο πιο αγαπητός διαρρήκτης από την εποχή του George Clooney στο Ocean’s Eleven. Κάπως έτσι, η κοινωνική κριτική, εκεί που πάει να σηκώσει κεφάλι, υποτάσσεται στο πορσελάνινο χαμόγελο του και παίζει νοητά ξυλόφωνο στους κοιλιακούς του.
Από την άλλη, η Κίρστεν Ντανστ δίνει μια πιο γήινη και υπόγεια διάσταση στην ηρωίδα της, μια θρησκευόμενη εργατομητέρα που γοητεύεται -και εξαπατάται- από εκείνον τον διαρρήκτη. Δεν είναι το «all-American girl», και αυτό είναι προς τιμήν της (και της επιλογής της από το κάστινγκ). Φέρνει στο έργο μια μελαγχολία, σαν να γνωρίζει ότι όλη αυτή η ιστορία είναι αστεία μόνο μέχρι τη στιγμή που σταματάς να γελάς.
Το σενάριο κινείται ανάμεσα σε κοινωνική φάρσα και ρομαντική παραβολή, ένα είδος που ο εμπορικόςκινηματογράφος είχε σχεδόν ξεχάσει.
Είναι παρήγορο που επιστρέφουν ρομαντικές κωμωδίες, έστω και από ένα πιο σατιρικό πρίσμα. Είναι κατά τη γνώμη μου ένα είδος παρεξηγημένο, που για χρόνια θεωρήθηκε «ελαφρύ», ενώ στην πραγματικότητα κουβαλάει όλη τη βαρύτητα της ανθρώπινης επιθυμίας να ερωτεύεται, ακόμα και μέσα στο χάος… που απαιτεί τάξη για να περάσει τα μηνύματά του.
Όντως, ο Roofman (σ.σ. «Ένας Έντιμος Κλέφτης» αποδίδεται στα ελληνικά) σκαρφαλώνει στις στέγες, αλλά ο αληθινός του άθλος είναι ότι κάνει το κοινό να φτάσει στην κορυφή χωρίς προστατευτικό δίχτυ… στις αντιφάσεις του. Το γέλιο μπερδεύεται με την ενοχή, η σάτιρα με τη συμπόνια, και κάπου εκεί ανάμεσα, το σινεμά ξαναβρίσκει τον λόγο ύπαρξής του για το ανάμεσα κοινό, αυτό που δεν βλέπει ταινίες υπερ-ηρώων και επίσης δεν είναι αποκλειστικός σκληροπυρηνικός σινεφίλ θεατής.
Κι αν κάτι πρέπει να μείνει από την ταινία στο κοινό, είναι πως η ρομαντική κωμωδία δεν είναι ένα νεκρό είδος αλλά ένα εξορισμένο που στρογγυλοκάθεται στα πισινά του στις πλατφόρμες, περιμένοντας να την καλέσει πάλι ο κινηματογράφος στη μεγάλη οθόνη. Γιατί μπορεί οι πλατφόρμες να γελάνε πρώτες, αλλά το καλό σινεμά γελάειπάντα τελευταίο. Και συνήθως πιο αληθινά· και από καρδιάς.
Κάνε like στη σελίδα μας στο Facebook
Ακολούθησε μας στο Twitter
Κάνε εγγραφή στο κανάλι μας στο Youtube
Γίνε μέλος στο κανάλι μας στο Viber
– Αναφέρεται ως πηγή το ertnews.gr στο σημείο όπου γίνεται η αναφορά.
– Στο τέλος του άρθρου ως Πηγή
– Σε ένα από τα δύο σημεία να υπάρχει ενεργός σύνδεσμος