ertnews.gr

Ο Βαγγέλης Σιαφάκας “Με μια χιλιάρα Καβασάκι”

29/11 22:57
Ο Βαγγέλης Σιαφάκας “Με μια χιλιάρα Καβασάκι”

ΕΝΑΣ ΣΥΓΓΡΑΦΕΑΣ, ΕΝΑ ΒΙΒΛΙΟ
Επιμέλεια: Μαρία Σφυρόερα

Το «Με μια χιλιάρα Καβασάκι» είναι μια συλλογή από ιστορίες οι οποίες γράφτηκαν σε μια πυρετώδη κατάσταση μέσα σ’ έναν μήνα. Ήταν ψυχαναγκαστικό το γράψιμο. Έπρεπε να γράψω. Δεν ήξερα γιατί. Αλλά έπρεπε. Επέλεξα να γράψω με λιτό, αφηγηματικό, ρεαλιστικό τρόπο αλλά χρειάστηκε να δουλευτούν και να ξαναδουλευτούν τα κείμενα γιατί όπως διαπίστωσα όταν τα ξαναδιάβαζα ήταν σαν να έχει ξεχυθεί από το μυαλό μου ένα ολόκληρο ποτάμι. Άρχισα να κόβω λες και ακρωτηριαζόμουν. Σ’ αυτό με βοήθησε η πείρα μου ως δημοσιογράφος. Όσες σκέψεις μου είχαν παρεμβληθεί στην πρώτη γραφή, τις έβγαλα. Δεν έβρισκα νόημα στο να τις αφήσω. Όσο έκοβα, όσο μπάλωνα, όσο ανακατασκεύαζα είχα το φόβο ότι στερώ την ζωντάνια από τις ιστορίες μου. Νομίζω, όμως, ότι τα κατάφερα τελικά.

Όταν όλα τελείωσαν και άρχισα να αναλογίζομαι τι έγραψα, στην αρχή είδα πως τελικά έγραψα ερωτικές ιστορίες. Για τον έρωτα μιλάω με φόντο τα Γιάννενα, την πολιτική κατάσταση της εποχής. Για τα παιδιά, τους εφήβους, τους μεσήλικες που ακόμη ερωτεύονται και που μπορούν να ειρωνεύονται τον εαυτό τους, τη γενιά τους.

Μετά όμως είδα πώς ακόμα και οι ερωτικές ιστορίες ήταν ένα φόντο, όπως τα Γιάννενα ή η Φλωρεντία. Και κατάλαβα πώς διηγούμαι την εφηβεία και την ενηλικίωση μιας γενιάς, της δικής μου. Χωρίς να σκαρώσω ένα βιβλίο μνήμης. Είναι, όμως, μια απόπειρα να ξαναδιαβάσω το παρελθόν με τα σημερινά μου βιώματα. Όχι να το περιγράψω. Άλλωστε οδηγώ τους ήρωές μου εκεί που σήμερα θα ήθελα να πάνε. Σκαρώνω τις ιστορίες με μια, ας μου επιτραπεί, σύγχρονη ματιά. Μόνο έτσι υπάρχει κάθαρση.

Δεν απομυθοποιώ, προσπαθώ να γλυτώσω από την αράχνη της νοσταλγίας.Η νοσταλγία δεν είναι ο σωστός δρόμος για την οποιαδήποτε επιστροφή. Σε παιδεύει, σε καθιστά όμηρό της, με αποτέλεσμα να εξιδανικεύεις τις ιστορίες που θέλεις να πεις.

Τη «δική μου γενιά» κάποιοι τη μετέφρασαν δικτατορία, μεταπολίτευση, Ρήγας Φεραίος. Και δίκιο έχουν γιατί και προς τα εκεί τους οδηγώ, αυτά είναι τα βιώματά μου. Δεν είναι, όμως, ένα βιβλίο για όλα αυτά, με κανένα τρόπο. Υπάρχουν, μας προσδιορίζουν, μας χαρακτηρίζουν, όπως φαίνεται και στο τελευταίο διήγημα, αλλά όχι μόνο αυτά. Από κει και πέρα, ο καθένας έχει τη δική του ιστορία.

Αν με ρωτήσει κάποιος, ποιους είχα στο μυαλό μου όταν έγραφα, θα του πω ότι είμαι λάτρης του Φελίνι και του τρόπου που ανιχνεύει το παρελθόν στο Amarcord. Και νιώθω μια απέραντη γλύκα μέσα μου όταν ο ήρωας, μεγάλος πια, επιστρέφει στο παλιό σινεμά, στο Cinema Paradiso του Τορνατόρε.

Γράφοντας το βιβλίο είχα επίσης κατά νου πώς μετά «Το τέλος της μικρής μας Πόλης» του Δημήτρη Χατζή και τον «Λούσια» του Νίκου Χουλιαρά δεν υπήρχε τίποτα άλλο για να γραφτεί. Όχι γιατί από κάποια ανόητη έπαρση βάζω τις ιστορίες μου δίπλα τους. Πρόκειται για δύο ανεπανάληπτα βιβλία. Είχα όμως μια απροσδιόριστη επιθυμία να πιάσω το νήμα από εκεί που το άφησαν. Το αποτυπώνω στα «Καμώματα της πάχνης». Όπου σχεδόν απελπισμένος βρίσκομαι σε μια συζήτηση σ’ έναν παλιό καφενέ με τους ήρωες του Χατζή, τον Σιούλα τον Ταμπάκο και την Μαργαρίτα Περδικάρη και τον Λούσια του Νίκου Χουλιαρά.

Βαγγέλης Σιαφάκας

Ο Βαγγέλης Σιαφάκας “Με μια χιλιάρα Καβασάκι”
Δεκαοχτώ ιστορίες που ανασυνθέτουν μνήμες της Δικτατορίας και της Μεταπολίτευσης, μέσα από τα μάτια μιας παρέας εφήβων οι οποίοι μεγαλώνουν, ονειρεύονται, ερωτεύονται, ωριμάζουν βίαια και πολιτικοποιούνται εκείνα τα χρόνια: το βιβλίο του Βαγγέλη Σιαφάκα Με μια χιλιάρα Καβασάκι κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Πόλις (σελ.: 280, τιμή: 12 €).

Στο εξώφυλλο: φωτογραφία του Γιώργου Δ. Γεραλέξη

Συνέντευξη του συγγραφέα στο Πρώτο Πρόγραμμα μπορείτε να ακούσετε εδώ.

Ο Βαγγέλης Σιαφάκας γεννήθηκε στα Γιάννενα το 1952 και έμαθε γράμματα στη Ζωσιμαία Σχολή. Σπούδασε Αρχιτεκτονική στη Φλωρεντία, αλλά επέλεξε τη δημοσιογραφία.
Ξεκίνησε από την Αυγή, όπου θήτευσε κοντά στον Σοφιανό Χρυσοστομίδη. Διετέλεσε επί σειρά ετών διευθυντικό στέλεχος σε ραδιοφωνικούς και τηλεοπτικά δίκτυα, για να επιστρέψει στην έντυπη δημοσιογραφία ως αρχισυντάκτης και μετέπειτα διευθυντής σύνταξης της Κυριακάτικης Ελευθεροτυπίας (1999-2011). Υπήρξε τακτικός αρθρογράφος σε πολλές εφημερίδες και περιοδικά. Το 2013 ανέλαβε τα καθήκοντα του ειδικού συμβούλου στο ΑΠΕ.
Ήταν στέλεχος του «Ρήγα Φεραίου» από τα χρόνια της Δικτατορίας, και μέλος του Κεντρικού Συμβουλίου της οργάνωσης έως το 1977, όταν και εγκατέλειψε την ενεργό πολιτική δράση, όχι όμως και τις απόψεις του για την ανανεωτική ευρωπαϊκή Αριστερά.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

Exit mobile version