Συνέντευξη στον Αλέξανδρο Ρωμανό Λιζάρδο
Μια συζήτηση με τον διακεκριμένο διευθυντή φωτογραφίας και σκηνοθέτη Φαίδων Παπαμάϊκλ που ήταν μάλιστα υποψήφιος και για δύο Όσκαρ, μιλήσαμε για τις προκλήσεις, τις εμπνεύσεις και την αιώνια αγάπη του για το σινεμά. Επίσης μας αποκάλυψε τις εκλεκτικές συγγένειες που είχε από παιδί με τον κινηματογράφο και την αγάπη του για συλλογή ταινιών σε κάθε φορμάτ αλλά και κινηματογραφικών αφισών.
*Το κείμενο έχει υποστεί επεξεργασία για την περισσότερο ευρεία κατανόηση του.
Αλέξανδρος Ρωμανός Λιζάρδος: Έχετε μια σπουδαία καριέρα στη διεύθυνση φωτογραφίας, αλλά κάθε λίγα χρόνια επιστρέφετε στη σκηνοθεσία. Αυτό δεν είναι ένα ρίσκο, δεδομένου ότι στη σκηνοθεσία είστε σχεδόν «πρωτοεμφανιζόμενος» σε σχέση με την καταξιωμένη πορεία σας ως διευθυντής φωτογραφίας; Πώς βιώνετε αυτή την επιστροφή;
Φαίδων Παπαμάϊκλ: Κοιτάξτε, δεν θεωρώ τον εαυτό μου αποκλειστικά σκηνοθέτη ή μόνο διευθυντή φωτογραφίας. Όταν ξεκίνησα, στα 20 μου, παρόλο που τα πρώτα μου βήματα ήταν στον χώρο της ζωγραφικής τέχνης, το πρώτο πράγμα που έκανα φτάνοντας εκεί ήταν να γράψω ένα σενάριο. Αισθανόμουν απλά σινεφίλ παρά δημιουργός. […] Κατάλαβα όμως γρήγορα ότι μου αρέσει να λέω ιστορίες και δεν ήθελα να περιορίζομαι σε μια ιδιότητα. Για μένα, η διαφορά μεταξύ διευθυντή φωτογραφίας και σκηνοθέτη δεν είναι τόσο μεγάλη ώστε να χρειάζεται να «αλλάξω μάτια» ή ιδιότητα.
Αλέξανδρος Ρωμανός Λιζάρδος: Η εμπειρία σας ως διευθυντής φωτογραφίας πώς επηρεάζει τη σκηνοθετική σας προσέγγιση;
Φαίδων Παπαμάϊκλ: Οι σκηνοθέτες με τους οποίους δουλεύω, όπως ο James Mangold με τον οποίο έχω κάνει επτά ταινίες, ξέρουν ότι σκηνοθετώ. Έχουμε μια πολύ στενή συνεργασία, μια σχέση συν-δημιουργίας (co-authorship). Ο Mangold δεν αισθάνεται ότι τον καπελώνω· του αρέσει. Και ως διευθυντής φωτογραφίας έχω μάθει πάρα πολλά για τη σκηνοθεσία. Έχοντας καθίσει στο μοντάζ, έχοντας δει την «πλήρη εικόνα» από την αρχή ως το τέλος, καταλαβαίνεις πραγματικά πώς να στήσεις ένα «παιχνίδι». Πολλές φορές, ένα απίθανο (σ.σ. τεχνικά) πλάνο λειτουργεί καλύτερα μόνο του, ενώ στη μεγαλύτερη εικόνα, στην αφήγηση της ιστορίας, μπορεί να μην λειτουργεί. Αυτή η εμπειρία είναι βασική. Μου αρέσει να πηγαίνω μπρος-πίσω. Δεν είμαι ένας φρουστραρισμένος φωτογράφος που προσπαθεί να σκηνοθετήσει. Είμαι σκηνοθέτης με όλο το πακέτο, μου αρέσει να δουλεύω με τον συνθέτη, τη μουσική, τον ήχο, το sound design.
Αλέξανδρος Ρωμανός Λιζάρδος: Ο James Mangold, γνωρίζω από πρώτο χέρι πόσο πολύ σας εκτιμά. Μάλιστα, σε παλαιότερη συζήτησή μας, αφιέρωσε αρκετό χρόνο μιλώντας για το ταλέντο σας να εντοπίζετε και να λύνετε προβλήματα με ακρίβεια. Αυτό το μεταφέρετε και στη σκηνοθεσία;
Φαίδων Παπαμάϊκλ: Ναι, έχω μάθει πολλά από τον Alexander Payne (πολυβραβευμένος σκηνοθέτης και σεναριογράφος Ελληνικής καταγωγής) και ειδικά από τον Mangold όσον αφορά την επικοινωνία. Ο Mangold είναι πολύ ακριβής στις οδηγίες του, ενώ ο Alexander είναι κάπως μινιμαλιστής. Παρατηρώντας τους, έμαθα πώς διαχειρίζονται το σετ και πώς επικοινωνούν. Στην πρώτη μου ταινία ως σκηνοθέτης, το «Sketch Artist» στα 29 μου, είχα πολλές φιλοδοξίες, επηρεασμένος από τους Αντονιόνι και Γκοντάρ. Ο Γκοντάρ έλεγε «στο μοντάζ απλώς κόβω ό,τι δεν είναι καλό». Όμως από τον Mangold έμαθα πόσο σημαντικό είναι να έχεις αρκετές (αφηγηματικές) επιλογές (και λήψεις) για το μοντάζ. Παλιά ήθελα να κάνω τα πάντα σε ένα πλάνο. Από τον Alexander έμαθα για την απλότητα στην οπτική αφήγηση.
Αλέξανδρος Ρωμανός Λιζάρδος: Ποια είναι μια βασική αρχή που εφαρμόζετε όταν σκηνοθετείτε, προερχόμενη ίσως από την εμπειρία σας ως κινηματογραφιστής;
Φαίδων Παπαμάϊκλ: Όταν σχεδιάζουμε μια σκηνή, πάντα ρωτάω: «Πού παίζει η σκηνή; Πού είναι το «σημείο κλειδί» της σκηνής;». Γιατί μπορεί να έχεις ένα φανταστικό πλάνο που κινείται η κάμερα, αλλά αν δεν εξυπηρετεί το κεντρικό νόημα, δεν υπάρχει λόγος να παίξει. Έχω την ικανότητα να «μοντάρω» τη σκηνή στο μυαλό μου, κάτι που έχει και ο Mangold. Είμαστε σαν αδέρφια σε αυτό, με μια πολύ ανοιχτή «συγγραφική» συνεργασία.
@alexlizardos Excerpt from the discussion with the distinguished cinematographer and director Phaedon Papamichael, who has been nominated for two Oscars, on the occasion of his new film LIGHT FALLS. #PhaedonPapamichael #LightFalls #Cinematography #Director #OscarNominee #NewFilm #BehindTheScenes #FilmIndustry #GreekCinema #Interview Απόσπασμα από τη συζήτηση με τον διακεκριμένο διευθυντή φωτογραφίας και σκηνοθέτη Φαίδωνα Παπαμάϊκλ, ο οποίος ήταν υποψήφιος για δύο Όσκαρ, με αφορμή τη νέα του ταινία LIGHT FALLS. #ΦαίδωνΠαπαμαϊκλ #feelgoodentertainment #ΔιευθυντήςΦωτογραφίας #Σκηνοθέτης #ΥποψήφιοςΌσκαρ ♬ πρωτότυπος ήχος – Alexandros Romanos Lizardos
Αλέξανδρος Ρωμανός Λιζάρδος: Στη νέα σας ταινία, «Όταν το φως Πέφτει», η φωτογραφία φαίνεται να εξελίσσεται, ξεκινώντας πιο επιτιδευμένα «ερασιτεχνικά» και αλλάζοντας προς το τέλος, αποτέλεσμα που προέκυψε από τη συνεργασία σας με έναν ακόμα διευθυντή φωτογραφίας. Πώς ήταν λοιπόν η συνεργασία με τον διευθυντή φωτογραφίας Άκη Κωνσταντακόπουλο που μοιραστήκατε το credit της φωτογραφίας για αυτό το αποτέλεσμα;
Φαίδων Παπαμάϊκλ: Ο Άκης είναι φίλος μου από το Λος Άντζελες. Είχε κάνει second unit για μένα στο «From Within». Λόγω του Covid και των γυρισμάτων στην Ελλάδα, ήθελα ένα πολύ μικρό και ευέλικτο συνεργείο. Ο Άκης ήταν πολύτιμος στην αρχή, ειδικά στην οργάνωση και το location scouting, αλλά κάποια στιγμή αποχώρησε για άλλη παραγωγή. Τότε ανέλαβα εγώ, με τον εξαιρετικό Steadicam operator Μιχάλη Τσιμπερόπουλο, που γνωριζόμαστε από το 1999. Όλα τα πλάνα που δεν ήταν steadicam τα έκανα εγώ. Το κτίριο όπου γυρίσαμε, μια παλιά σχολή τουρισμού στην Ανάβυσσο με μπρουταλιστική αρχιτεκτονική, έγινε σχεδόν χαρακτήρας στην ταινία. Ήταν ένας από τους κύριους λόγους που έκανα την ταινία υπό αυτές τις περιορισμένες συνθήκες.
Αλέξανδρος Ρωμανός Λιζάρδος: Αυτή η ευελιξία του μικρού συνεργείου πώς λειτούργησε πρακτικά;
Φαίδων Παπαμάϊκλ: Μας επέτρεψε να είμαστε αυθόρμητοι. Μια μέρα, είδα απίστευτα σύννεφα και φώναξα την ομάδα να βγούμε έξω να γυρίσουμε μια σκηνή. Αυτά δεν γίνονται στο Χόλιγουντ! Είχαμε την ελευθερία να αντιδρούμε στα ερεθίσματα. Μπορούσα να πω, «Ας γυρίσουμε αυτή τη σκηνή στις 10 το πρωί που το φως είναι καλό από ανατολικά και δεν χρειαζόμαστε τίποτα άλλο». Ήταν πολύ οργανικό, μου θύμισε τις low-budget ταινίες που έκανα νέος. […]
Αλέξανδρος Ρωμανός Λιζάρδος: Η ταινία έχει ένα διεθνές καστ, συμπεριλαμβανομένων νεαρών Αλβανών και Γεωργιανών ηθοποιών αλλά γυρίζεται σε Ελληνικό έδαφος με μια ιστορία που αγγίζει θέματα κακής επικοινωνίας και συγκυριών. Θα θέλατε να το σχολιάσετε;
Φαίδων Παπαμάϊκλ: Ναι, οι Αλβανοί ηθοποιοί είναι φοιτητές δραματικής σχολής, πολύ ταλαντούχοι. […] Όσο για την ιστορία, θα μπορούσε να συμβεί οπουδήποτε. Είναι μια ταινία για το κακό timing, την αδυναμία επικοινωνίας, το «λάθος μέρος, λάθος χρόνος». Η ταινία ξεκινά σαν ένα οδοιπορικό αλά Eric Rohmer και εξελίσσεται σε κάτι πιο σκοτεινό, πιο Ταραντίνο. Αυτή η αλλαγή ήταν σκόπιμη.
Αλέξανδρος Ρωμανός Λιζάρδος: Μια σκηνή δείχνει έναν νεαρό Αλβανό να υφίσταται σεξουαλική κακοποίηση και αργότερα να συμμετέχει σε βιασμό. Υπονοείτε ότι η βία γεννά βία;
Φαίδων Παπαμάϊκλ: Πιστεύω ότι άνθρωποι που έχουν κακοποιηθεί τείνουν να εφαρμόζουν παρόμοιες συμπεριφορές, ή ίσως προσπαθούν να επιβεβαιώσουν την αρρενωπότητά τους. Σε αυτή την ταινία, κατά μία έννοια, όλοι είναι θύματα των περιστάσεων. Ακόμα και η Κλάρα, το θύμα, γίνεται αυτό που γίνεται (spoiler alert). Τι πυροδοτεί αυτή την αλλαγή; Είναι αρκετή δικαιολογία αυτό για να αλλάξει ένας άνθρωπος; Έχουμε όλοι αυτό το οριακό σημείο που όταν το ξεπεράσουμε αλλάζουμε; Αυτά είναι ερωτήματα που θέτει η ταινία.
Αλέξανδρος Ρωμανός Λιζάρδος: Η επιλογή οι πρωταγωνίστριες να είναι ομοφυλόφιλο ζευγάρι, και μάλιστα ξένες στην Ελλάδα, προσθέτει κάποια διάσταση στην ευαλωτότητά τους; Μήπως κάνει μια κριτική αντιπαράθεση με τον βιασμό άντρα (παράνομου μετανάστη) από άντρα (εκπροσώπου της τάξης) που ανέφερα παραπάνω;
Φαίδων Παπαμάϊκλ: Αρχικά το σενάριο ήταν για έναν άντρα και μια γυναίκα. Υπήρχε ένας πρακτικός λόγος: οι δύο κοπέλες είναι φίλες στην πραγματικότητα και ήθελα να δουλέψω μαζί τους. Ήταν σημαντικό για μένα ότι η ιστορία θα λειτουργούσε με γυναίκες που δημιουργούν τη δική τους «οικογένεια» σε έναν κόσμο που δεν τους είναι οικείος. Αυτό δημιουργεί μια άλλη ευαλωτότητα, όχι μόνο για τις γυναίκες, αλλά και για τους ξένους. Οι κοπέλες παίζουν σχεδόν τους εαυτούς τους. […] Και η παρατήρηση σου είναι εύστοχη καθώς… λειτουργεί.
Αλέξανδρος Ρωμανός Λιζάρδος: Κάνοντας μια αναδρομή, θυμάστε τις μέρες σας με τον Roger Corman. Πώς ήταν εκείνη η εμπειρία;
Φαίδων Παπαμάϊκλ: (Γελάει) Όταν έγραφα για τον Roger, είχα έναν φίλο που έγραφε τη μουσική γιατί ήξερε τι σκηνικούς χώρους είχε ο Roger στα μικρά πλατώ του! Ο Corman ήταν απόφοιτος του Stanford, αλλά πάνω στις ταινίες δεν σου έφερνε αντιρρήσεις αρκεί να μπορούσαν να ολοκληρωθούν στους ήδη υπάρχοντες χώρους (σ.σ. ο ένας ήταν… στριπτιτζάδικο). […] Οι μοναδικές του παρατηρήσεις ίσως ήταν πως «Χρειαζόμαστε περισσότερο καπνό!». Είχαμε μια απίστευτη ομάδα τότε, πολλοί από τους οποίους πήραν αργότερα Όσκαρ. Το στούντιο του Corman ήταν το «παιχνίδι» μας. Εκεί έκανα τα πρώτα μου βήματα (με το «Στριπτίζ που σκοτώνει»). Ξεκίνησα να δουλεύω και δεν σταμάτησα ποτέ για 40 χρόνια.
Αλέξανδρος Ρωμανός Λιζάρδος: Αυτή η ταινία έγινε γνωστή από την κυκλοφορία στο βίντεο και πλέον έχει cult status και συλλεκτική αξία. Πώς αισθανόταν άραγε τότε ένας διευθυντής φωτογραφίας, που πρόσεχε την κάθε λεπτομέρεια, βλέποντας τη δουλειά του στην χαμηλή ποιότητα του VHS και συχνά με λάθος κάδρο;
Φαίδων Παπαμάϊκλ: Έπρεπε να προστατεύουμε το κάδρο για το 1.33 aspect ratio, αλλά εμείς γυρίζαμε σε 1.85. Είχα κι εγώ VHS, και αργότερα LaserDisc – ακόμα έχω VHS player σπίτι μου! Ναι, η ποιότητα ήταν πρόβλημα. Το καλό με τον Corman, όμως, ήταν ότι όλες αυτές οι B-movies είχαν κινηματογραφική διανομή. Μια ταινία μου, το «Body Chemistry», έπαιζε πέντε εβδομάδες σε μεγάλο σινεμά. Και γυρίζαμε σε φιλμ 35mm Arri BL-2 με φακούς Zeiss super speed – τους ίδιους που χρησιμοποίησα και στην ταινία μου «Όταν το Φως Πέφτει»!
Αλέξανδρος Ρωμανός Λιζάρδος: Τι σας λείπει περισσότερο από εκείνη την αίσθηση της «κοινωνικής αλληλεπίδρασης» που περιγράψατε;
Φαίδων Παπαμάϊκλ: Όταν είσαι συγγραφέας, ποιητής, συνθέτης, φωτογράφος, ζωγράφος, είσαι πάντα μόνος, επεξεργάζεσαι τα πάντα εσωτερικά, σχεδόν σαν μονόλογος. Η αλληλεπίδραση με τα συνεργεία και η δυνατότητα να ταξιδεύω και να ανακαλύπτω τον κόσμο μέσω αυτού του επαγγέλματος είναι αυτό που με έκανε να αποφασίσω να γίνω κινηματογραφιστής. Και φυσικά, επηρεάστηκα από τον πατέρα μου. Όταν τελείωσα την σχολή καλών τεχνών εκεί στο Μόναχο, πήγα αμέσως στις ΗΠΑ. Ο πατέρας μου μόλις είχε τελειώσει το «Love Streams» του Κασσαβέτη. Η κόρη του Ben Gazzara, η Liz, έκανε μια μικρού μήκους ταινία, αυτό ήταν το πρώτο μου project. Τελικά, δεν πήγα ποτέ σε σχολή κινηματογράφου. Μετά την ταινία της Liz, ήρθε ο πρώην φίλος της, μετά άλλος, γνώρισα τον Alexander Payne που ήταν ακόμα στο UCLA – έκανα συνέντευξη μαζί του για τη μικρού μήκους ταινία του, δεν με πήρε, αλλά πήρα μια άλλη πτυχιακή ταινία του UCLA όπου ο Alexander ήταν boom man! Όλοι βοηθούσαν όλους, έτσι μπήκα στον κύκλο και δεν σταμάτησα ποτέ.
Αλέξανδρος Ρωμανός Λιζάρδος: Ποια είναι η αγαπημένη σου ταινία που έχεις σε VHS ή LaserDisc;
Φαίδων Παπαμάϊκλ: Έχω τόσα LaserDisc. Κάποιους τίτλους δεν τους έβρισκες αλλού. Το «All That Jazz» (Η Παράσταση Αρχίζει), για παράδειγμα, το πλήρωσα 80 δολάρια σε LaserDisc! Η Criterion έκανε απίστευτη δουλειά. Το «All That Jazz» είναι από τις αγαπημένες μου ταινίες.
Αλέξανδρος Ρωμανός Λιζάρδος: Νωρίτερα, εκτός ηχογράφησης, μου αναφέρατε μια ισχυρή σύνδεση με τη Γεωργία, συμπεριλαμβανομένης μιας εταιρείας παραγωγής εκεί.
Φαίδων Παπαμάϊκλ: : Η σύνδεσή μου με τη Γεωργία είναι ότι έχω μια εταιρεία παραγωγής εκεί, την Enkeny Film, η οποία είναι και η εταιρεία παραγωγής της τωρινής μου ταινίας. Μετακομίσαμε εκεί πριν από περίπου 8 χρόνια και κάνουμε production service. Το «Όταν το Φως Πέφτει» είναι μια συμπαραγωγή Ελλάδας, Γεωργίας και Αλβανίας, με τον Θανάση Καραθάνο να βοηθά με τη χρηματοδότηση του post-production.
Η σχέση μου με τη Γεωργία ξεκίνησε το 1999, όταν έκανα μια ταινία με την Άννα Τζορτζάτζε, το «27 Missing Kisses», που πήγε και στις Κάννες. Τότε ανακάλυψα τη χώρα, που ήταν σαν την «Άγρια Ανατολή». Έκτοτε έχει αλλάξει πολύ, και τώρα πάλι υπάρχουν νέα δεδομένα και προβλήματα, ειδικά με τη γειτνίαση με τον Πούτιν. Παρέχουμε production service ακόμα και για μεγάλα στούντιο, όπως για τα Universal Studios όταν ήρθε το «Fast & Furious 9» στη Γεωργία, φέρνοντας 300 άτομα, εκατοντάδες αυτοκίνητα και όπλα. Είναι άλλη μια από τις περιπέτειές μου, μια εμπειρία μάθησης και ταξιδιού.
Αλέξανδρος Ρωμανός Λιζάρδος: Φαίνεται πως αυτές οι εμπειρίες και τα ταξίδια είναι καύσιμο για τη δουλειά σας.
Φαίδων Παπαμάϊκλ: Ακριβώς. Πάντα ψάχνω να ανακαλύψω νέα πράγματα που εξάπτουν το ενδιαφέρον μου. Όλες αυτές οι εισροές και οι εμπειρίες είναι που μας τρέφουν ως ερμηνευτικούς ή δημιουργικούς καλλιτέχνες. Δεν μπορείς απλά να κάθεσαι στο γραφείο σου στο Burbank και να σου έρχονται ιστορίες. Δηλαδή, μπορείς, αλλά θα είναι περιορισμένες. Γι’ αυτό και οι διαφημίσεις παίζουν μεγάλο ρόλο, γιατί δεν είναι μακροχρόνια δέσμευση και μου δίνουν την ευκαιρία να πάω σε πολλά μέρη που αλλιώς δεν θα πήγαινα (σ.σ. ο Φαίδων Παπαμάϊκλ είναι ο διευθυντής φωτογραφίας της γνωστής διαφήμισης για κάψουλες καφέ με τον Τζόρτζ Κλούνευ). Και όταν ταξιδεύεις με κινηματογραφικό συνεργείο, η εμπειρία είναι εντελώς διαφορετική από του τουρίστα. Γνωρίζεις την τοπική κοινωνία εκ των έσω, σε πηγαίνουν σε μέρη που δεν θα έβρισκες ποτέ, μαθαίνεις για τις οικογένειές τους, παίρνεις μια πολύ πιο συμπαγή εικόνα της κοινωνίας.
Αλέξανδρος Ρωμανός Λιζάρδος: Έχετε αναφερθεί αρκετές φορές σε ένα project που σας συνδέει με τον πατέρα σας. Τον πατέρα σας τον γνώρισα πριν από εσάς, στην Κύπρο, και θυμάμαι με πόση παθολογική αγάπη μιλούσε για εσάς. Καταλαβαίνω ότι σας συνδέουν πολλά, καθώς και οι δύο βλέπετε τον κινηματογράφο όχι απλά ως δουλειά.
Φαίδων Παπαμάϊκλ: Ναι, ο πατέρας μου ήταν ζωγράφος και μετά διακρίθηκε στη σκηνογραφία, κυρίως δουλεύοντας με φίλους ή με τον Κασσαβέτη – ήταν οικογενειακή υπόθεση. Κι εγώ ξεκίνησα ως graphic design, μετά δοκιμάστηκα στο industrial design, τη φωτογραφία, και τελικά ανακάλυψα την κινηματογράφηση. […] Είναι μια μορφή φωτογραφίας, αλλά και αφήγηση ιστοριών, […] και αλληλεπιδρώ με συνεργείο. Δεν μπορώ να το κάνω μόνος μου. Αυτό με ενδιαφέρει ως επιλογή τρόπου ζωής. Γι’ αυτό επέλεξα την κινηματογράφηση ως κύριο επάγγελμά μου.
Αλέξανδρος Ρωμανός Λιζάρδος: Επιτρέψτε μου μια πιο προσωπική ερώτηση. Σπάνια γιος και πατέρας έχουν ακριβώς το ίδιο ονοματεπώνυμο. Γιατί στην περίπτωσή σας συμβαίνει αυτό;
Φαίδων Παπαμάϊκλ: (Γελάει) Επειδή ήταν λίγο μεγάλος όταν με έκανε. Όχι πολύ μεγάλος με τα δεδομένα τώρα, αλλά ήταν στα σαράντα του, και μέχρι να κάνω εγώ εγγονό και να τον ονομάσω Φαίδωνα, δεν ήθελε να περιμένει! Αυτό υποστήριζεκαι αυτός είναι ο πραγματικός λόγος. […] Μόνο μια φορά λίγο έμελλε να γίνω «junior» όταν κάναμε μαζί μια ταινία με τον Nick Cassavetes (διανεμήθηκε στην Ελλάδα ως «Χάρισέ μου τ’ άστρα»), όπου ήμουν DP και ο πατέρας μου production designer – με την Gena Rowlands, τον Gerard Depardieu, τη Marisa Tomei. Είπα στον Nick να μην με βάλει «junior» (νεαρό), γιατί είχα κάνει ήδη πολλές ταινίες χωρίς αυτό. Μου πρότεινε: «Ας βάλουμε τον πατέρα μου «senior» (πρεσβύτερο)». Το κάναμε για πλάκα, αλλά κάπως έμεινε. Είχαμε πολύ πλάκα, ήταν παράδοση να πειράζουμε τον πατέρα μου, όπως τον πείραζε πάντα ο John Cassavetes. Ήταν πολύ καλό «θύμα» για αστεία.
Αλέξανδρος Ρωμανός Λιζάρδος: Θα κάνατε ποτέ ένα αμιγώς ελληνικό project, 100% στα ελληνικά; Μου είχατε πει στο Μαρόκο ότι ο Alexander Payne ήθελε να πάρει την ελληνική υπηκοότητα ακριβώς για να κάνει ένα project στην Ελλάδα, και υποψιάστηκα ότι ίσως συνεργαστείτε.
Φαίδων Παπαμάϊκλ: προσωπικά μόνος μου δεν θα ήθελα να κάνω μια 100% ελληνική ταινία. […] Όμως μιλάμε με τον Alexander που θα ήθελε (και ίσως συνεργαστούμε). Θέλει να κάνει μια ελληνική ταινία, 100% στην ελληνική γλώσσα. Έχει μάθει πολύ καλά ελληνικά, μιλάει καλύτερα από μένα! Όταν τον γνώρισα δεν μιλούσε σχεδόν καθόλου, αλλά είναι καλύτερος μαθητής από εμένα, διαβάζει πολύ, έχει PhD στην ισπανική λογοτεχνία. Κάθε φορά που τον βλέπω -γιατί έρχεται συχνά στην Αθήνα- συζητάμε τι θέμα και τι project σκέφτεται. Έχει τουλάχιστον δύο projects που θέλει να κάνει μια μέρα στη χώρα σας.
Αλέξανδρος Ρωμανός Λιζάρδος: Χωρίς να απαρυθμίσω τους χιλιάδες καλλιτέχνες πρώτης γραμμής που έχετε συνεργαστεί και αποτελούν ένα μεγάλο κεφάλαιο του κινηματογράφου, τί αναμνήσεις έχετε από αυτούς τους υπέροχους ανθρώπους; Σας επιρρέασαν;
Φαίδων Παπαμάϊκλ: Ναι, ήταν μεγάλη επιρροή αρκετοί από τους ανθρώπους μπροστά και πίσω από τις κάμερες, αλλά κάποιες από τις συναντήσεις ήταν και κάπως… σοκ. Μεγάλωσα στην Ευρώπη, με επιρροές από Nouvelle Vague, Ιταλικό Νεορεαλισμό, Αντονιόνι, Γκοντάρ. Όταν πήγα εκεί στα 27 μου και είδα τον John (Κασσαβέτη) και πώς αλληλεπιδρούσαν με τον μπαμπά μου, είδα πως μιλούσαν μόνο για σπορ, άρα δεν ήταν μόνο διανοούμενοι!
Ο John μου είπε ότι συνάντησε τον Γκοντάρ μια φορά στη Βενετία και ο Γκοντάρ τον σνόμπαρε εντελώς. Περίμενα να έχω αυτές τις διανοητικές συζητήσεις για τη θεωρία του κινηματογράφου, για τον Αντονιόνι ή τον Βιμ Βέντερς, και αυτοί μιλούσαν για άλλα.
Ο John ήταν μεγάλο κεφάλαιο για τον κινηματογράφο. […] Απλώς έκανε ό,τι ένιωθε, ήταν όλα συναισθήματα, δεν χρησιμοποιούσε δομή. Δεν καταλάβαινε την «όμορφη φωτογραφία». Συνήθως έλεγε: “κόβω το πλάνο από τον ηθοποιό μου, πηγαίνω σε ένα ηλιοβασίλεμα και πάλι πίσω στον ηθοποιό μου”. Δεν ήθελε περίτεχνα πλάνα αλλά τρόπους να ειπωθεί η ιστορία. Η φωτογραφία του ήταν συναισθηματικά πολύ όμορφη και δυνατή, αλλά δεν είχε την αίσθηση της ποιητικής κίνησης της κάμερας για δημιουργία ατμόσφαιρας, όπως ο Ταρκόφσκι ή ο Αντονιόνι. Ήταν όλα ρεαλισμός, άμεσος συναισθηματικός αντίκτυπος των ερμηνειών.
Αλέξανδρος Ρωμανός Λιζάρδος: Πώς τέτοιες εμπειρίες επιρρέασαν τη δική σας δουλειά;
Φαίδων Παπαμάϊκλ: Θα έλεγα ότι όλη μου η έμπνευση προέρχεται κυρίως από τις ερμηνείες. Στο «Walk the Line» για παράδειγμα, με τον Joaquin Phoenix, βλέπαμε πώς ήταν εκείνος και προσάρμοζα οπτικά το πλάνο, τον φωτισμό. Ακόμα και στην ταινία για τον Dylan («A Complete Unknown»), ο Timothée Chalamet αποφασίζει να καθίσει σε μια σκοτεινή γωνία και από εκεί παίρνουμε έμπνευση. Ο Bruce Dern στο «Nebraska» ήταν κάτι άλλο: παίζαμε με γενικά πλάνα γιατί μεγάλο μέρος της ιστορίας προερχόταν από τη γλώσσα του σώματός του, τον τρόπο που περπατούσε, και μετά τα κοντινά. Τα ανακαλύπτεις όλα αυτά ενστικτωδώς. Νομίζω ότι αυτό είναι η καλή κινηματογράφηση: να βρίσκεις έναν τρόπο να ερμηνεύεις την ιστορία κατάλληλα και να μην υπερκαλύπτεις την ταινία με τα οπτικά στοιχεία. Το χειρότερο για μένα είναι να βγει κάποιος από μια ταινία και να πει «Ω, ήταν πανέμορφη, φαινόταν υπέροχη». Θέλω να πουν «Ήταν πολύ καλή ταινία, την απόλαυσα πραγματικά, με κράτησε». Αν προσέξουν τη φωτογραφία, νομίζω ότι έχουμε ήδη αποτύχει.
Αλέξανδρος Ρωμανός Λιζάρδος: Μου αναφέρατε ότι έχετε κάποιες συλλογές από κλακέτες, αφίσες, ταινίες. Ορίζετε τον εαυτό σας ως συλλέκτη;
Φαίδων Παπαμάϊκλ: Ισχύει. Μου αρέσει να κρατάω συλλογές. […] έχω τόσα πολλά Laserdiscs σε αποθήκη τώρα που μετακομίζω από το Λος Άντζελες, αλλά κάποια στιγμή θα τα φέρω όλα στην Ελλάδα!
Η ταινία «Όταν το Φως Πέφτει» προβάλλεται ήδη στους Ελληνικούς Κινηματογράφους
Κάνε like στη σελίδα μας στο Facebook
Ακολούθησε μας στο Twitter
Κάνε εγγραφή στο κανάλι μας στο Youtube
Γίνε μέλος στο κανάλι μας στο Viber
– Αναφέρεται ως πηγή το ertnews.gr στο σημείο όπου γίνεται η αναφορά.
– Στο τέλος του άρθρου ως Πηγή
– Σε ένα από τα δύο σημεία να υπάρχει ενεργός σύνδεσμος