Τ. Αναστασάτος στο Πρώτο: Ρυθμός ανάπτυξης άνω του 2% για την Ελλάδα το 2024 αλλά το μεγάλο ζητούμενο είναι οι επενδύσεις (audio)

Η ελληνική οικονομία θα υπεραποδόσει σε σχέση με τον μέσο όρο της ευρωζώνης το 2024 αλλά θα πρέπει να αυξήσει σημαντικά τις επενδύσεις τα επόμενα χρόνια για να πάει σ ‘ ένα πιο ανθεκτικό και ισορροπημένο παραγωγικό μοντέλο τόνισε στο Πρώτο Πρόγραμμα της Ελληνικής Ραδιοφωνίας 91,6 και 105,8 και στην εκπομπή «Καθαροί Λογαριασμοί» με τον Δημήτρη Κοντογιάννη και τον Γιώργο Παπαγεωργίου, ο Τάσος Αναστασάτος, επικεφαλής οικονομολόγος του Ομίλου της Eurobank.

Ο ρυθμός ανάπτυξης θα ξεπεράσει το 2% το 2024, υπεραποδίδοντας έναντι του μέσου όρου της ευρωζώνης που θα παραμείνει σε χαμηλή πτήση με ρυθμό χαμηλότερο του 1%, τόνισε ο κ. Αναστασάτος. Ο ίδιος σημείωσε ότι περιμέναμε υψηλότερο ρυθμό ανάπτυξης στην Ελλάδα πριν ενσκήψει η διεθνής επιβράδυνση.

Οι μεγαλύτερες προκλήσεις για το 2024 είναι αφενός εξωτερικές, όπως ο κίνδυνος μιας ύφεσης στην ευρωζώνη ή κάποιο γεωπολιτικό σοκ που θα ανέβαζε αρκετά τις τιμές της ενέργειας και αφετέρου εσωτερικές. Στις τελευταίες συμπεριέλαβε «την ικανότητα της δημόσιας διοίκησης να επιταχύνει τους ρυθμούς απορρόφησης των κονδυλίων και την κατεύθυνσή τους στις βέλτιστες δυνατές χρήσεις, ούτως ώστε να μεγιστοποιηθεί το αναπτυξιακό τους αποτύπωμα» βραχυπρόθεσμα και πιο μακροπρόθεσμα τις μεταρρυθμίσεις που θα οδηγήσουν σ’ ένα πιο ισορροπημένο και ανθεκτικό αναπτυξιακό υπόδειγμα.

Το Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν (ΑΕΠ) της χώρας εξακολουθεί σε μεγάλο βαθμό να στηρίζεται στην κατανάλωση καθώς αντιπροσωπεύει σχεδόν το 68%-70% και δείχνει ότι η συμμετοχή των επενδύσεων στο ΑΕΠ παραμένει μικρότερη από τον μέσο όρο της Ευρωζώνης. «Οι επενδύσεις όμως είναι ένα εξαιρετικά κρίσιμο συστατικό. Δεν υπάρχει αλλαγή παραγωγικού μοντέλου χωρίς περισσότερες και ποιοτικότερες επενδύσεις,» τόνισε ο ίδιος.

Ο κ. Αναστασάτος ανέφερε ότι η χώρα προσελκύει επενδύσεις σε κλάδους που έχει φυσικό πλεονέκτημα όπως ο τουρισμός και οι εναλλακτικές μορφές ενέργειας παρά τα εμπόδια και την γραφειοκρατία. Από την άλλη, λιγότερες αναλογικά επενδύσεις γίνονται σε κλάδους όπως τα φάρμακα, τα μέταλλα και τα χημικά είτε γιατί δεν υπάρχουν τοπικά πολεοδομικά σχέδια είτε γιατί οι νομικές αντιδικίες δεν επιλύονται σύντομα είτε για άλλους λόγους όπως οι δυσκολίες στην εξεύρεση εξειδικευμένου προσωπικού. Η φυγή 450 χιλ. Ελλήνων και μάλιστα εκπαιδευμένων στο εξωτερικό κατά την διάρκεια της κρίσης έχει επιδεινώσει το πρόβλημα εξεύρεσης του κατάλληλου προσωπικού.

«…η οικονομία δεν έχει επαρκές βάθος για να αξιοποιήσει τους ανθρώπους. Και τα ελληνικά πανεπιστήμια δεν παρέχουν καλής ποιότητας πτυχιούχους κατά μέσον όρο. Υπάρχουν πολύ λίγες εξαιρέσεις ανθρώπων που κάνουν, που διαπρέπουν και εδώ και έξω. Αλλά κατά μέσο όρο, αν κανείς δει τους δείκτες των διεθνών ελέγχων, όπως είναι η PISA, τα αποτελέσματα για το εκπαιδευτικό μας σύστημα εν συνόλω, όχι μόνο για τα πανεπιστήμια, δεν είναι πολύ ενθαρρυντικά,» πρόσθεσε.

Ερωτηθείς για την τραπεζική χρηματοδότηση του ιδιωτικού τομέα, ο ίδιος ανέφερε ότι τα δάνεια που δίνονται προς τις επιχειρήσεις ξεπερνούν όσα αποπληρώνονται αν και υπάρχει επιβράδυνση το τελευταίο διάστημα. Αυτό οφείλεται αφενός στην αποπληρωμή δανείων από μεγάλες επιχειρήσεις με καλή ρευστότητα και αφετέρου στο φθηνό χρήμα που λαμβάνουν από το Ταμείο Ανάκαμψης. Από την άλλη πλευρά, η πιστωτική επέκταση προς τα νοικοκυριά βαίνει μειούμενη καθώς τα τελευταία είναι πιο επιφυλακτικά στη λήψη μεγάλων δανείων για νέο σπίτι ή καταναλωτικές δαπάνες.

Όλες οι Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο,  στο ertnews.gr
Διάβασε όλες τις ειδήσεις μας στο Google
Κάνε like στη σελίδα μας στο Facebook
Ακολούθησε μας στο Twitter
Κάνε εγγραφή στο κανάλι μας στο Youtube
Προσοχή! Επιτρέπεται η αναδημοσίευση των πληροφοριών του παραπάνω άρθρου (όχι αυτολεξεί) ή μέρους αυτών μόνο αν:
– Αναφέρεται ως πηγή το ertnews.gr στο σημείο όπου γίνεται η αναφορά.
– Στο τέλος του άρθρου ως Πηγή
– Σε ένα από τα δύο σημεία να υπάρχει ενεργός σύνδεσμος