Υπάρχει θετικό πρόσημο στις βιογραφίες που δεν επηρεάζονται τα σενάρια τους από εν ζωή οικογενειακά μέλη. Αυτές οι ταινίες έχουν περισσότερες πιθανότητες να παρουσιάσουν με μεγαλύτερη ειλικρίνεια αλήθειες που ίσως οι θαυμαστές δεν γνωρίζουν. Ανήκει η βιογραφία της Γουίτνεϊ Χιούστον σε αυτή την κατηγορία;
«Νίκησα τους Beatles και τον Έλβις»
Η βιογραφία της Γουίτνεϋ Χιούστον αποφεύγει τα «στραβοπατήματα» της βιογραφίας του «Έλβις» [αναλυτική κριτική] που ουδέποτε έγινε αναφορά στα σεξουαλικά του βίτσια που περιελάμβαναν ανήλικες παρθένες, άπλετη χυδαιότητα και αηδιαστικά χόμπι του ή του «Rocketman» (βιογραφία του Elton John) που όλα περνούσαν από ωραιοποίηση και δραματικό εξαναγκασμό.
Εδώ έχουμε μια «Ζωή σαν Τριανταφυλλο» ή καλύτερα μια «Ζωή σαν Γαιδουραγκαθο» αν θελήσουμε να παραποιήσουμε τον τίτλο.
Η σπουδαία καλλιτέχνιδα βλέπετε φέρθηκε με αχαριστία στα δώρα της ζωής και χαραμίστηκε ως έρμαιο των εξαρτήσεων της. Αυτό το δεδομένο δεν αναλύεται με την πρέπουσα προσοχή. Όμως με ιδιαίτερη τόλμη και από τις πρώτες σκηνές της ταινίας γίνεται εκτενής ανάλυση στη σεξουαλική της προτίμηση για το ίδιο φύλο και την καταπίεση που δέχτηκε από φορείς της δισκογραφίας -και ιδιαίτερα τον πατέρα της που είχε αναλάβει την οικονομική της εκμετάλλευση εν είδη μάνατζερ-.
Και η αλήθεια είναι ότι το «Whitney Houston: I Wanna Dance With Somebody» ξεκινάει δυναμικά αφήνοντας την αίσθηση ότι θα βάλει το μαχαίρι στο κόκκαλο, θα εκθέσει όσους έφταιξαν για την κατάντια της, θα υμνήσει τον θρίαμβο της σε εποχές που η καταγωγή αποτελούσε ανάχωμα στην καταξίωση.
Και αυτό γίνεται, δυστυχώς όμως μόνο για λίγο. Όταν μαθαίνουμε επίσημα ότι έχει ξεπεράσει τον Elvis και τους Beatles σε πωλήσεις, ο μαχητικός δυναμισμός της αφήγησης, υποκύπτει στην αφηγηματική δραματουργία.
«Εισαι σκληρό καρύδι;»
«Μερικές φορές, όχι πάντα»
Η «φωνητικά φιλόδοξη», όπως την αποκαλούσε ο μάνατζερ της (Στάνλεϊ Τουτσι) εγκλωβίζεται στη δημόσια εικόνα της. Το κορίτσι του μπαμπά γίνεται προϊόν και κάθε τι που χαλάει την αγοραστική του αξία πρέπει να εξαφανιστεί από το προσκήνιο. Έτσι η ταλαντούχα και δυναμική Γουίτνευ, χάνει μέρος της προσωπικότητας της και γίνεται μετοχή με υψηλή ανταλλακτική αξία σε ανθρώπους και φορείς που την εκμεταλλεύτηκαν.
«Με λένε oreo»
Ακατάτακτη ανάμεσα σε αυτό που την πίεζαν να είναι «οι άνθρωποι της», [δηλαδή να υποστηρίξει την φυλετική της κοινότητα και τη μουσική παράδοση των αφροαμερικανών] και αυτό που τελικά ήταν [δηλαδή ένα παράξενο και μοναδικό δείγμα εικόνας και φωνής που προσέφερε πολλά στη λευκή ποπ μουσική των ‘80es], ένα μπισκότο oreo όπως την αποκαλούσαν κολακευτικά και ειρωνικά ταυτόχρονα. Με αυτό το βάρος στις ερμηνευτικές της πλάτες, η καριέρα της πήγαινε σφαίρα μέχρι τη στιγμή που γνώρισε το κακό παιδί, τον Μπόμπι Μπράουν.
When Brown gets Darker
Ο Μπράουν ήταν ένας εκκολαπτόμενος καλλιτέχνης που και αυτός εκμεταλλεύτηκε καλλιτεχνικά και οικονομικά τη Diva της μουσικής. Ως σύμβουλος καριέρας καρπώθηκε δικές της επιλογές και την περιόρισε σε καλλιτεχνικές επιθυμίες ή επαφές. Ως σύντροφος με ταλέντο στη χειραγώγηση, λέρωσε τη δημόσια εικόνα της και από το καλό κορίτσι της μουσικής βιομηχανίας τη μεταμόρφωσε σε κυνική σκύλα που απομακρυνόταν από το κοινό της. Το σημαντικότερο ήταν ότι την εξευτέλιζε σε κάθε ευκαιρία, ακόμα και όταν η πρόταση γάμου του ακολούθησε την εξομολόγηση του για την εξωσυζυγική σχέση που διατηρούσε με την πρώην του, ονόματι Κιμ, την οποία είχε καταστήσει έγκυο ενόσω ήταν σε σχέση με τη Γουίτνευ.
Δεν λες ότι η Γουίτνεϊ είναι στο δωμάτιο
Υπάρχουν βιογραφίες όπως το «Ζωή σαν Τριανταφυλλο» [βιογραφία της Εντιτ Πιάφ που υποδύθηκε η Μαριόν Κοτιγιά κερδίζοντας Όσκαρ ερμηνείας] που η ερμηνεία είναι ανώτερη από τις οποίες ομοιότητες του χαρακτήρα που βιογραφείται, με αποτέλεσμα να ξεχνάς τα «σημάδια του κορμιού» και να ασχολείσαι εξολοκλήρου με το «όλον». Υπάρχουν και ταινίες σαν το «Bohemian Rhrapsody» που ο Freddie Mercury και ο rami Malek ήταν ένα και το αυτό [αν και η ταινία ήταν κατώτερη της ιστορίας και των ερμηνευτών]. Εδώ έχουμε κάτι ενδιάμεσο. Μια καλή μαθήτρια όπως τη Naomi Ackie απέχει παρασάγγας από την ασύλληπτη ομορφιά της τραγουδιστριας Γουίτνευ, αλλά αναγνωρίζεις τον κόπο της. Δυστυχώς όμως δεν έχει το ανάλογο εκτόπισμα.
«Θα το κάνεις και θα σου αρεσει»
Αρκετό ενδιαφέρον έχει το medley που αναφέρεται στα μισά της ταινίας (και βλέπουμε ερμηνευμένο στο τέλος της ταινίας). Στο διάλογο που προηγείται ανακαλύπτουμε πως η Γουίτνευ από μόνη της δεν θα έπαιρνε εύκολα καλλιτεχνικά ρίσκα. Ήταν -όπως αναφέρει και ένας συνεργάτης της, το πρόσωπο που αναγνώριζε το καλό αλλά αρχικά δείλιαζε. Έπρεπε κάποιος να της το επιβάλλει· να της πει «Θα το κάνεις και θα σου αρεσει». Και δυστυχώς αυτό δεν περιορίζεται μόνο στην ερμηνεία.
«Για να τραγουδήσεις με τους θεούς χρειάζεσαι σκάλα»
Από τα πρώτα της βήματα η Whitney ήθελε να δοκιμαστεί στον κινηματογράφο, όμως, κακά τα ψέματα, αν ο ρόλος δεν ήταν ραμμένος και κομμένος στα μέτρα της ήταν καταδικασμένη σε μια τουλάχιστον μέτρια ερμηνεία. «Ο Σωματοφύλακας» ήταν ένα πρότζεκτ στο οποίο είχε συμφωνήσει ο Κέβιν Κόσνερ και πρότεινε την Γουίτνευ για τον πρωταγωνιστικό ρόλο. Το σενάριο αναπτυσσόταν στιγμή τη στιγμή για να προστατέψει την καλλιτέχνιδα από τα δεδομένα ερμηνευτικά στραβοπατήματα. Προστέθηκαν τραγούδια, γιγαντώθηκαν οι χορογραφίες και… ευτυχώς για την ανθρωπότητα, η Ντόλυ Πάρτον συμφώνησε να παραχωρήσει το τραγούδι της «I Will Always Love You», που έγινε και το σήμα κατατεθέν της ταινίας.
Το τραγούδι της ήθελε να ερμηνεύσει στο παρελθόν και ο Έλβις Πρίσλευ αλλά η Ντόλυ δεν ήθελε να πουλάει τα τραγούδια της όταν αισθανόταν ότι την εκμεταλλεύονται. Κάπως έτσι αισθάνθηκε με τον μάνατζερ του Έλβις που της ζήτησε να «πουλήσει» και μέρος των πνευματικών δικαιωμάτων.
Το ίδιο τραγούδι είχε ενταχθεί και στο soundtrack της ταινίας «Το Καλύτερο Πορνείο στο Τέξας».
Το τραγούδι όμως ερμηνευμένο από την Γούιτνευ ήταν μια άλλη υπόθεση: «Όταν το πρωτο-άκουσα ερμηνευμένο από τη Γουίτνευ, δεν πίστεψα ότι ήταν το δικό μου τραγούδι», είπε η Ντόλυ. Και είχε δίκιο καθώς «Ο Σωματοφύλακας» ήταν το πιο εμπορικό soundtrack όλης της δεκαετίας με πολλές επιτυχίες όπως το «I’m gonna run to you» και το «Queen of The Night» που έγιναν σήμα κατατεθέν της φωνής της Γουίτνευ.
«Όλες οι μαύρες γυναίκες είμαστε εξουθενωμένες»
Η ηθοποιός και σκηνοθέτις Kasi Lemmons σκηνοθετεί άλλη μία ταινία (μετά το «Harriet») με στόχο να υμνήσει τη θέση της Αφροαμερικανίδας που δυναμικά κατακτά τη θέση που της αναλογεί σε μία white washed κοινωνία. Δυστυχώς, όπως και σε κάθε διαμάχη, η φωνή καλύπτει τα επιχειρήματα. Σε αρκετά σημεία το «κατηγορώ» της είναι περισσότερο θυμωμένο, και σε άλλα σημεία οι γενικεύσεις αποδυναμώνουν τα ζητούμενα. Αποκορύφωμα η φράση «Όλες οι μαύρες γυναίκες είμαστε εξουθενωμένες» που χρησιμοποιείται διττά, και για να δείξει τον αγώνα της στο δρόμο προς τη δόξα, και την κατρακύλα της στο αδιέξοδο των εξαρτήσεων.
«Όσοι ζουν… θα μας θάψουν»
Θα άρεσε η βιογραφία στην ίδια την καλλιτέχνιδα αν μπορούσε να την παρακολουθήσει; Σε αυτό το άκρως ρητορικό -και ανόητο- ερώτημα, θα παραθέσουμε όλα όσα κάνουν τη συμπαθητική κατά τα άλλα ταινία, αποτυχημένη ως προς τον πραγματικό της στόχο. Στο σύνολο της η ταινία φοβάμαι να δείξει τους αλλεπάλληλους βιασμούς και βιαιοπραγίες του Μπόμπι Μπράουν. Επίσης παρουσιάζει πλήρως καθαρό και καθαγιασμένο τον Clive Davis, τον μάνατζερ της, που μάλιστα είχε εμπλοκή και με το πρότζεκτ.
Τα τελευταία χρόνια μας έχουν πρήξει με βιογραφίες από δημοφιλείς γυναίκες σε θέση εξουσίας, όπως την Τζάκι Κένεντυ Ονάσις, την Πριγκίπισσα Νταιάνα, την Γκρέις του Μονακό, την Ελίζαμπεθ – Βασίλισσα της Αγγλίας. Εκεί τα πράγματα είναι ευκολότερα καθώς Βασίλισσες, πριγκίπισσες και Πρώτες Κυρίες καλύπτονται από το άβατο και τα ομερτά της εξουσίας και οι απαιτήσεις του σκεπτόμενου κοινού περιορίζονται στα ιστορικά επιβεβαιωμένα γεγονότα. Οι γυναίκες όμως που ήταν έρμαια των εξαρτήσεων τους επιλέγουν άλλο μονοπάτι.
Για να ακουστούν κάποιες αλήθειες της πολυτάραχης ζωής της Τζάνις Τζόπλιν, έπρεπε να αλλάξει όνομα και να γίνει «Το τριαντάφυλλο» στην ομώνυμη ταινία.
Η Έιμυ Γουάινχάους, αν και δύο πρότζεκτ ήταν στα σκαριά, δεν προχώρησαν. Μια σκληρή αποτύπωση της ζωής της αποδόθηκε στο ντοκιμαντέρ «Amy» που τα κινηματογραφημένα γεγονότα και η έρευνα επέτρεπαν να ειπωθούν αρκετές αλήθειες.
Η Μπίλυ Χόλιντευ και η Μα Ρέι είχαν καλύτερη τύχη, όμως εκ του ασφαλούς καθώς και η ερμηνεύτρια είχε φύγει από τη ζωή, και οι εξαρτήσεις τους ήταν γνωστές. Έτσι το πρόσφατο οι «Ηνωμένες Πολιτείες εναντίον Μπίλι Χόλιντεϊ» και το παλαιότερο «Lady Sings the Blues», καθώς και το «Η θρυλική Μα Ρεϊνι» είχαν σαν θέμα πρώτα την εξάρτηση, εν συνεχεία τις ερμηνεύτριες.
Οι καλλιτέχνες που έχουν όλα τα δώρα του σύμπαντος και τα φτύνουν για τον οποίο λόγο (χάπια, ναρκωτικά, αλκοολισμό κλπ), δεν έχουν ξεχωριστή θέση στην καρδιά μου και πιστεύω ότι οι βιογραφίες τους πρέπει να αναδεικνύουν με ντοκιμαντερίστική διάθεση τα γεγονότα, να μην φοβούνται να σκιάσουν τη λάμψη του θρύλου.
Αυτή η ταινία μπορεί να μην παίρνει θέση παραμένοντας σε ένα αέναο ανάμεσα, είναι όμως στην ουσία της άτολμη. Δεν έχουμε την πονεμένη Χιούστον, έχουμε μόνο γεγονότα, με αποτέλεσμα αυτό το «ανάμεσα» να λειτουργεί που και που.
Μια βιογραφία για να έχει νόημα πρέπει να είναι σαν το «Blonde»: να μη φοβαται και να μην την αφορά τι θα πει ο θεατής για την ηρωίδα αλλά για την ταινία, να μη δειλιάζει να βρέξει κωλο για να πιάσει ψάρι. Εδώ δεν έχουμε φόβο αλλά εγκράτεια. Και η επιλογή της Naomi Ackie είναι απλά «εντάξει» καθώς βλέπεις καλά κρυμμένο το φόβο στο πρόσωπο της καθώς ακόμα δεν έχει το star quality της Γουιτνευ.
Η ζώνη ασφαλείας που περιόρισε τη Γουιτνευ στα τελευταία της, είναι και αυτό που δεν εκτοξεύει την ταινια σε αλλά επίπεδα.
Τώρα κατά πόσο αυτή η βιογραφία θα άρεσε στη Γουίτνευ Χιούστον, απάντηση δεν έχουμε. Όμως σίγουρα εκθέτει όσα σήμερα δεν αποτελούν ταμπού και σαν καλή φίλη προστατεύει «τα εν οίκο».
Κάνε like στη σελίδα μας στο Facebook
Ακολούθησε μας στο Twitter
Κάνε εγγραφή στο κανάλι μας στο Youtube
Γίνε μέλος στο κανάλι μας στο Viber
– Αναφέρεται ως πηγή το ertnews.gr στο σημείο όπου γίνεται η αναφορά.
– Στο τέλος του άρθρου ως Πηγή
– Σε ένα από τα δύο σημεία να υπάρχει ενεργός σύνδεσμος