Γιάννης Σολδάτος και Αντώνης Κόκκινος μιλούν στο ertnews.gr για το νέο τους ντοκιμαντέρ

Οι συν-σκηνοθέτες Γιάννης Σολδάτος και Αντώνης Κόκκινος μας μίλησαν για την πρωτότυπη συνεργασία τους στο ντοκιμαντέρ «Θόδωρος Αγγελόπουλος – Νίκος Παναγιωτόπουλος, Ο Καθένας και η Μουσική του»

Ένα ντοκιμαντέρ, μια εκ βαθέων καταγραφή που πηγάζει από το ηχητικό υλικό μιας συζήτησης που για χρόνια παρέμενε αδημοσίευτη. Δύο ζεύγη σκηνοθετών, για δύο σκηνοθέτες. Και πολλά ζεύγη ανθρώπων που μιλούν με αφορμή τον κινηματογράφο και τους δύο δημιουργούς, για κάτι ανώτερο. Αυτά επιτελούνται στο ντοκιμαντέρ «Θόδωρος Αγγελόπουλος – Νίκος Παναγιωτόπουλος, Ο Καθένας και η Μουσική του» που κάνει πρεμιέρα σε λίγες μέρες στους κινηματογράφους. Οι συν-σκηνοθέτες Γιάννης Σολδάτος και Αντώνης Κόκκινος μας μίλησαν για αυτή την πρωτότυπη συνεργασία τους.

Γιάννης Σολδάτος και Αντώνης Κόκκινος μιλούν στο ertnews.gr για το νέο τους ντοκιμαντέρ
Γιάννης Σολδάτος – Αντώνης Κόκκινος

Συνέντευξη στον Αλέξανδρο Ρωμανό Λιζάρδο

-Χτίζετε ένα ντοκιμαντέρ που μοιάζει περισσότερο με master class παρά με ένα γραμμικό ντοκιμαντέρ, καθώς ακούγονται γνώμες σε διαλογική μορφή, ζητώντας από το ακροατήριο να τις επεξεργαστεί. Για ποιο λόγο επιλέξατε αυτή τη φόρμα που μοιάζει και εκπαιδευτική, και φόρος τιμής μεταξύ φίλων;

ΓΙΑΝΝΗΣ ΣΟΛΔΑΤΟΣ :Δεν το είχαμε σκεφτεί έτσι, αλλά τώρα που το λέτε το βρίσκουμε ενδιαφέρον, γιατί πρόκειται περί σπουδαίου κινηματογραφικού μαθήματος.

ΑΝΤΩΝΗΣ ΚΟΚΚΙΝΟΣ: Η φόρμα μιας ταινίας εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από το πρωτογενές υλικό. Στην περίπτωση μας η ηχητική καταγραφή μιας συζήτησης χωρίς εικόνα. Προσπαθήσαμε να μετατρέψουμε το υλικό αυτό σε κινηματογραφική αφήγηση στην οποία σίγουρα η εκπαιδευτική παράμετρος είναι δεσπόζουσα.

-Στο μέρος των ιστορικών ντοκουμέντων, αρκετές από αυτές ακούγονται μέσα από ένα κασετόφωνο. Επειδή, πέρα από το προφανές, αυτό σηματοδοτεί και κάτι πιο ουσιαστικό, θα θέλατε να μιλήσετε για αυτή τη σκηνοθετική επιλογή;

Γ. Σ.: Είναι ένα υλικό όπου δεν υπάρχει η εικόνα, μόνο ο ήχος. Έρχεται ένας ήχος μέσα από τη βουή της Ιστορίας, ψίθυρος, χωρίς την εικόνα του, αλλά με άλλη εικόνα.

Α.Κ.: Η επιλογή αυτή ήταν καταρχήν αναγκαστική γιατί δεν υπήρχε κάτι άλλο! Ωστόσο ο συνδυασμός του κασετοφώνου με τις άδειες καρέκλες που το περιβάλλουν, υποχρεώνει τον θεατή να ενεργοποιήσει την φαντασία του, κυρίαρχο κατά την γνώμη μου στοιχείο, μιας δημιουργικής παρακολούθησης.

-Επιλέγετε ζευγάρια με κοινές ή και διαφορετικές αντιλήψεις πάνω στα πράγματα, πρώην συντρόφους, άτομα με κοινές προσλαμβάνουσες αλλά διαφορετική ματιά να συνδιαλλαγούν πάνω στις προσωπικότητες των δύο δημιουργών και το έργο τους. Με ποια κριτήρια έγινε η επιλογή; Ποια από αυτά τα ζευγάρια σας… δυσκόλεψαν;

Γ. Σ.: Η επιλογή έγινε με την ιδιότητα και ικανότητα του καθενός από αυτούς, να προσεγγίσει το θέμα που εκείνη τη στιγμή θίγεται. Μας αφορούσε να μιλάνε κοινή γλώσσα και να έχουν κοινές αντιμετωπίσεις της τέχνης και της ζωής. Δεν μας δυσκόλεψε κανένας, γιατί δεν είναι τυχαία επιλεγμένα πρόσωπα, αλλά πρόσωπα με πολιτιστικό υπόβαθρο, που εύκολα θα μπορούσαν να απαντήσουν. Η μόνη, πάγια, δυσκολία ήταν να αφήσουμε απ’ έξω πολλά από τα ενδιαφέροντα που είπαν.

Α.Κ.: Πριν από την επιλογή των ομιλητών αποφασίστηκε να χωριστεί η συνομιλία σε θεματικές ενότητες. πχ: «Κινηματογράφος και πολιτική», «Κινηματογράφος και ιστορία», «το Γύρισμα», «Κριτική και Κινηματογράφος» κ.α. Επιλέξαμε σημαντικούς ανθρώπους του Σινεμά και της διανόησης με κριτήριο την κάθε θεματική ενότητα και το περιεχόμενο της. Δεν συναντήσαμε δυσκολίες κατά την διάρκεια των γυρισμάτων, αντιθέτως θέλω να σημειώσω ότι η συμμετοχή τους έπαιξε καθοριστικό ρόλο στη διαμόρφωση του τελικού αποτελέσματος και στην επίτευξη του στόχου της ταινίας.

-Ο Θόδωρος Αγγελόπουλος εξέφρασε είτε από αρχειακό υλικό, είτε μέσω αναμνήσεων άλλων απόψεις όπως «Εγώ τη βάφω την Ελλάδα, τη ζωγραφίζω. Είναι η Ελλάδα μου», και ο Παναγιωτόπουλος έλεγε πως «Αν κινηματογραφήσεις την Πανεπιστημίου και κάποιος την αναγνωρίσει, τότε έχεις αποτύχει». Τί μας δείχνουν αυτά τα παραδείγματα που έχετε επισημάνει;

Γ.Σ.: Και οι δύο, σαν δημιουργοί, και μάλιστα κορυφαίοι, ενδιαφέρονται να εμφανίσουν στο κάδρο το προσωπικό τους τοπίο και όχι το ρεπορταζιακό.

Α.Κ.: Είναι δύο απόψεις που χαρακτηρίζουν το έργο τους αλλά και την προσπάθεια να αρθρώσουν μία διαφορετική κινηματογραφική γλώσσα, από εκείνη που επικρατούσε μέχρι τότε. Επίσης είναι δύο λήμματα χρήσιμα για εκείνους που θα επιχειρούσαν μία κριτική προσέγγιση.

-Ο Παναγιωτόπουλος χαρακτηρίζεται για το καυστικό υπαινικτικό του χιούμορ. Όπως υπογραμμίζεται και στην ταινία σας, είναι ο άνθρωπος που θα αντάλλαζε το βιζέρ του με ένα όπλο ως πράξη βαθύτατης καλλιτεχνίας. Σχολιάζοντας το παραπάνω, θα θέλαμε και τη δική σας άποψη για τα «κερδισμένα» και «χαμένα» του σκηνοθέτη που κρατάει ένα περίστροφο και του αστυνομικού που βλέπει τον κόσμο μέσα από βιζέρ.

Γ.Σ.: Θα απαντούσα πλάγια, ίσως παναγιωτοπουλικά. Το πλέον διαδεδομένο σκίτσο για τον Τζίγκα Βερτόφ είναι μια κάμερα στημένη στο τριπόδι της. Το σκίτσο είναι φτιαγμένο έτσι που δυσκολεύεσαι πολύ να ξεχωρίσεις αν είναι κάμερα ή κανόνι. Επίσης, ο Τσακίρογλου λέει πως συλλέγει πλάνα και ο Βογιατζής μένει άναυδος. Επικοινωνία μηδέν, οπότε ή πιστόλι κρατάς ή βιζέρ δημιουργεί σύγχυση στις προσλαμβάνουσες των άλλων που μιλάνε άλλη γλώσσα.

Α.Κ.: Η βάση του χιούμορ είναι ο αυτοσαρκασμός! Κάποια στιγμή στη διάρκεια της ταινίας θα δηλώσει ότι αμφιβάλλει και επί των αμφιβολιών του. Η συγκεκριμένη σκηνή στην οποία αναφέρεστε, θα μπορούσα να πω ότι ήταν προφητική. Στην εποχή μας οι αστυνομικοί έχουν ενσωματώσει κάμερες στα κράνη τους και η βιομηχανία της εικόνας, κυρίως μέσω της τηλεόρασης, έχει μετατραπεί σε όπλο για κάθε χρήση.

-Και οι δύο σκηνοθέτες καταγράφουν το παρόν όπως το αντιλαμβάνονται, χρησιμοποιώντας ένα παρελθόν που έχει πεθάνει και ένα μέλλον που δεν υπάρχει. Το δικό σας ντοκιμαντέρ θα θέλατε ιδανικά να καταταγεί στο παρελθόν -ως κάτι που αποτέλεσε καταγραφή ιστορίας-, στο μέλλον -ως αντικείμενο μελέτης- ή στο παρόν -κάτι που αφορά το «εδώ και τώρα»-;

Γ.Σ.: Είμαστε περίεργοι να δούμε ποια θα είναι η χρησιμότητά του στα επόμενα δέκα ή και περισσότερα χρόνια. Εγώ προσωπικά θα τα ήθελα όλα.

Α.Κ.: Με ενδιαφέρει μόνο το παρόν και το μέλλον για την προσέγγιση των οποίων χρησιμοποιώ το παρελθόν ως εργαλείο ερμηνείας. Ιδανικά θα ήθελα η ταινία να σταθεί αφορμή ώστε ο θεατής να μελετήσει το έργο των δύο δημιουργών και να σχηματίσει την δική του άποψη. Πιστεύω ότι ο κινηματογράφος είναι ο θρίαμβος της υποκειμενικότητας γεγονός που τον καθιστά ιδιαίτερα γοητευτικό.

-Κράτησα από τα σχόλια κάτι που είχε διπλό ενδιαφέρον, πως η επιλογή της Νάντια Μουρούζη είναι «πολιτική πράξη». Θα θέλατε να το αναλύσετε;

Γ.Σ.: Αναφέρεται στον «Μελισσοκόμο» και το λέει ο Τζουμέρκας. Εκεί στην τραγική μοναξιά του χαμένου πολιτικού προσώπου, σχεδόν ξοφλημένου, έρχεται μια νέα κοπέλα, γεμάτη ζωή, να δώσει άλλο νόημα στο παιχνίδι, το χαμένο πολιτικά, που όμως είναι και βαθιά υπαρξιακό.

Α.Κ.: Κάθε ταινία είναι μία πολιτική πράξη και ερμηνεύεται ανάλογα με τις πολιτικές, οικονομικές και κοινωνικές συνθήκες που επικρατούν την χρονική περίοδο που η ταινία «κατασκευάζεται».

-Ο Άγγελος Φραντζής οριοθετεί συμπυκνωμένα τις αντιθέσεις των δύο δημιουργών αλλά και το σημείο ένωσης τους λέγοντας πως «Ο ένας ήταν σε ένα αέναο πένθος ενώ ο άλλος σε μια παιγνιώδη διάθεση». Συμφωνείτε με την άποψή του;

Γ.Σ.: Απόλυτα. Θα έλεγα πως ο Θόδωρος είναι θλιμμένα απολλώνιος και ο Νίκος χαρούμενα διονυσιακός.

Α.Κ.: Γενικώς ναι! Ωστόσο υπάρχουν στοιχεία «πένθους» στο έργο του Παναγιωτόπουλου αλλά και στοιχεία «παιγνίου» στο αντίστοιχο του Αγγελόπουλου.

-Και οι δύο δημιουργοί έχουν φύγει από τη ζωή και βλέπουμε σήμερα πως άνθρωποι όπως εσείς και οι καλεσμένοι σας τους θυμούνται. Πως θα θέλατε να σας θυμούνται εσάς όταν ο κύκλος ζωής σας θα έχει ολοκληρωθεί;

Γ.Σ.: Προσωπικά δεν με αφορά, αφορά αυτούς που θα θέλουν να με θυμούνται, δεν θα είμαι σε θέση να προσλάβω τα σχόλιά τους.

Α.Κ.: Είναι κάτι που δεν με έχει απασχολήσει ΠΟΤΕ.

-Πώς θα σας ακουγόταν αν κάποιος συνέκρινε την ταινία σας με το βιβλίο «Χίτσκοκ» του Φρανσουά Τρυφώ;

Γ.Σ.: Σαν μέγιστη τιμή, εκείνο το βιβλίο είναι μέγιστο μάθημα.

Α.Κ.: Είναι ένα από τα αγαπημένα μου βιβλία. Οποιαδήποτε σύγκριση της ταινίας με αυτό θα με έκανε να αισθανθώ ιδιαίτερα υπερήφανος.

Το βιβλίο και η ταινία

Καλοκαίρι 1985, Μάτι Αττικής, εξοχική κατοικία του Θεόδωρου Αγγελόπουλου… Σε εξέλιξη μία συζήτηση ανάμεσα στον οικοδεσπότη και στον Νίκο Παναγιωτόπουλο, που οργάνωσαν για τις ανάγκες ενός περιοδικού που δεν κυκλοφόρησε ποτέ, ο Γιάννης Σολδάτος και ο Αντώνης Κόκκινος. Η συζήτηση καταγράφεται σε ένα μαγνητόφωνο… Ο χρόνος περνάει, η συζήτηση εκείνη χάνεται, ξεχνιέται, μαζί και δύο φωτογραφίες που τραβήχτηκαν σε εκείνη τη συνάντηση. Ο Θόδωρος φεύγει από τη ζωή, πρόωρα και παράλογα, το Γενάρη του 2012, στη διάρκεια των γυρισμάτων της ταινίας του Η άλλη θάλασσα. Ο Νίκος φεύγει από τη ζωή, πρόωρα και παράλογα, το Γενάρη του 2016, στη διάρκεια των γυρισμάτων της τελευταίας ταινίας του. Τριανταεπτά χρόνια μετά, η κασέτα με τη συζήτηση βρέθηκε… μαζί και μία από τις δύο φωτογραφίες.

Η χαμένη συνομιλία των δύο μεγάλων ελλήνων κινηματογραφικών δημιουργών που μετουσιώθηκε σε ντοκιμαντέρ από τον Αντώνη Κόκκινο και Γιάννη Σολδάτο κυκλοφορεί και σε βιβλίο από τις εκδόσεις ΑΙΓΟΚΕΡΩΣ.

Η έκδοση αποτελείται από το σενάριο του ντοκιμαντέρ που βασίζεται στη συνομιλία των δύο σκηνοθετών, μια συζήτηση που ανοίγεται σε πολλά πεδία: του κινηματογράφου, της τέχνης γενικότερα, της κουλτούρας και της πολιτικής.

Συνοδεύεται από πρόλογο του κριτικού κινηματογράφου Χρήστου Σκυλλάκου ενώ υπάρχει και link όπου μπορεί ο καθένας να ακούσει ψηφιακά ολόκληρη την ιστορική αυτή συνάντηση. 

Γιάννης Σολδάτος και Αντώνης Κόκκινος μιλούν στο ertnews.gr για το νέο τους ντοκιμαντέρ

Το ντοκιμαντέρ «Θόδωρος Αγγελόπουλος – Νίκος Παναγιωτόπουλος: Ο καθένας και η μουσική του» κυκλοφορεί στις 9 Φλεβάρη 2023 στις κινηματογραφικές αίθουσες.

Όλες οι Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο,  στο ertnews.gr
Διάβασε όλες τις ειδήσεις μας στο Google
Κάνε like στη σελίδα μας στο Facebook
Ακολούθησε μας στο Twitter
Κάνε εγγραφή στο κανάλι μας στο Youtube
Προσοχή! Επιτρέπεται η αναδημοσίευση των πληροφοριών του παραπάνω άρθρου (όχι αυτολεξεί) ή μέρους αυτών μόνο αν:
– Αναφέρεται ως πηγή το ertnews.gr στο σημείο όπου γίνεται η αναφορά.
– Στο τέλος του άρθρου ως Πηγή
– Σε ένα από τα δύο σημεία να υπάρχει ενεργός σύνδεσμος