Γιατί όσο μεγαλώνουμε ο χρόνος φαίνεται να περνά πιο γρήγορα; Η απάντηση σε αυτό το διαχρονικό ερώτημα βρίσκεται στον τρόπο που ο εγκέφαλός μας επεξεργάζεται τα γεγονότα. Το συμπέρασμα αυτό προέκυψε στο πλαίσιο μελέτης κατά την οποία, οι συμμετέχοντες υποβλήθηκαν σε λειτουργική μαγνητική τομογραφία, αφού είχαν παρακολουθήσει ένα επεισόδιο της εμβληματικής σειράς «Ο Άλφρεντ Χίτσκοκ παρουσιάζει» (Alfred Hitchcock Presents, 1955–1965).
Σε άρθρο τους που δημοσιεύθηκε στις 30 Σεπτεμβρίου στο επιστημονικό περιοδικό Communications Biology, οι ερευνητές αναφέρουν πως χρησιμοποίησαν δεδομένα από το Cambridge Centre for Ageing and Neuroscience (Cam-CAN), ένα μακροπρόθεσμο ερευνητικό πρόγραμμα για τη γήρανση του εγκεφάλου. Στη μελέτη συμμετείχαν 577 άτομα, ηλικίας 18 έως 88 ετών, τα οποία παρακολούθησαν ένα οκτάλεπτο απόσπασμα από το επεισόδιο «Bang! You’re Dead» της σειράς του Άλφρεντ Χίτσκοκ. Κατά τη διάρκεια της προβολής, οι ερευνητές κατέγραφαν με λειτουργικές μαγνητικές τομογραφίες (fMRI) τις μεταβολές στη δραστηριότητα του εγκεφάλου τους. Το συγκεκριμένο απόσπασμα επιλέχθηκε επειδή, σύμφωνα με προηγούμενες έρευνες, συγχρονίζει περισσότερο τη δραστηριότητα του εγκεφάλου μεταξύ διαφορετικών θεατών — κάτι που το καθιστά ιδανικό για τη μελέτη του τρόπου με τον οποίο αντιλαμβανόμαστε και «κόβουμε» τα γεγονότα σε διαδοχικές σκηνές.
Οι ερευνητές χρησιμοποίησαν έναν αλγόριθμο που ονομάζεται Greedy State Boundary Search (GSBS) για να αναλύσουν τις αλλαγές στα δεδομένα. Ο συγκεκριμένος αλγόριθμος ανιχνεύει μεταβάσεις μεταξύ σταθερών προτύπων εγκεφαλικής δραστηριότητας. Αυτό το κάνει με «άπληστο» τρόπο, εντοπίζοντας αυτές τις μετατοπίσεις στιγμή προς στιγμή, χωρίς να λαμβάνει υπόψη τη συνολική δομή της αφήγησης σε μεγαλύτερη χρονική κλίμακα. Κατά τη διάρκεια του οκτάλεπτου βίντεο, ο εγκέφαλος των μεγαλύτερων σε ηλικία συμμετεχόντων μετατοπίζονταν σε νέες καταστάσεις δραστηριότητας λιγότερο συχνά και αυτές οι καταστάσεις διαρκούσαν περισσότερο σε σχέση με τους νεότερους. Αυτό το μοτίβο ήταν σταθερό σε όλο το φάσμα των 18 έως 88 ετών.
«Αυτό υποδηλώνει ότι οι μεγαλύτερες σε διάρκεια και, επομένως, λιγότερες νευρωνικές καταστάσεις εντός της ίδιας περιόδου μπορεί να συμβάλλουν στο να νιώθουν οι ηλικιωμένοι ότι ο χρόνος περνάει πιο γρήγορα», έγραψαν οι ερευνητές στο άρθρο τους.
Το εύρημα αυτό συνδέεται με μια ιδέα για τον χρόνο που ανάγεται στον Αριστοτέλη: όσο περισσότερα αξιοσημείωτα γεγονότα συμβαίνουν σε ένα δεδομένο χρονικό διάστημα, τόσο περισσότερο φαίνεται να διαρκεί υποκειμενικά. Τα νέα ευρήματα υποδεικνύουν ότι ο εγκέφαλος των μεγαλύτερων ανθρώπων καταγράφει λιγότερα «γεγονότα» μέσα στο ίδιο χρονικό διάστημα, και ίσως γι’ αυτό τους φαίνεται ότι ο χρόνος «τρέχει».
Αν και πρόκειται μόνο για μια υπόθεση, «η ιδέα ότι αυτό μπορεί να επηρεάζει την αντίληψη και τη μνήμη στην καθημερινή ζωή — συμπεριλαμβανομένου του αισθήματος ότι ο χρόνος περνά ταχύτερα με την ηλικία — μου φαίνεται απολύτως εύλογη», δήλωσε ο Τζόρτζιο Βαλλορτιγκάρα, νευροεπιστήμονας στο Πανεπιστήμιο του Τρέντο στην Ιταλία, ο οποίος δεν συμμετείχε στη μελέτη.
Οι συγγραφείς απέδωσαν το γεγονός ότι οι ηλικιωμένοι εμφανίζουν λιγότερες μεταβάσεις μεταξύ νευρωνικών καταστάσεων στο φαινόμενο που είναι γνωστό ως νευρωνική αποδιαφοροποίηση που σχετίζεται με την ηλικία. Σε αυτή τη διαδικασία, η δραστηριότητα διαφορετικών περιοχών του εγκεφάλου γίνεται λιγότερο εξειδικευμένη με την ηλικία. Για παράδειγμα, στους νεότερους ανθρώπους, ορισμένες ομάδες νευρώνων που «ειδικεύονται» στην αναγνώριση προσώπων ενεργοποιούνται κυρίως όταν βλέπουν πρόσωπα. Αντίθετα, στους ηλικιωμένους, οι ίδιες περιοχές του εγκεφάλου αντιδρούν πιο συχνά και σε εικόνες που δεν περιλαμβάνουν πρόσωπα.
Αυτή η γενίκευση – στο επίπεδο ευρύτερων ομάδων νευρώνων και όχι σε επίπεδο μεμονωμένων νευρώνων – ενδέχεται να ισχύει και για ολόκληρο τον εγκέφαλο και να καθιστά πιο δύσκολο να αναγνωρίσει κανείς πότε τελειώνει ένα γεγονός και αρχίζει το επόμενο, σύμφωνα με τους ερευνητές. Ωστόσο, η νευρωνική αποδιαφοροποίηση από μόνη της ίσως δεν αρκεί για να εξηγήσει γιατί ο χρόνος φαίνεται να επιταχύνεται με την ηλικία.
Η Γιοάνα Σαντούρα, γλωσσολόγος στο Πανεπιστήμιο Μαρία Κιουρί-Σκλοντόφσκα της Πολωνίας, που μελετά το πώς η γλώσσα διαμορφώνει την αντίληψή μας για τον χρόνο, εξήγησε ότι η υπόθεση των ερευνητών είναι βάσιμη, αλλά τόνισε ότι πρέπει να λάβουμε υπόψη και το γεγονός πως ο καθένας μας λειτουργεί με δύο χρονικές κλίμακες.
Η κοινωνία μετρά τον χρόνο γραμμικά — σε ώρες, ημέρες και έτη — ενώ η εσωτερική μας αντίληψη ακολουθεί λογαριθμικούς νόμους. Για παράδειγμα, ένα έτος αντιστοιχεί στο 20% της ζωής ενός παιδιού πέντε ετών, αλλά μόλις στο 2% της ζωής ενός 50χρονου. Έτσι, η αίσθηση του χρόνου εξαρτάται όχι μόνο από τον αριθμό των νευρωνικών «γεγονότων» που καταγράφει ο εγκέφαλος, αλλά και από τον μη γραμμικό τρόπο με τον οποίο τον μετράμε εσωτερικά.
Οι ερευνητές σημείωσαν ότι οι μεγαλύτεροι σε ηλικία άνθρωποι μπορούν να κάνουν τον χρόνο να φαίνεται πιο «γεμάτος».
«Η εκμάθηση νέων πραγμάτων, τα ταξίδια και οι πρωτότυπες δραστηριότητες μπορούν να κάνουν τον χρόνο να φαίνεται πιο εκτεταμένος εκ των υστέρων», δήλωσε η Λίντα Χέερλιγκς, ερευνήτρια στο Πανεπιστήμιο Ράντμπουντ της Ολλανδίας και συν-συγγραφέας της μελέτης. «Οι ουσιαστικές κοινωνικές αλληλεπιδράσεις και οι δραστηριότητες που φέρνουν χαρά, είναι ακόμη πιο σημαντικές— κι αυτές μπορούν να συμβάλουν σε μια πιο πλήρη αίσθηση του χρόνου» κατέληξε.
ΠΗΓΗ: Live Science
Κάνε like στη σελίδα μας στο Facebook
Ακολούθησε μας στο Twitter
Κάνε εγγραφή στο κανάλι μας στο Youtube
Γίνε μέλος στο κανάλι μας στο Viber
– Αναφέρεται ως πηγή το ertnews.gr στο σημείο όπου γίνεται η αναφορά.
– Στο τέλος του άρθρου ως Πηγή
– Σε ένα από τα δύο σημεία να υπάρχει ενεργός σύνδεσμος