ertnews.gr

Πώς θα τελειώσει η πανδημία (long read)

14/08 18:10
Πώς θα τελειώσει η πανδημία (long read)

(AP Photo/Stefan Jeremiah)

Τα κρούσματα του νέου κορονοϊού στις ΗΠΑ αυξάνονται με ταχείς ρυθμούς. Ο ρυθμός των εμβολιασμών επιβραδύνεται. Η πανδημία θα τελειώσει κάποτε, αλλά ο τρόπος για να επιτευχθεί αυτό, έχει αλλάξει με την εμφάνιση της παραλλαγής Δέλτα.

Τον περασμένο Μάιο, τα Κέντρα Ελέγχου Νοσημάτων των ΗΠΑ (CDC) έβαλαν τέλος στην υποχρεωτική χρήση μάσκας ακόμη σε εσωτερικούς χώρους, για τους εμβολιασμένους ανθρώπους. Τρεις μήνες αργότερα, τα κρούσματα και οι νοσηλείες αυξάνονται, η μάσκα σε εσωτερικούς χώρους επέστρεψε και τα σχολεία και τα πανεπιστήμια ανοίγουν και πάλι, εν μέσω ανησυχίας.

Ωστόσο κάτι έχει αλλάξει. «Τα μοντέλα στα τέλη της άνοιξης ήταν αρκετά συνεπή στο ότι θα είχαμε ένα κανονικό καλοκαίρι», λέει ο Σάμιουελ Σκαρπίνο του Ιδρύματος Rockefeller, ο οποίος μελετά τη δυναμική των μολυσματικών ασθενειών. «Προφανώς, δεν είμαστε σε αυτό το σημείο», καθώς όπως λέει, οι άνθρωποι υποτίμησαν πόσο μεταδοτική είναι η παραλλαγή Δέλτα. Ο αρχικός ιός SARS-CoV-2 είχε βασικό αριθμό αναπαραγωγής R0, 2 έως 3, που σημαίνει ότι κάθε μολυσμένο άτομο τον μεταδίδει σε δύο ή τρία άτομα. Στην πράξη, ο ιός εξαπλώθηκε άνισα, με σχετικά λίγους ανθρώπους να μολύνουν μεγάλες ομάδες σε γεγονότα υπερμετάδοσης. Όμως, τα CDC εκτιμούν ότι το R0 της Δέλτα βρίσκεται μεταξύ 5 και 9, το οποίο «είναι σοκαριστικά υψηλό», λέει η Έλανορ Μάρεϊ, επιδημιολόγος στο Πανεπιστήμιο της Βοστώνης.

Με άλλα λόγια, πολλοί άνθρωποι που κόλλησαν τον αρχικό ιό, δεν τον μετέδωσαν σε κανέναν, αλλά οι περισσότεροι που κόλλησαν την παραλλαγή Δέλτα προκαλούν εστίες μόλυνσης. Αυτό εξηγεί εν μέρει γιατί τα κρούσματα έχουν αυξηθεί τόσο πολύ. Σημαίνει επίσης ότι ο ιός είναι σχεδόν βέβαιο ότι θα αποτελέσει μόνιμο μέρος της ζωής μας, ακόμη και όταν τα εμβόλια αμβλύνουν την αποτελεσματικότητά τους.

Ποια είναι η κατάσταση σήμερα 

Σήμερα, οι μισοί Αμερικανοί προστατεύονται σε μεγάλο βαθμό με τρόπο που δεν ήταν πριν από εννέα μήνες. Ο πλήρης εμβολιασμός (τουλάχιστον με τα εμβόλια mRNA) είναι περίπου κατά 88% αποτελεσματικός στην πρόληψη της συμπτωματικής νόσου που προκαλείται από τη Δέλτα. Οι λοιμώξεις των εμβολιασμένων είναι πιθανές, αλλά επηρεάζουν μόνο το 0,01 έως 0,29 τοις εκατό των πλήρως εμβολιασμένων ατόμων, σύμφωνα με στοιχεία του Kaiser Family Foundation. Οι επαναλοιμώξεις είναι σχετικά σπάνιες και πολύ πιο ήπιες από τις λοιμώξεις σε ανεμβολίαστους ανθρώπους.

Όμως, παρόλο που τα εμβολιασμένα άτομα είναι προστατευμένα, οι κοινότητες με υψηλό βαθμό εμβολιασμού μπορεί να είναι ακόμα ευάλωτες, για τρεις λόγους. Πρώτον, τα ανεμβολίαστα άτομα τείνουν να είναι γεωγραφικά συγκεντρωμένα και κοινωνικά συνδεδεμένα, δημιουργώντας ευάλωτους θύλακες που μπορεί να προσβάλει η Δέλτα. Ακόμη και σε μέρη με υψηλά ποσοστά εμβολιασμού, όπως το Βερμόντ και η Ισλανδία, η παραλλαγή εξακολουθεί να εξαπλώνεται.

Δεύτερον, η Δέλτα θα μπορούσε δυνητικά να εξαπλωθεί και από εμβολιασμένα άτομα. Τα CDC εκτιμούν ότι τα άτομα που έχουν μολυνθεί από αυτή την παραλλαγή, δημιουργούν παρόμοια επίπεδα του ιού στη μύτη τους, ανεξάρτητα από το γεγονός ότι έχουν εμβολιαστεί. Όμως μια άλλη μελέτη από τη Σιγκαπούρη έδειξε ότι αν και τα ιικά φορτία είναι αρχικά συγκρίσιμα, μειώνονται πιο γρήγορα στα εμβολιασμένα άτομα. Αυτό είναι λογικό γιατί η ανοσολογική άμυνα που προκαλείται από τα εμβόλια, κυκλοφορεί στο σώμα και χρειάζεται χρόνο για να αναγνωρίσει έναν ιό που εισβάλλει στη μύτη. Μόλις συμβεί αυτό, «μπορούν να τον ελέγξουν πολύ γρήγορα», λέει η Μάριον Πέπερ, ανοσολόγος στο Πανεπιστήμιο της Ουάσινγκτον.

«Η ίδια ποσότητα του ιού μπορεί να υπάρχει στην αρχή, αλλά δεν μπορεί να πολλαπλασιαστεί στους αεραγωγούς και τους πνεύμονες». Και επειδή οι εμβολιασμένοι άνθρωποι έχουν πολύ λιγότερες πιθανότητες να μολυνθούν εξαρχής, έχουν επίσης πολύ λιγότερες πιθανότητες να μεταδώσουν τη Δέλτα σε σχέση με τους ανεμβολίαστους.

Τρίτον, η ακραία μεταδοτικότητα της Δέλτα αναιρεί μέρος της προστασίας που προσφέρουν τα εμβόλια σε επίπεδο κοινότητας. Εάν δεν ληφθούν άλλες προφυλάξεις, μπορεί να εξαπλωθεί σε μια μισοεμβολιασμένη χώρα πιο γρήγορα από ό,τι θα μπορούσε να εξαπλωθεί ο αρχικός ιός σε μια εντελώς ανεμβολίαστη χώρα. Μπορεί να προκαλέσει επιδημίες ακόμη και σε μέρη με ποσοστά εμβολιασμού 90% αλλά χωρίς άλλα προστατευτικά μέτρα.

Αυτό είναι λοιπόν το σημερινό δίλημμα της πανδημίας: τα εμβόλια είναι ο καλύτερος τρόπος για να προστατευτούμε, αλλά οι κοινωνίες δεν μπορούν να τα θεωρούν ως τη μόνη τους άμυνα. Και προς το παρόν, οι ανεμβολίαστοι θύλακες εξακολουθούν να είναι αρκετά μεγάλοι για να διατηρήσουν τα κύματα της Δέλτα, τα οποία μπορούν να κατακλύσουν νοσοκομεία, να κλείσουν σχολεία και να δημιουργήσουν περισσότερες πιθανότητες για την εμφάνιση ακόμη χειρότερων παραλλαγών. Για να αποτρέψουμε αυτά τα αποτελέσματα, θα «πρέπει να αξιοποιήσουμε κάθε εργαλείο που έχουμε στη διάθεσή μας», εξηγεί η Σουέτα Μπανσάλ, οικολόγος μολυσματικών ασθενειών στο Πανεπιστήμιο Georgetown. Αυτά θα πρέπει να περιλαμβάνουν καλύτερο εξαερισμό για τη μείωση της εξάπλωσης του ιού, γρήγορες εξετάσεις για τον εντοπισμό πρώιμων λοιμώξεων και μορφές κοινωνικής υποστήριξης, όπως αμειβόμενη αναρρωτική άδεια, μορατόριουμ εξώσεων και δωρεάν χώρους απομόνωσης που θα επιτρέπουν στους μολυσμένους ανθρώπους να μείνουν μακριά από άλλους. Ο υποχρεωτικός εμβολιασμός σε περιβάλλοντα υψηλού κινδύνου όπως είναι τα νοσοκομεία, οι εγκαταστάσεις μακροχρόνιας φροντίδας και οι φυλακές, επίσης μπορεί να βοηθήσει.

Στα τρία πρώτα κύματα της πανδημίας, οι ηλικιωμένοι ήταν από τους πιο ευάλωτους. Τώρα το 80% των Αμερικανών άνω των 65 ετών είναι πλήρως εμβολιασμένοι. Όμως, τα παιδιά κάτω των 12 ετών εξακολουθούν να μην μπορούν να εμβολιαστούν. Τα παιδιά είναι λιγότερο πιθανό να νοσήσουν, αλλά περισσότερα από 400 έχουν ήδη πεθάνει στις ΗΠΑ, ενώ πολλά άλλα έχουν αναπτύξει μακρά COVID ή τη φλεγμονώδη κατάσταση που ονομάζεται MIS-C. Τα παιδιατρικά κρούσματα COVID-19 αυξάνονται κατακόρυφα και οι νοσηλείες έχουν φτάσει σε πανδημικό επίπεδο.

Η εξ αποστάσεως μάθηση είχε τεράστιο αντίκτυπο τόσο στα παιδιά όσο και στους γονείς, και οι επιστήμονες συμφωνούν ότι τα παιδιά πρέπει να επιστρέψουν στις τάξεις. Αυτό σημαίνει όμως ότι θα πρέπει να εμβολιαστούν οι ενήλικες ώστε να δημιουργηθεί μια ασπίδα γύρω από τα παιδιά, οι μαθητές και οι εκπαιδευτικοί να φορούν μάσκες, να υπάρχει καλύτερος εξαερισμός στις τάξεις και να διεξάγονται τακτικά διαγνωστικά τεστ.

Η παραλλαγή Δέλτα έχει αλλάξει τα δεδομένα

Το πρόβλημα όμως είναι ότι η Δέλτα είναι πολύ μεταδοτική και μόλις αρθούν τα μέτρα προφύλαξης, οι περισσότερες χώρες «θα έχουν ένα νέο μεγάλο κύμα», προειδοποιεί ο Άνταμ Κουτσάρσκι, ειδικός στη μοντελοποίηση μολυσματικών ασθενειών στη Σχολή Υγιεινής και Τροπικής Ιατρικής του Λονδίνου. Καθώς αυξάνονται τα ποσοστά εμβολιασμού, τα κύματα θα γίνονται μικρότερα και πιο διαχειρίσιμα. Ωστόσο η ανοσία της αγέλης μάλλον δεν μπορεί να επιτευχθεί μόνο με τον εμβολιασμό καθώς πλέον, η επέλαση της Δέλτα, θα απαιτούσε τον εμβολιασμό πάνω από το 90% των ανθρώπων, πράγμα εξαιρετικά απίθανο.

Αυτό σημαίνει ότι η εξάλειψη του ιού είναι μια φαντασίωση. Αντίθετα, η πανδημία θα τελειώσει όταν αποκτήσουν σχεδόν όλοι ανοσία, κατά προτίμηση επειδή εμβολιάστηκαν ή εναλλακτικά επειδή μολύνθηκαν και επέζησαν. Όταν συμβεί αυτό, ο κύκλος των εξάρσεων των κρουσμάτων του ιού θα σταματήσει και η πανδημία θα λήξει. Ο νέος κορονοϊός θα γίνει ενδημικός και μέρος της ζωής μας, όπως το κοινό κρυολόγημα. Θα είναι ένα μικρότερο πρόβλημα, όχι επειδή θα έχει αλλάξει, αλλά επειδή δεν θα είναι πλέον νέος και οι άνθρωποι δεν θα είναι ανοσολογικά ευάλωτοι. Ωστόσο, η παραλλαγή Δέλτα έχει αλλάξει το παιχνίδι.

Πώς θα λήξει η πανδημία

Όλες οι πανδημίες κάποια στιγμή λήγουν. Αυτή όμως δεν έχει τελειώσει ακόμα, και κυρίως όχι σε παγκόσμιο επίπεδο. Μόλις το 16% του παγκόσμιου πληθυσμού είναι πλήρως εμβολιασμένο. Πολλές χώρες, όπου μόλις το 1% των ανθρώπων έχει λάβει έστω και μία δόση, «πρόκειται να περάσουν μια δύσκολη χρονιά είτε με λόκνταουν είτε με καταστροφικά κύματα», λέει ο Κουτσάρσκι. Οι ΗΠΑ και το Ηνωμένο Βασίλειο «δεν έχουν φτάσει ακόμα στην ανοσία της αγέλης, και αυτό το τελευταίο κομμάτι είναι συχνά το πιο δύσκολο», πρόσθεσε.

Μελλοντικά, τα κύματα της COVID-19 θα είναι πιο σπάνια και μικρότερα σε διάρκεια, αλλά θα μπορούν να εμφανιστούν ακόμη και όταν γεννηθούν μωρά που θα είναι ανοσολογικά αφελή. Οι ενήλικες μπορεί να χρειαστούν ενισχυτικές δόσεις εμβολίου όταν η ανοσία μειωθεί σημαντικά, αλλά με βάση τα σημερινά δεδομένα, αυτό δεν θα συμβεί για τουλάχιστον δύο χρόνια. Και ακόμη και τότε, «έχω μεγάλη πίστη στο ανοσοποιητικό σύστημα», τονίζει η ανοσολόγος Μάριον Πέπερ. Αυτό που ανησυχεί τους επιστήμονες, είναι ότι μπορεί να εξελιχθούν νέες παραλλαγές που θα μπορούν να ξεφύγουν από την τρέχουσα ανοσολογική μας άμυνα – ένα γεγονός που γίνεται πιο πιθανό όσο περισσότερο επιτρέπεται η εξάπλωση του κορονοϊού.

Για να προφυλαχθεί από αυτό το ενδεχόμενο, ο κόσμος θα πρέπει να βρίσκεται σε εγρήγορση. Τα τακτικά διαγνωστικά τεστ σε υγιείς ανθρώπους μπορούν να δώσουν πληροφορίες σχετικά με το πού μπορεί να επιστρέψει ο ιός. Η αλληλούχιση του γονιδιώματος του ιού θα αποκαλύψει την παρουσία ανησυχητικών μεταλλάξεων και νέων παραλλαγών. Κατά παράδοξο τρόπο, αυτά τα μέτρα γίνονται πιο σημαντικά όσο πλησιάζει το τέλος της πανδημίας, επειδή οι κινήσεις του ιού είναι πιο δύσκολο να προβλεφθούν όταν η μετάδοση επιβραδύνεται. Δυστυχώς όμως, τότε είναι που «τα συστήματα δημόσιας υγείας τείνουν να χαλαρώνουν», προειδοποιεί η Μπάνσαλ.

Από τον Μάιο, τα CDC σταμάτησαν να παρακολουθούν όλες τις λοιμώξεις εμβολιασμένων και επικεντρώθηκαν μόνο σε εκείνες που οδήγησαν σε νοσηλεία και θάνατο. Με βάση τις νέες οδηγίες που εξέδωσαν, όσοι είναι πλήρως εμβολιασμένοι δεν χρειάζεται να ελέγχονται τακτικά με τεστ αν έρθουν σε επαφή με κάποιον που νοσεί, εκτός εάν παρουσιάζουν συμπτώματα. Αυτή η πολιτική έχει έκτοτε ανατραπεί, αλλά «επέτρεψε στους ανθρώπους να χαλαρώσουν», λέει η Τζέσικα Ριβέρα, η οποία συμμετείχε στο COVID Tracking Project του περιοδικού The Atlantic.

Αυτό που χρειαζόμαστε, υποστηρίζει ο Σκαρπίνο, είναι ένα ευέλικτο, ολοκληρωμένο σύστημα που θα μπορούσε να περιλαμβάνει τακτικά διαγνωστικά τεστ, παρακολούθηση των λυμάτων, γενετική αλληλουχία, αναλύσεις αναζητήσεων στο Google και πολλά άλλα. Θα μπορούσε να παρακολουθεί τα κρούσματα και τις επιδημίες με τον ίδιο τρόπο που οι μετεωρολογικές προβλέψεις προειδοποιούν για καταιγίδες και τυφώνες. Ένα τέτοιο σύστημα θα μπορούσε επίσης να παρακολουθεί άλλες αναπνευστικές ασθένειες, συμπεριλαμβανομένου οποιουδήποτε επόμενου πανδημικού ιού.

Όλα αυτά τα μέτρα θα μπορούσαν να αποτελούν μέρος της ζωής μας όσο οι ζώνες ασφαλείας, τα προφυλακτικά, το αντηλιακό, η οδοντόκρεμα και όλα τα άλλα εργαλεία που χρησιμοποιούμε για την προστασία της υγείας μας. Η τρέχουσα έξαρση της πανδημίας και το αναπόφευκτο της ενδημικότητας μοιάζουν με ήττες. Θα μπορούσαν, αντίθετα, να είναι ευκαιρίες για να επανεξετάσουμε τη στάση μας απέναντι στους ιούς που επιτρέπουμε στον εαυτό μας να εισπνέουμε.

ΠΗΓΗ: The Atlantic

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

Exit mobile version