Στην 21η Διεθνή Γιορτή Βιβλίου στη Θεσσαλονίκη, ο Γιάννης Λαγουδάκης παρουσίασε το πρώτο του μυθιστόρημα «Φιλήσυχος Άντρας» που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις «Βακχικόν».
Στο στρογγυλό τραπέζι περί λογοτεχνίας στην αίθουσα «Λέξις», με συντονίστρια τη Βίκυ Πορφυρίδου, μίλησε για τη συγγραφική δουλειά του που εξαντλήθηκε και επανακυκλοφορεί. Η ημέρα της παρουσίασης συνέπεσε με την γιορτή της μητέρας, κάτι που ανέφερε στην ομιλία του.
Το βιβλίο του, εν μέρη λογοτεχνικό, εν μέρη ιστορικό, σίγουρα όμως εμπνευσμένο από τη ζωή του παππού του, παρουσιάστηκε μια συμβολική μέρα, όπως ανέφερε:
«Η γιορτή της μητέρας σήμερα. [Θα σας πω] ένα μυστικό που δεν είναι μυστικό. Θα το δείτε στον επίλογο […]. Το μυθιστόρημα γράφτηκε (ή ολοκληρώθηκε) την περίοδο της πανδημίας. Η μητέρα μου ήταν στο σαλόνι, εγώ στο χωλ και από απόσταση ασφαλείας μου έδινε πληροφορίες για να ολοκληρώσω το μυθιστόρημα».
«Ο “φιλήσυχος άνδρας“ είναι ουσιαστικά ένα προϊόν ανάθεσης», όμως το αποτέλεσμα του και η έκθεση των προσωπικών βιωμάτων από απόσταση ασφαλείας, το μετέτρεψε σε μια ζεστή αγκαλιά και της προσωπικής ιστορίας και της Ιστορίας με «Ι» κεφαλαίο:
«Μετά από κάποιες απορριπτικές απαντήσεις εκδοτικών που μου απαντούσαν «Γράφετε πολύ ωραία, αλλά κανείς δεν ενδιαφέρεται να διαβάσει ιστορίες Ινδιάνων που έχουν χαθεί στον αμερικανικό εμφύλιο», ένας εκδότης μού είπε «Στείλτε μου κάτι ηθογραφικό, κάτι ελληνικό». Είχε διαβάσει γραπτά μου από τα φοιτητικά χρόνια όπου έγραφα ιστορίες μαγικού ρεαλισμού στην ελληνική επαρχία· μια περίοδος που για μένα είχε περάσει ανεπιστρεπτί. Ωστόσο, εκείνη, εκείνη τη στιγμή μου γεννήθηκε η σκέψη ότι (μου) ανοίγει μια πόρτα (με τις ερωτήσεις): «Τι περνάς»; Και μετά «σκέφτεσαι τι γίνεται»;».
Η ιστορία του βιβλίου υπήρχε, πριν αυτή γίνει λέξεις, εικόνες, αφηγήσεις και συνειρμοί: «Ήξερα τι θα έγραφα. Είχα το κίνητρο για να σηκώνομαι 5 η ώρα το πρωί, να κάθομαι 9 η ώρα το βράδυ να ολοκληρώνω μετά τη δουλειά. Ο παππούς μου ο Γιάννης Ασβεστάς, ο πατέρας της μητέρας μου του οποίου φέρω το όνομα -και ίσως μέρος της μελαγχολίας του […]- είχε γεννηθεί στο Ρεΐζντερε της Μικράς Ασίας. Πιάστηκε αιχμάλωτος 18 χρονών και ήταν αυτός ένας από τους 5 ο οποίος κατάφερε να επιζήσει από ένα τάγμα χιλίων, αφού είχε μεταφερθεί στην Καππαδοκία και μετά επέστρεψε στα παράλια και βρήκε μια νέα ζωή στην Κρήτη». Αξίζει να αναφερθεί ότι «[…] είχαν καταφύγει στην Ιεράπετρα της Κρήτης […] πολλοί στεριανοί».
Ζωή σα μυθιστόρημα, και κάπως έπρεπε να μοιραστεί και στις επόμενες γενιές: «Αυτός ο άνθρωπος ήθελε ένα από τα εγγόνια του να γράψει τη ζωή του, την αιχμαλωσία, το φως και το σκοτάδι που είχε ζήσει, όμως κανείς δεν το είχε κάνει. Είδα αυτή την πρόκληση σαν μια ευκαιρία (…). [Ήθελα] να τιμήσω το χρέος, έστω και μετά από πάρα πάρα πολλά χρόνια. Παράλληλα χρειαζόμουν κάτι δημιουργικό, μια απόσταση ασφαλείας. Για να γράψω για το 1922, ήταν τρομακτικό για μένα και χρειαζόμουν και χώρο για να γράψω για ερωτήματα που απασχολούσαν εμένα εκείνη την περίοδο». [Ερωτήματα όπως] είμαι καλός σύντροφος; Είμαι καλός γιος; Θα γινόμουν καλός πατέρας; Έχω χρόνο; Μεγαλώνω; Κάπως έτσι δημιουργήθηκε η οικογένεια των «Ασβεστάδων» […] για να διερευνήσω αυτά τα ερωτήματα και να παραδώσω κάτι το οποίο, κάποιοι το διαβάζουν ως ιστορικό μυθιστόρημα που διαδραματίζεται όντως σε ένα συγκεκριμένο χώρο και χρόνο, κάποιοι (άλλοι, το βλέπουν ίσως ως) ένα οικογενειακό δράμα με την οικογένεια (στο επίκεντρο), τον πρώτο χώρο που γεννιόμαστε -και μερικές φορές την αισθανόμαστε σαν φυλακή, μερικές φορές είναι χώρος ελευθερίας- και κάποιοι (το βλέπουν) σαν ένα φιλοσοφικό υπαρξιακό δράμα με τα ερωτήματα που ταλανίζουν τον ήρωα. Ελπίζω να έφερα κάτι το οποίο να αγγίξει κάποιον ή όλους από εσάς από μια διαφορετική οπτική και είμαι πολύ χαρούμενος που τελικά αυτό άλλαξε και εμένα γιατί ήταν και μια αφορμή να βρω συγγενείς χαμένους στη Χίο και τη Λήμνο, γιατί είχε χωριστεί η οικογένεια».
Το βιβλίο αυτό, ήταν όπως και τα οικογενειακά μυστικά: υποψίες καλά κρυμμένες που ήρθαν στην επιφάνεια με την ολοκλήρωση της διαδικασίας: «Μέχρι πριν από μερικά χρόνια, η μητέρα μου, δεν ήξερα ότι έγραφα. Το κρατούσα κρυφό. Ντρεπόμουν. Άρα έχει ιδιαίτερη σημασία που γίνεται αυτή η παρουσίαση σήμερα. Σας ευχαριστώ πολύ».
Ο Γιάννης Λαγουδάκης σπούδασε Νεοελληνική Φιλολογία. Συνέχισε τις σπουδές του στην εφαρμοσμένη γλωσσολογία και τις τεχνικές πειθούς, ενώ μερικά χρόνια αργότερα ολοκλήρωσε το δεύτερο μεταπτυχιακό του στην Οργανωσιακή Ψυχολογία. Από το 2007 εργάζεται στην Αθήνα ως σύμβουλος επιχειρήσεων και το βιβλίο της παρουσίασης είναι το πρώτο του.
Κάνε like στη σελίδα μας στο Facebook
Ακολούθησε μας στο Twitter
Κάνε εγγραφή στο κανάλι μας στο Youtube
Γίνε μέλος στο κανάλι μας στο Viber
– Αναφέρεται ως πηγή το ertnews.gr στο σημείο όπου γίνεται η αναφορά.
– Στο τέλος του άρθρου ως Πηγή
– Σε ένα από τα δύο σημεία να υπάρχει ενεργός σύνδεσμος