Την ώρα που 260.000 αιγοπρόβατα έχουν ήδη θανατωθεί για τον περιορισμό της διασποράς της ευλογιάς στις εκτροφές της ελληνικής επικράτειας και μόλις λίγες ημέρες πριν την εκπνοή της εφαρμογής του σχεδίου 10 ημερών για την αποφυγή της επιβολής lockdown, εκπρόσωποι της αγοράς, της κυβέρνησης και ειδικοί επιστήμονες, μίλησαν στο ΕΡΤnews Radio 105.8 για να εξηγήσουν ποια είναι η κατάσταση που εξελίσσεται και ποιες οι επιπτώσεις της στις τιμές και στην επάρκεια.
Τους φόβους ότι θα ανακύψουν προβλήματα στην εξαγωγή της φέτας ως απότοκο της ευλογιάς στα αιγοπρόβατα, επιβεβαίωσε ο πρόεδρος του Συνδέσμου Ελληνικών Βιομηχανιών Γαλακτοκομικών Προϊόντων Χρήστος Αποστολόπουλος, μιλώντας στην εκπομπή «Πρωινές Διαδρομές» με τον Βασίλη Αδαμόπουλο και την Μαρία Γεωργίου, λέγοντας χαρακτηριστικά πως «αν συνεχίσει αυτή η ανεξέλεγκτη κατάσταση θα προκύψει πρόβλημα και σημαντικό».
«Πραγματικά, η κατάσταση στο θέμα της ευλογιάς έχει ξεφύγει. Έχουμε φτάσει σε πάρα πολύ μεγάλο αριθμό κρουσμάτων, έχουν θανατωθεί πάνω από 260 χιλιάδες ζώα και.
Καταρχήν το πρόβλημα είναι από πλευράς κόστους και από πλευράς διαθεσιμότητας. Όταν μειωθεί λοιπόν το ζωικό κεφάλαιο θα έχουμε λιγότερο γάλα. Επομένως, στην ίδια ζήτηση οι τιμές θα πάνε παραπάνω. (…)
Υπάρχει όμως και ο άλλος λόγος που, παρότι δεν υπάρχει κανένας λόγος ασφάλειας (σ.σ. για μετάδοση σε άνθρωπο), υπάρχουν χώρες όπως η Αυστραλία, ο Καναδάς, η Αμερική, η Ιαπωνία, η Σερβία, οι οποίες έχουν δηλώσει και το έχουν εφαρμόσει στο παρελθόν ότι δεν αγοράζουν γάλα από χώρες οι οποίες έχουν εκτεταμένες ζωονόσους ή έχουν εμβολιαστεί. (…)
Ένας λόγος είναι καταρχήν ότι δεν είναι εγκεκριμένο το εμβόλιο. Ένας δεύτερος λόγος είναι ότι το εμβόλιο δυστυχώς δεν καλύπτει την εμφάνιση των κλινικών συμπτωμάτων και δεν εξαλείφει τον ιό. Δηλαδή υπάρχουν μολυσμένα ζώα τα οποία είναι εμβολιασμένα και μπορούν να συνεχίσουν να μεταδίδουν τον ιό. Δυστυχώς, δεν έχει εφαρμοστεί πουθενά στην Ευρώπη ο συγκεκριμένος τρόπος και εννοείται θα δώσει περισσότερα προβλήματα παρά ουσιαστικά λύση» ανέφερε ο κ. Αποστολόπουλος.
Εκφράζοντας την εκτίμησή του για το πώς θα εξελιχθούν τα πράγματα σε ό, τι αφορά τις τιμές και τις εξαγωγές, σημείωσε «όλα εξαρτώνται από την πορεία της νόσου. Αν συνεχίσουμε με τους εκθετικούς αυτούς ρυθμούς, τα πράγματα θα είναι πολύ δύσκολα. Θα έχουμε αυξήσεις».
Συγκεκριμένα αναφερόμενος στη φέτα, εξήγησε ότι το 65% της φέτας που παράγεται εξάγεται και αντιστοιχεί σε περίπου 95.000 τόνους, ενώ σημείωσε ότι κάθε χρόνο καταγράφεται νέα αύξηση γύρω στο 10%, καθώς είναι πολύ ανθηρή η αγορά της φέτας στην Ευρώπη και στον κόσμο γενικότερα.
Μιλώντας στην ίδια εκπομπή, ο πρόεδρος Κρεοπωλών Βαρβακείου Αγοράς Ανδρέας Νιώτης, εμφανίστηκε καθησυχαστικός τόσο σε σχέση με τις επιπτώσεις στις τιμές των κρεάτων όσο και στο ζήτημα της επάρκειας.
«Όσον αφορά την ευλογιά των προβάτων το χρονικό διάστημα που διανύουμε τώρα, μετά το Πάσχα υπάρχει μειωμένη ζήτηση στο αρνί και στο κατσίκι, γενικότερα στο αιγοπρόβειο κρέας. Δεν έχουμε κάποια μεγάλη γιορτή, δεν έχουμε ιδιαίτερη κατανάλωση θα έλεγα στο αρνί και στο κατσίκι, οπότε μέχρι στιγμής δεν έχει δημιουργηθεί ούτε έλλειψη ούτε ιδιαίτερο πρόβλημα, λόγω της χαμηλής ζήτησης. Το τι θα γίνει τις ημέρες των εορτών είναι πάρα πολύ νωρίς ακόμα.
Έχουμε 3-4 μήνες. Ευελπιστούμε ότι τα πράγματα θα είναι καλύτερα από πολλές απόψεις, διότι πιάνει ο χειμώνας, τα ζώα θα μπουν στους στάβλους, θα σταθμιστούν λόγω κρύου, δεν θα έχουμε πολλές μετακινήσεις. Ο ιός θεωρώ ότι λίγο θα κοπάσει, οπότε να είμαστε λίγο πιο αισιόδοξοι θα έλεγα για τις ημέρες των εορτών» επισήμανε.
«Γίνονται και κάποιες εισαγωγές διότι δεν μπορούμε να καλύψουμε τις ανάγκες, διότι υπάρχει τουρισμός, υπάρχουν ξενοδοχεία, υπάρχουν εστιατόρια, υπάρχουν ταβέρνες και από αυτή την πλευρά εκεί υπάρχει μια μικρή ζήτηση στο αρνί και στο κατσίκι, θα έλεγα στην οικογένεια. Δηλαδή στα τραπέζια, στη λιανική είναι μειωμένη αρκετά τη χρονική περίοδο αυτό, οπότε δεν τίθεται θέμα ούτε αυξημένης ζήτησης ούτε αυξημένης τιμής. Να φανταστείτε ότι το αρνί και το κατσίκι στη Βαρβάκειο πουλιέται 9 έως 12 ευρώ το κιλό. Θεωρώ ότι η τιμή δεν είναι αυξημένη για την περίοδο αυτή και με αυτά που ακούμε.
Επίσης και το μοσχαρίσιο κρέας στη Βαρβάκειο παρόλο ότι έχει πάρει πάρα μεγάλη αύξηση, ξεκινάει από 10 ευρώ έως 13 ευρώ το πιο ακριβό κομμάτι. Είναι μία πάρα πολύ καλή τιμή με βάση αυτό που βλέπουμε και ακούμε στις μεγάλες αλυσίδες.
Έχουμε συγκρατήσει στο 12,99 το πιο ακριβό κομμάτι του μοσχαριού και να αναφερθούμε σε σπαλομίτα, σε χτένι, μπούτι από μοσχάρι, νουά.
Θα προσπαθήσουμε κι εμείς από πλευράς μας κάνουμε ό, τι μπορούμε σαν καταστηματάρχες τις τιμές να τις κρατήσουμε όσο μπορούμε πιο χαμηλά, Να κατεβάσουμε τον κόσμο στην αγορά, να μάθουν οι νέοι, στην αγορά να επιστρέψουν οι νέες γενιές στη Βαρβάκειο, να δούνε ότι υπάρχει διαφορά τιμής, να δούνε και όφελος στην τσέπη τους» συμπλήρωσε ο κ. Νιώτης.
Συγκρατημένα αισιόδοξος εμφανίστηκε και ο Γενικός Γραμματέας Εμπορίου και Προστασίας Καταναλωτή, Σωτήρης Αναγνωστόπουλος, μιλώντας στην ίδια εκπομπή. Χαρακτηριστικά ανέφερε «τέτοια φαινόμενα είχαμε και στο παρελθόν για τα αιγοπρόβατα, με την πανώλη των αιγοπροβάτων. Θα θυμάστε ενδεχομένως πέρυσι την ίδια εποχή όπου παρ’ όλες τις φήμες ότι θα αυξηθούν οι τιμές και θα έχουμε πολύ σημαντικές ελλείψεις στα ράφια ή στα κρεοπωλεία και ούτω καθ’ εξής, τελικά δεν παρατηρήθηκε τίποτα απ’ αυτά. Ούτε αυξήσεις υπήρξαν, ούτε ελλείψεις υπήρξαν».
Ο λόγος για τον οποίο συνέβη αυτό και ο λόγος για τον οποίο δεν αναμένουμε κάτι αντίστοιχο ούτε φέτος, εξήγησε, είναι το γεγονός ότι η χώρα μας είναι μια ανοιχτή οικονομία, άρα, κατ’ αρχήν, οποιεσδήποτε τοπικές ελλείψεις θα μπορούσαν να υπάρξουν θα αντισταθμιστούν πολύ γρήγορα από εισαγωγές. Έτσι δουλεύει το εμπόριο. Αυτοί είναι οι νόμοι του εμπορίου και αυτό μας διασφαλίζει πάντοτε ότι δεν θα έχουμε ελλείψεις, υπό την έννοια ότι δεν μπορεί να υπάρχει ένα τέτοιο φαινόμενο παγκόσμια σε όλο τον κόσμο ταυτόχρονα αυτού του τύπου.
«Σε ό,τι αφορά τα προϊόντα Προστατευόμενης Ονομασίας Προέλευσης, όπως η φέτα στα οποία αναφέρεται ο κ. Αποστολόπουλος, επειδή ακριβώς αυτά παράγονται εντός της χώρας, είναι Προστατευόμενης Ονομασίας Προέλευσης και άρα καταλαβαίνετε ότι έχουν μια συγκεκριμένη παραγωγική διαδικασία, ενδεχομένως εκεί θα μπορούσε να υπάρχει κάποια επιρροή. Αυτό όμως είναι κάτι πολύ θεωρητικό, διότι και πέρυσι όταν είχαμε αντίστοιχα φαινόμενα θα τα θυμάστε, με το lockdown, το οποίο είχε επιβληθεί και ούτω καθεξής, δεν παρατηρήθηκαν επίσης αυξήσεις στα τυροκομικά προϊόντα και ειδικά στη φέτα, η οποία αφορά στο συγκεκριμένο είδος ζώων, οπότε γενικώς θα πρέπει να είμαστε αρκετά επιφυλακτικοί όταν ακούμε αυτού του είδους τις φήμες.
Μάλιστα, έχουμε μιλήσει αρκετές φορές και στο παρελθόν για θέματα φημών που συνήθως διακινούνται πάνω στον πανικό, προκειμένου πολλές φορές για κάποιες ομάδες, πολλές φορές ακόμα και παραγωγών ή ακόμα και εμπόρων, είναι μια δυνατότητα να μιλήσουν για αυξημένες τιμές προσδοκώντας σε ένα μεγαλύτερο κέρδος και προσδοκώντας ότι στο ότι οι καταναλωτές θα είναι πιο πρόθυμοι, εν όψει αυτής της κινδυνολογίας που πολλές φορές ακούμε, να πληρώσουν υψηλότερες τιμές.
Θα πρέπει να είμαστε ιδιαίτερα προσεκτικοί στην διακίνηση αυτών των φημών. Είναι πολύ σημαντικό να προστατεύσουμε την αγοραστική δύναμη των καταναλωτών ακόμα και από τις φήμες. Γιατί, η αθέμιτη κερδοφορία, η αισχροκέρδεια για την οποία έχουμε κάνει πολλές συζητήσεις στο παρελθόν, βασίζεται σε πολύ μεγάλο βαθμό στις φήμες» συνέχισε ο κ. Αναγνωστόπουλος.
«Αν είχαμε ένα συστημικό πρόβλημα που αυτή τη στιγμή δεν φαίνεται να υπάρχει, συστημικό πρόβλημα εννοώ να υπάρχει το πρόβλημα αυτό σε όλες τις χώρες οι οποίες παράγουν και γάλα πρόβειο και κρέας αυτού του τύπου, καταλαβαίνετε ότι εκεί θα ήταν που θα μιλούσαμε για κάτι διαφορετικό.
Να δώσω ένα παράδειγμα τέτοιας κατάστασης, στο μοσχάρι που έχουμε αντίστοιχα, υψηλές αυξήσεις, αυτό είναι ένα συστημικό πρόβλημα σε όλο τον κόσμο.
Για παράδειγμα, η Ολλανδία, που είναι μεγάλος παραγωγός βόειου κρέατος και μάλιστα εξαγωγός, πολύ μεγάλες ποσότητες από αυτές που καταναλώνουμε στη χώρα μας προέρχονται από την Ολλανδία, έχει αυτή τη στιγμή πληθωρισμό σε σχέση με πέρυσι μόνο στην κατηγορία μοσχάρι 31%. Αυτό δείχνει ότι ακόμα και μία χώρα η οποία είναι παραγωγός, δηλαδή δεν εισάγει αλλά εξάγει βόειο κρέας, αντιμετωπίζει σημαντικά ζητήματα στην προσφορά, ακριβώς επειδή δυστυχώς υπάρχουν περιορισμοί στην παραγωγή του βόειου κρέατος, οι οποίοι οφείλονται και σε περιβαλλοντικούς λόγους» προσέθεσε.
Ερωτηθείς τέλος, πού μπορεί να φτάσει η τιμή στο μοσχάρι, καθώς ορισμένοι λένε ότι μπορεί να φτάσει και στα 25 ευρώ το κιλό, ο κ. Αναγνωστόπουλος τόνισε «δεν θα έκανα τόσο παρακινδυνευμένες προβλέψεις, ούτε ότι θα συνεχίσει να ανεβαίνει. Απλώς η απότομη άνοδος που έχει δείξει προφανώς οφείλεται στην μειωμένη προσφορά αλλά ξέρετε ότι αν αυξάνει πάρα πολύ η τιμή ενός προϊόντος σε παγκόσμιο επίπεδο, συνήθως επηρεάζεται και η ζήτηση. Και αυτό είναι κάτι που παρατηρούμε και αυτό φαίνεται και από τα στοιχεία της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής ότι υπάρχει μια μετακίνηση των καταναλωτών από το μοσχάρι σε άλλα είδη κόκκινου κρέατος, όπως για παράδειγμα το χοιρινό κρέας, στο οποίο δεν υπάρχουν αυτού του είδους οι αυξήσεις.
Όπως επίσης έχουμε μια πολύ αυξημένη κατανάλωση λευκού κρέατος, κοτόπουλου, το οποίο δεν είχαμε παρατηρήσει τα προηγούμενα χρόνια. Αυτό είναι μια πανευρωπαϊκή τάση. Δεν είναι μόνο ελληνική τάση, που οφείλεται σε δύο βασικούς παράγοντες. Ο ένας είναι προφανώς οι αυξημένες τιμές, αυτό οδηγεί σε αλλαγή καταναλωτικών συμπεριφορών, αλλά είναι και θέματα υγείας, αφού το κόκκινο κρέας έχει ενοχοποιηθεί συχνά».
«Αν εφαρμόζονταν τα μέτρα όπως πρέπει να εφαρμοστούν, δε θα είχαμε κρούσματα» επισήμανε, μιλώντας στην εκπομπή «Σεμνά και Ταπεινά» με τον Γιώργο Κακούση και τον Δημήτρη Πετρόπουλο, ο Καθηγητής Κτηνιατρικής του ΑΠΘ Γιώργος Αρσένος.
«Η δικαιολογία ότι θα πρέπει να κινητοποιήσουμε, να απολυμάνουμε τους δρόμους τώρα δεν νομίζω ότι είναι η λύση. Η λύση είναι ο καθένας να αναλάβει την ευθύνη του, ξεκινώντας από αυτούς που είναι οι άμεσα εμπλεκόμενοι. Αυτοί λοιπόν που πάνε σε εκτροφές που είναι οι κτηνοτρόφοι, αυτοί που πάνε στις εκτροφές που ήταν μέχρι πριν λίγο και τώρα έχουν σχεδόν μηδενιστεί, είναι οι γαλατάδες που παίρνουν το γάλα και όλοι οι υπόλοιποι οι οποίοι κινούνται μεταξύ των εκτροφών, θα πρέπει να εφαρμόζουν όλα τα μέτρα βιοασφάλειας. Δηλαδή, ο οδηγός του δικτύου που κατεβαίνει να πάρει το γάλα θα πρέπει πριν κατέβει να φορέσει ποδονάρια και γάντια» εξήγησε ο κ. Αρσένος.
Απαντώντας στο ερώτημα, γιατί δεν προορίζονται για κατανάλωση τα ζώα που θανατώνονται από τη στιγμή που δε μεταδίδεται η νόσος στον άνθρωπο, εξήγησε πως ο λόγος που καταστρέφονται τα ζώα είναι για να μηδενιστεί η πιθανότητα μετάδοσης της νόσου.
«Ο ιός μπορεί να είναι στο μαλλί, αλλά τα ζώα δεν πρέπει να φύγουν από μία μολυσμένη εκτροφή. Πρέπει να καταστραφούν. Για να περιορίσουμε στο μέγιστο δυνατό την διασπορά της νόσου. Αυτή είναι η φιλοσοφία. (…) Αυτή είναι η σωστή προσέγγιση για να μειώσεις την πιθανότητα διάδοσης του νοσήματος.
Εδώ, αυτό το πράγμα δεν το εφαρμόσαμε από την αρχή. Γι’ αυτό και έχουμε διασπορά των ασθενών. Θα πρέπει να πάρουμε κάποια πολύ αυστηρά μέτρα και τα οποία να τα υιοθετήσουμε όλοι και αμέσως μετά θα πρέπει να δούμε πώς θα υποστηριχθούν οι κτηνοτρόφοι οι οποίοι έχασαν το κοπάδι τους. Αυτοί που θέλουν να συνεχίσουν, να δούμε με ποιον τρόπο θα υποστηριχθούν για να συνεχίσουμε να έχουμε παραγωγή. Διότι εγώ δεν συμφωνώ με την καταστροφολογία που υπάρχει αυτή τη στιγμή στα στους δημοσιογραφικούς κύκλους και στα έντυπα και ηλεκτρονικά μέσα ενημέρωσης ότι καταστρεφόμαστε με 5% απώλεια του ζωικού κεφαλαίου» επισήμανε ενώ Θα πρέπει λοιπόν να δούμε αντικειμενικά τα νούμερα και θα πρέπει να δούμε πραγματικά όμως τι έχουμε στη χώρα αυτή τη στιγμή και εγώ θα έκανα μια πρόταση, να γίνει μια άμεση καταγραφή, αντικειμενική, αληθινή, του ζωικού κεφαλαίου» ανέφερε χαρακτηριστικά.
Η πλειοψηφία των κτηνοτρόφων, τόνισε, δεν εφαρμόζουν τα μέτρα τα εφαρμόζει τα οποία αφορούν βιοασφάλεια, αφορούν μετακίνηση ζώων, αφορούν υγιεινή των ίδιων από και προς το στάβλο, αλλαγή ρούχων φεύγοντας από τη μονάδα, ποδονάρια και γάντια σε αυτούς που επισκέπτονται την εκτροφή, καταγραφή ποιος μπαίνει στην εκτροφή, περιφράξεις και ούτω καθεξής.
«Θα πρέπει ό, τι χρησιμοποιούν στον στάβλο να μένει εκεί και να μην πηγαίνει ούτε στο καφενείο ούτε στο σπίτι» υπογράμμισε.
Εάν δεν το κάνουν, οι ίδιοι γίνονται μηχανικοί φορείς.
«Το μεγαλύτερο πρόβλημα που υπάρχει, το οποίο είναι γνωστό αλλά δεν το παραδεχόμαστε, είναι η μετακίνηση ζώων, η οποία γίνεται και έγινε εντονότατα το καλοκαίρι, για αναπαραγωγή» προσέθεσε ο κ. Αρσένος ενώ επανέλαβε πως «ο καθένας πρέπει να πάρει τη δική του προσωπική ευθύνη και να αντιληφθεί ότι είναι ένας από τους βασικούς παράγοντες μετάδοσης της νόσου».
Αναφορικά με την ευλογιά, τέλος, εξήγησε ότι η έννοια της ζωονόσου ουσιαστικά στο γενικό κοινό θεωρείται ανθρωποζωονόσος, ωστόσο επισήμανε ότι εδώ μιλάμε για μια νόσο που αφορά αποκλειστικά τα ζώα και δεν έχει καμία σχέση με τον άνθρωπο.
Ο λόγος που καταστρέφονται τα κοπάδια, εξήγησε, είναι διότι η θνησιμότητα αυτού του νοσήματος αγγίζει το 100%. Οι πιθανότητες επιβίωσης είναι πολύ μικρές αλλά και πάλι επειδή η ευλογιά προκαλεί σοβαρά θέματα στο αναπνευστικό, τα ζώα σιγά σιγά αποδεκατίζονται και αυτό συμβαίνει στις εκτροφές.
Επομένως, θανατώνονται τα ζώα όταν είναι μολυσμένη η εκτροφή για να προστατευθεί το υπόλοιπο ζωικό κεφάλαιο, να μην επεκταθεί η νόσος. Αντίστοιχα, ο λόγος που δεν θανατώνονται μόνο τα ζώα που νοσούν αλλά ολόκληρο το κοπάδι, είναι, σύμφωνα με όσα ανέφερε ο κ. Αρσένος ότι όλα τα ζώα θα νοσήσουν και όλα τα ζώα σταδιακά θα πεθάνουν.
Κάνε like στη σελίδα μας στο Facebook
Ακολούθησε μας στο Twitter
Κάνε εγγραφή στο κανάλι μας στο Youtube
Γίνε μέλος στο κανάλι μας στο Viber
– Αναφέρεται ως πηγή το ertnews.gr στο σημείο όπου γίνεται η αναφορά.
– Στο τέλος του άρθρου ως Πηγή
– Σε ένα από τα δύο σημεία να υπάρχει ενεργός σύνδεσμος