Στην πρωτεύουσα της Σομαλίας, το Μογκαντίσου, μια παιδιατρική πτέρυγα ενός νοσοκομείου γεμάτη με παιδιά που παλεύουν να αναπνεύσουν, μαρτυρά την επάνοδο μιας ξεχασμένης απειλής. Η διφθερίτιδα —μια κάποτε σχεδόν εξαφανισμένη, θανατηφόρα παιδική ασθένεια— έχει επιστρέψει δριμύτερη.
Η Κουραΐσα Μούχταρ, μητέρα δώδεκα παιδιών, έχασε μέσα σε δύο ημέρες τα δύο μικρότερα παιδιά της εξαιτίας της νόσου. Τα δύο παιδιά αρρώστησαν στις αρχές Σεπτεμβρίου με πυρετό, βήχα και δύσπνοια. Ο λαιμός τους πρήστηκε και το εσωτερικό του έγινε λευκό, σημάδι σοβαρής λοίμωξης. Απελπισμένη, απευθύνθηκε σε έναν θεραπευτή στη γειτονιά της, όμως η κατάσταση του ενός έτους Σαλμάν επιδεινώθηκε ραγδαία και το παιδί ξεψύχησε μέσα στη νύχτα. Την επόμενη μέρα, ο δίχρονος Χασάν παρουσίασε τα ίδια συμπτώματα και λίγες ώρες αργότερα πέθανε.
Η Μούχταρ, που ζει με την οικογένειά της σε μια αυτοσχέδια τσίγκινη καλύβα στα περίχωρα του Μογκαντίσου, δεν πρόλαβε να θρηνήσει τα δύο παιδιά που έχασε. Δύο ακόμη παιδιά της άρχισαν να παρουσιάζουν τα ίδια ανησυχητικά συμπτώματα. Μαζί με τον σύζυγό της, απευθύνθηκαν σε φίλους και συγγενείς, συγκέντρωσαν ό,τι χρήματα μπορούσαν και τα μετέφεραν στο νοσοκομείο μέσα σε ένα τρίτροχο ταξί. Τα δύο παιδιά που μετέφερε στο νοσοκομείο, ένα 3χρονο κορίτσι και ένα σοβαρά υποσιτισμένο 10χρονο αγόρι, ανάρρωσαν.
Η Μουχτάρ και η οικογένειά της εκτοπίστηκαν από την Μπαϊντόα, στη νότια Σομαλία, λόγω ετών άγριας ξηρασίας. Ένα μέλος της οικογένειας στην πόλη τους παραχώρησε ένα κομμάτι γης, όπου η Μούχταρ και ο άντρας της έχτισαν την καλύβα τους. Όπως είπε στους New York Times, όλα της τα παιδιά είχαν λάβει τουλάχιστον μερικά από τα απαραίτητα εμβόλια. Όμως, με δώδεκα παιδιά να φροντίζει και χωρίς να ξέρει να διαβάζει, δυσκολευόταν να παρακολουθεί συστηματικά τα εμβολιαστικά τους προγράμματα.
Η επιστροφή της διφθερίτιδας
Η διφθερίτιδα προκαλείται από βακτήριο που εκκρίνει ισχυρή τοξίνη, καταστρέφοντας τα κύτταρα του λαιμού και των αμυγδαλών και σχηματίζοντας ένα παχύ γκριζωπό στρώμα νεκρού ιστού, ικανό να φράξει τους αεραγωγούς. Η νόσος μπορεί να αντιμετωπιστεί έγκαιρα με αντιβιοτικά, αλλά αν δεν εντοπιστεί εγκαίρως, γίνεται θανατηφόρα — ιδίως στα μικρά παιδιά.
Πρόκειται για μια ασθένεια που θεωρούνταν οτι είχε εξαλειφθεί χάρη στα εμβόλια, όμως τα τελευταία χρόνια επανεμφανίζεται σε περιοχές που δοκιμάζονται από πόλεμο, φτώχεια και τις μαζικές μετακινήσεις πληθυσμών που προκαλεί η κλιματική κρίση. Η πανδημία του Covid-19, με τη διακοπή των εμβολιαστικών προγραμμάτων και την αύξηση της δυσπιστίας απέναντι στα εμβόλια, επιδείνωσε την κατάσταση. Σήμερα, μεγάλες επιδημίες διφθερίτιδας καταγράφονται στη Σομαλία, στο Σουδάν, στην Υεμένη και στο Τσαντ — χώρες με χαμηλή εμβολιαστική κάλυψη, εξασθενημένα συστήματα υγείας και ανεπαρκή επιτήρηση.
Η νόσος υπήρξε κάποτε μία από τις βασικές αιτίες θανάτου παιδιών στις ανεπτυγμένες χώρες, μέχρι που η εισαγωγή του εμβολίου τη δεκαετία του 1940 οδήγησε σε ραγδαία μείωση των κρουσμάτων. Από τη δεκαετία του 1970, η διφθερίτιδα θεωρούνταν ότι είχε σχεδόν εξαλειφθεί στις ΗΠΑ και στην Ευρώπη. Ωστόσο, από τα μέσα της δεκαετίας του 2000, επανεμφανίστηκε σε χώρες που δοκιμάζονται από κρίσεις: στη Βενεζουέλα, όταν κατέρρευσε το σύστημα υγείας, στο Μπανγκλαντές, μεταξύ των προσφύγων Ροχίνγκια και πρόσφατα στη Νιγηρία, όπου έχουν καταγραφεί σχεδόν 30.000 κρούσματα μέσα σε δύο χρόνια. Ακόμη και στην Ευρώπη έχουν σημειωθεί μεμονωμένα κρούσματα, κυρίως σε πρόσφυγες από τη Συρία και το Αφγανιστάν.
Στις ΗΠΑ, τα ποσοστά εμβολιασμού στις ΗΠΑ μειώνονται αργά αλλά σταθερά τα τελευταία πέντε χρόνια. Το 92% των μαθητών νηπιαγωγείου σε εθνικό επίπεδο είχαν εμβολιαστεί πλήρως κατά της διφθερίτιδας κατά το σχολικό έτος 2024-25, από 95% το 2020. Η επίτευξη ευρείας ανοσίας απαιτεί κάλυψη τουλάχιστον 85%. Τα παιδιά εμβολιάζονται κατά της διφθερίτιδας με τρεις δόσεις σε ηλικία 6, 10 και 14 εβδομάδων. Όμως, σε οικογένειες που έχουν εκτοπιστεί ή ζουν στη φτώχεια, όπως της Μούχταρ, συχνά δεν προλαβαίνουν να ολοκληρώσουν τον κύκλο.
Η Κέιτι Κλαρκ, ειδική της Gavi —του διεθνούς οργανισμού που στηρίζει τα εμβολιαστικά προγράμματα στις χώρες χαμηλού εισοδήματος — προειδοποιεί ότι έως και 1 στα 4 παιδιά με διφθερίτιδα μπορεί να πεθάνει από τη μόλυνση σε χώρες όπου οι επιλογές διάγνωσης και θεραπείας είναι περιορισμένες. Το ποσοστό θνησιμότητας είναι πιο κοντά στο 1 στα 20 σε συστήματα υγείας με περισσότερους πόρους.
Η Σομαλία είναι η πρώτη χώρα που υπέβαλε αίτηση στην Gavi για νέα χρηματοδότηση, ώστε να χορηγηθούν ενισχυτικές δόσεις του εμβολίου κατά της διφθερίτιδας που χορηγούνται σε παιδιά κατά το δεύτερο έτος της ζωής τους, καθώς και για ηλικίες 4–7 και 9–15 ετών, σε περιοχές όπου η επιδημία εμφανίζεται ιδιαίτερα απειλητική.
Στο νοσοκομείο Ντεμαρτίνο της Μογκαντίσου, σχεδόν 1.000 ασθενείς νοσηλεύτηκαν φέτος για διφθερίτιδα — έναντι μόλις 49 πέρυσι. Οι 4 στους 5 ήταν παιδιά. Το νοσοκομείο λειτουργεί με ελάχιστους πόρους, καθώς το ήδη αποδυναμωμένο από δεκαετίες εμφυλίου πολέμου σύστημα υγείας της Σομαλίας έχει δεχθεί νέο πλήγμα με την απώλεια μεγάλου μέρους της αμερικανικής βοήθειας, η οποία διακόπηκε επί κυβέρνησης Τραμπ. Οι ειδικοί προειδοποιούν ότι τα κρούσματα διφθερίτιδας και άλλων μολυσματικών ασθενειών αυξάνονται, καθώς ολοένα και περισσότερα παιδιά υποσιτίζονται εξαιτίας της απότομης μείωσης της επισιτιστικής βοήθειας.
Σε μια αίθουσα με 34 κρεβάτια, πολλά παιδιά μοιράζονται το ίδιο στρώμα. Ο παιδίατρος δρ. Μοχαμούντ Όμαρ περνά αδιάκοπα ανάμεσά τους, ελέγχοντας αν αναπνέουν. Σε ορισμένα χρειάζεται να χορηγηθεί οξυγόνο. Στο άκρο των κρεβατιών, εξαντλημένοι γονείς περιμένουν σιωπηλά, μερικοί έχοντας έως και πέντε άρρωστα παιδιά.
ΠΗΓΗ: Νew Υork Τimes
Κάνε like στη σελίδα μας στο Facebook
Ακολούθησε μας στο Twitter
Κάνε εγγραφή στο κανάλι μας στο Youtube
Γίνε μέλος στο κανάλι μας στο Viber
– Αναφέρεται ως πηγή το ertnews.gr στο σημείο όπου γίνεται η αναφορά.
– Στο τέλος του άρθρου ως Πηγή
– Σε ένα από τα δύο σημεία να υπάρχει ενεργός σύνδεσμος