Η νομιμότητα ενός μεγάλου μέρους των δασμών που επέβαλε ο Ντόναλντ Τραμπ εξετάζεται από σήμερα στο Ανώτατο Δικαστήριο των ΗΠΑ, με απώτερο διακύβευμα την έκταση των εξουσιών του Αμερικανού προέδρου.
Η εκτελεστική εξουσία πιέζει τους εννέα δικαστές –έξι συντηρητικούς και τρεις προοδευτικούς– να διατηρήσουν τους δασμούς στα εισαγόμενα προϊόντα, με το σκεπτικό ότι φέρνουν έσοδα δισεκατομμυρίων δολαρίων και επέτρεψαν από τις ΗΠΑ να αποσπάσουν από τους εταίρους τους υποσχέσεις για επενδύσεις και πιο ευνοϊκές συνθήκες για τις αμερικανικές εξαγωγές.
Η ετυμηγορία του Δικαστηρίου μπορεί να μην ανακοινωθεί πριν περάσουν πολλοί μήνες. Υπάρχει όμως και το ενδεχόμενο να ληφθεί πολύ γρήγορα.
Η κυβέρνηση ρίχνει όλο το βάρος της στη δίκη αυτή, όπου αναμένεται να παραστούν σήμερα ο υπουργός Οικονομικών Σκοτ Μπέσεντ και ο εκπρόσωπος του Λευκού Οίκου για το εμπόριο, Τζέιμισον Γκριρ.
Ο Τραμπ υποστήριξε την Τρίτη, με ανάρτησή του στην πλατφόρμα Truth Social, ότι η διατήρηση των δασμών είναι «ζήτημα ζωής ή θανάτου για τη χώρα μας» γιατί διαφορετικά «θα βρεθούμε ουσιαστικά χωρίς άμυνα απέναντι στις άλλες χώρες που επωφελούνται από εμάς εδώ και χρόνια».
Μετά την επιστροφή του στον Λευκό Οίκο, τον Ιανουάριο, ο Ρεπουμπλικάνος πρόεδρος ανήγαγε τους δασμούς σε κύριο μοχλό της οικονομικής και διπλωματικής πολιτικής του. Υπερηφανεύεται ότι με αυτόν τον τρόπο, όχι μόνο θα εκβιομηχανοποιήσει εκ νέου τη χώρα και θα μειώσει το χρόνιο εμπορικό έλλειμμα αλλά επίσης, επιβάλλοντας δασμούς στο Μεξικό, τον Καναδά και την Κίνα, θα αντιμετωπίσει την κρίση της φεντανύλης, του πανίσχυρου οπιοειδούς, οι υπερβολικές δόσεις του οποίου σκοτώνουν δεκάδες χιλιάδες Αμερικανούς κάθε χρόνο.
Ο πρόεδρος επικαλέστηκε έναν νόμο του 1977, τον IEEPA (Νόμος για τις Διεθνείς Οικονομικές Εξουσίες Έκτακτης Ανάγκης) για να επιβάλει δασμούς με το σκεπτικό ότι το εμπορικό έλλειμμα των ΗΠΑ, αν και χρόνιο, εδώ και δεκαετίες, συνιστά «επείγουσα κατάσταση». Ισχυρίζεται έτσι ότι έχει την εξουσία να αυξάνει ή να μειώνει τους δασμούς κατά βούληση.
Εταιρείες που πλήττονται από τους δασμούς καθώς και κάποιες Πολιτείες (οι περισσότερες ελέγχονται από τους Δημοκρατικούς) προσέφυγαν στη δικαιοσύνη, εκτιμώντας ότι ο πρόεδρος δεν μπορεί να παρακάμπτει το Κογκρέσο για να επιβάλει δασμούς που επηρεάζουν τις επιχειρήσεις αλλά και τη ζωή των Αμερικανών καταναλωτών. Πολλά ομοσπονδιακά δικαστήρια έχουν κρίνει παράνομους τους δασμούς αυτούς, που αποτελούν ξεχωριστό κομμάτι από εκείνους που επιβλήθηκαν σε συγκεκριμένους τομείς, όπως στην αυτοκινητοβιομηχανία ή τον χάλυβα.
Οι δασμοί πάντως παραμένουν σε ισχύ μέχρι να αποφανθεί το Ανώτατο Δικαστήριο.
«Με τους δασμούς, είμαστε μια πλούσια χώρα, χωρίς τους δασμούς, είμαστε φτωχοί» υποστήριξε στην αγόρευσή του ο νομικός σύμβουλος της κυβέρνησης, Τζον Σάουερ.
«Η κυβέρνηση υποστηρίζει ότι ο πρόεδρος μπορεί να επιβάλει δασμούς στους Αμερικανούς όποτε θέλει, στο ποσοστό που θέλει, για όποια χώρα και προϊόντα θέλει και για όσο χρονικό διάστημα θέλει, απλώς και μόνο δηλώνοντας ότι τα χρόνια εμπορικά ελλείμματα συνιστούν επείγουσα κατάσταση» απάντησαν οι δικηγόροι μίας από τις πληττόμενες εταιρείες. «Ο πρόεδρος μπορεί ακόμη να αλλάξει άποψη αύριο και να την ξαναλλάξει μεθαύριο», υπογράμμισαν, αναφερόμενοι στις αλλεπάλληλες μεταστροφές του Τραμπ σε ό,τι αφορά τη δασμολογική πολιτική του.
«Επαφίεται στο Κογκρέσο και όχι στον πρόεδρο, να αποφασίζει αν και κατά πόσο θα φορολογηθούν οι Αμερικανοί που εισάγουν προϊόντα», υποστηρίζουν από την πλευρά τους οι δώδεκα Πολιτείες που προσέφυγαν στο Ανώτατο Δικαστήριο, προτρέποντάς το να μην επιτρέψει στον πρόεδρο «να ιδιοποιηθεί αυτήν την εξουσία».
«Οι δασμοί στις τομάτες δεν επιλύουν την κρίση της φεντανύλης», πρόσθεσαν.
Το Δικαστήριο αναμένεται εξάλλου να αποφανθεί και επί άλλων θεμάτων που σχετίζονται με το εύρος των προεδρικών εξουσιών, όπως είναι η απόλυση αξιωματούχων ανεξάρτητων οργανισμών και ιδίως της ομοσπονδιακής τράπεζας (Fed).
Κάνε like στη σελίδα μας στο Facebook
Ακολούθησε μας στο Twitter
Κάνε εγγραφή στο κανάλι μας στο Youtube
Γίνε μέλος στο κανάλι μας στο Viber
– Αναφέρεται ως πηγή το ertnews.gr στο σημείο όπου γίνεται η αναφορά.
– Στο τέλος του άρθρου ως Πηγή
– Σε ένα από τα δύο σημεία να υπάρχει ενεργός σύνδεσμος