Οι ρακοσυλλέκτες της Μιανμάρ

Λίγο έξω από την πρωτεύουσα της Μιανμάρ Νάι Πι Τάου, κάθε μέρα άνθρωποι κυκλοφορούν μέσα σε έναν γιγαντιαίο σκουπιδότοπο. Ανάμεσά τους, πολλά παιδιά. Ψάχνουν οτιδήποτε μπορούν να πουλήσουν για ανακύκλωση, έναντι δύο δολαρίων την ημέρα. Ζουν σε μια χώρα που κυβερνούσε επί δεκαετίες στρατιωτική χούντα, και τώρα, μετά τις πρόσφατες εκλογές, ψάχνει τον δρόμο της. Η ηγέτιδα της -μέχρι χθες- αντιπολίτευσης, επί δεκαετίες σε κατ΄οίκον περιορισμό, δε μπορεί να γίνει πρόεδρος, παρότι έχει την απόλυτη πλειοψηφία στη βουλή. Ο στρατός έχει ακόμη εξουσία, και τις εξελίξεις παρακολουθούν -για τους δικούς τους λόγους η καθεμία- γειτονικές χώρες και ξένες εταιρίες.

Οι ρακοσυλλέκτες της Μιανμάρ

Ψάχνοντας στα σκουπίδια

Δεν ξέρουν τι ώρα θα έρθει το επόμενο απορριμματοφόρο για να πετάξει τα σκουπίδια του, αλλά περιμένουν. Μόλις φτάσει, τρέχουν να ξεδιαλέξουν ό,τι πιστεύουν ότι μπορούν να ανακυκλώσουν ή να μεταπωλήσουν.

To 2014, η οργάνωση για τα ανθρώπινα δικαιώματα Rehmonnya έγραφε, «στις πέντε τα ξημερώματα τα παιδιά στην επαρχία Μον αρχίζουν την καθημερινή αναζήτηση πλαστικού το οποίο ανταλλάσσουν με τροφή για τις οικογένειές τους. Υπάρχουν κάποια παιδιά που πηγαίνουν στον σταθμό των τουριστικών λεωφορείων για να μαζέψουν μπουκάλια τα πρωινά και τα απογεύματα. Αυτά είναι τα λίγα τυχερά που ακόμη πηγαίνουν στο σχολείο. Η πλειονότητα των παιδιών αναζητούν όλη μέρα μπουκάλια και άλλα ανακυκλώσιμα υλικά. Μπορεί να τα δει κανείς να ψάχνουν μέσα στα σκουπίδια».

Παλαιότερα στοιχεία δείχνουν ότι στο σύνολο των παιδιών που ζουν στη χώρα, το 75% γράφονται στο σχολείο. Το 25%  από αυτά, εγκαταλείπουν την εκπαίδευση τον πρώτο και δεύτερο χρόνο. Λιγότερο από το 50% όσων μένουν, ολοκληρώνουν το δημοτικό σχολείο, και ακόμα λιγότερα το γυμνάσιο.

Οι ρακοσυλλέκτες της Μιανμάρ

Η ανεξαρτησία, και η χούντα

Βρετανική αποικία μέχρι το 1948, η Μιανμάρ έγινε ανεξάρτητο κράτος εκείνη τη χρονιά. Το 1962, στρατιωτικοί πήραν την εξουσία με πραξικόπημα. Το 2011 έγιναν οι πρώτες εκλογές. Όλα τα προηγούμενα χρόνια οι στρατιωτικοί είχαν εξουδετερώσει σχεδόν όλους τους αντιφρονούντες -κρατώντας σε κατ΄οίκον περιορισμό την ηγέτιδα της αντιπολίτευσης Αούνγκ Σαν Σου Κι. Το κόμμα της κέρδισε την απόλυτη πλειοψηφία στο κοινοβούλιο στις εκλογές του Νοεμβρίου.

Οι προσδοκίες είχαν “φτάσει στον ουρανό”, έγραφε πρόσφατα η βρετανική εφημερίδα Guardian, την ώρα που συνεδρίαζε το πρώτο δημοκρατικά εκλεγμένο κοινοβούλιο στη χώρα τα τελευταία 50 χρόνια. Όχι, όμως, χωρίς προβλήματα. Η θητεία της νέας κυβέρνησης αρχίζει την 1η Απριλίου. Το κόμμα της Αούνγκ Σαν Σου Κι, ο «Εθνικός Σύνδεσμος», κέρδισε σχεδόν το 80% των εδρών στη βουλή. Αλλά της απαγορεύεται να γίνει πρόεδρος επειδή τα παιδιά της έχουν ξένη υπηκοότητα.

Επιπλέον, ο στρατός ελέγχει μεγάλος μέρος της διοίκησης, και έχει δικαίωμα βέτο. Το σύνταγμα, άλλωστε, που απαγορεύει στη νικήτρια των εκλογών να γίνει πρόεδρος, το εκπόνησαν στρατιωτικοί. Η εκεχειρία του απερχόμενου προέδρου Θέιν Σέιν με ομάδες ανταρτών τέθηκε σε ισχύ τον περασμένο Οκτώβριο, αλλά οι μάχες συνεχίζονται σε πολλές περιοχές, όπου ντόπιοι πληθυσμοί ζητούν μεγαλύτερη ανεξαρτησία και μεγαλύτερο μερίδιο από τον φυσικό πλούτο της χώρας.

Οι ρακοσυλλέκτες της Μιανμάρ

Τεράστια ανισότητα

Στη Μιανμάρ, όχι μόνο είναι εξαπλωμένη η φτώχια, υπάρχει και μεγάλη ανισότητα. Ουσιαστικά, η κοινωνία είναι μοιρασμένη σε μια μικρή ελίτ, μια σχετικά μικρή μεσαία τάξη, και έναν μεγάλο αριθμό πολύ φτωχών ανθρώπων, έγραφε παλιότερα στην ιστοσελίδα του το Facts And Details.

Πολλοί από τους “πλούσιους της Μιανμάρ” συνδέονται είτε με το στρατιωτικό καθεστώς είτε με το λαθρεμπόριο. “Μέρος της ελίτ της Μιανμάρ ζει σε βίλες από λευκό τσιμέντο και γυαλί. Ένας διπλωμάτης είπε στο Newsweek, «είναι η ιστορία δύο εθνών. Η ελίτ ζει στον Πρώτο Κόσμο των χρυσών δαχτυλιδιών. Οι υπόλοιποι ζουν στον «Τρίτο Κόσμο»”.

“Οι στρατιωτικοί ζουν σε απομονωμένα συγκροτήματα με σχολεία, νοσοκομεία. Τα ψηλοτάβανα σπίτια των ανώτερων αξιωματούχων έχουν δορυφορική τηλεόραση, αυλές με γρασίδι, καλογυαλισμένα ξύλινα πατώματα. Συνήθιζαν να παίζουν γκολφ στο γήπεδο της Γιανγκόν, όπου η ετήσια συνδρομή τη δεκαετία του ΄90 ήταν 3.000 δολάρια -20 φορές παραπάνω από το ατομικό εισόδημα.”

Οι ρακοσυλλέκτες της Μιανμάρ

Το «άνοιγμα» σε ξένες εταιρίες και ιδιώτες

Τη δεκαετία του ’90, η χούντα άρχισε να εφαρμόζει νέα οικονομική πολιτική, με «ανοίγματα» στον ιδιωτικό τομέα και τις ξένες εταιρίες. Έτσι, ξένες επιχειρήσεις άρχισαν να επενδύουν, σύμφωνα με στοιχεία από το βιβλίο, The Economic Transition in Myanmar after 1988, στις κατασκευές, τον τουρισμό και τη βιομηχανία εξόρυξης.

“Οι ξένες επενδύσεις τη δεκαετία του ’90 δημιούργησαν μια τάξη εκατομμυριούχων που πλούτισαν “στη στιγμή”, άνοιξαν έναν όμιλο για σκάφη, τρία νέα γήπεδα γκολφ, και κλαμπ που πουλούσαν τον αστακό 100 δολάρια τη μερίδα”, έγραφε το Facts and Details.

Η Μιανμάρ είναι μια από τις φτωχότερες χώρες του κόσμου, με το 33% του πληθυσμού κάτω από το όριο της φτώχιας, και ετήσιο εισόδημα 500 δολάρια. Το 2007, στέλεχος των Ηνωμένων Εθνών από την περιοχή, έλεγε στους New York Times ότι η φτώχια και ο υποσιτισμός στη Μιανμάρ ήταν μία από τις θλιβερές, ξεχασμένες ιστορίες της νοτιοανατολικής Ασίας, και ότι «υπάρχουν εκατομμύρια άνθρωποι στη Βιρμανία τους οποίους ο κόσμος έχει απλώς ξεχάσει».

πηγές: Reuters, BBC, Guardian, gvnet, Facts and Details, Rehmonnya

φωτογραφίες: ΑΠΕ/ΜΠΕ

Όλες οι Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο,  στο ertnews.gr
Διάβασε όλες τις ειδήσεις μας στο Google
Κάνε like στη σελίδα μας στο Facebook
Ακολούθησε μας στο Twitter
Κάνε εγγραφή στο κανάλι μας στο Youtube
Γίνε μέλος στο κανάλι μας στο Viber

Προσοχή! Επιτρέπεται η αναδημοσίευση των πληροφοριών του παραπάνω άρθρου (όχι αυτολεξεί) ή μέρους αυτών μόνο αν:
– Αναφέρεται ως πηγή το ertnews.gr στο σημείο όπου γίνεται η αναφορά.
– Στο τέλος του άρθρου ως Πηγή
– Σε ένα από τα δύο σημεία να υπάρχει ενεργός σύνδεσμος