Το «χρυσάφι της ελληνικής γης», το ελληνικό μέλι, όχι μόνο είναι ένα από τα καλύτερα ποιοτικά παγκοσμίως, αλλά καταφέρνει να χαρίζει δεκάδες διακρίσεις στους μελισσοκόμους που ακολουθούν καλές πρακτικές. Αυτό υποστήριξε η Διευθύντρια του Ινστιτούτου Επιστήμης Ζωικής Παραγωγής Δρ Φανή Χατζήνα.
Οι αναλύσεις, σύμφωνα με την έμπειρη ερευνήτρια, αποκαλύπτουν τη διαφορά. «Αν πάμε στα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του, όσον αφορά στο άρωμα και στη γεύση η κρίση είναι υποκειμενική, εμείς έχουμε συνηθίσει το άρωμα και τη γεύση των ελληνικών μελιών , δεν μπορούμε να πούμε ότι το ελληνικό μέλι, λόγω αρώματος και γεύσης, είναι ανώτερο, αλλά όταν έχουμε θυμαρίσιο μέλι, με ιδιαίτερα φυτά και πολύ μεγάλη βιοποικιλότητα φυτών (το κάθε φυτό δίνει το κάτι διαφορετικό στο μέλι), τότε το μέλι που παράγεται με μέλισσες από πολλά φυτά είναι υπέροχο και ανώτερης ποιότητας» είπε η κα Χατζήνα.
Σύμφωνα με την ίδια, «ο παραγωγός πρέπει να προσέχει πού μεταφέρει τα μελίσσια του, να είναι μακριά από φυτοφάρμακα , να έχει αρκετά μεγάλη βιοποικιλότητα φυτών- γύρων, να προσπαθεί να χρησιμοποιεί, όσο το δυνατόν πιο πολύ, βιολογικά σκευάσματα για την αντιμετώπιση των ασθενειών του, να προσέχει με τι ταΐζει τα μελίσσια του, όταν αυτά έχουν ανάγκη, να μην το παρακάνει δηλαδή και να δίνει νερό».
Ιδιαίτερο ρόλο, σύμφωνα με την κα Χατζήνα διαδραματίζει η καλή συνεργασία των μελισσοκόμων με τους επιστήμονες. «Να είναι κοντά στα εργαστήρια και στους επιστήμονες και να μαθαίνουν τα νέα δεδομένα και στη συνέχεια, κάπου κάπου, ας κάνουν κάποια ανάλυση των μελιών τους για να μπορούν να γνωρίζουν σε ποιο επίπεδο βρίσκονται» .